Του Γιάννη Κορομήλη
Ως χώρα και ως λαός διανύουμε μια από τις δυσκολότερες περιόδους της μακραίωνης Ιστορίας μας. Τη δυσκολότερη ίσως δεδομένων των εξαιρετικά δύσκολων συνθηκών. Γενικότερων αλλά και αναφερομένων ειδικά σ΄εμάς (χώρα και λαό). Η Δύση στην οποία, εκόντες άκοντες, ανήκουμε ταλανίζεται (κι εμείς μαζί της) από μια ακόμα, από τι εγγενείς στο καπιταλισμό, οικονομική κρίση. Και μάλιστα, με μια μόνο υπερδύναμη, υπό την ηγεσία του Ντ. Τράμπ, και κάτω από τον οδοστρωτήρα της ανάλγητης παγκοσμιοποίησης.
Ως μικρή χώρα πολλά τα αδύνατα σημεία μας: Έλλειψη των κατάλληλων θεσμών, εχθρική ( από ιδεοληψίες και ανικανότητα των κυβερνώντων) προς την ανάπτυξη και τις απαιτήσεις της, υπερχρεωμένη στους εταίρους μας της ΟΝΕ, οι ισχυρότεροι των οποίων εχθροί μας και τώρα φίλοι μας μεν αλλά με το αζημίωτο. Ως λαός εξουθενωμένοι από τα μνημονιακά μέτρα και τις υποσχέσεις χωρίς αντίκρυσμα των πολιτικών μας. Κι από πάνω χωρίς να βλέπουμε κάποιο, αμυδρό έστω, φώς που να μας ενθαρρύνει και να μας εμψυχώνει.
Μ΄αυτά τα δεδομένα και επιπλέον με τις διαλυτικές δυνάμεις του μηδενισμού, του εθνικολαικισμού, της εξαθλίωσης, των πελατειακών σχέσεων και την μηδενική σχεδόν αποδοτικότητα της κυβέρνησης και της οικονομίας μας (σύμφωνα με αξιόπιστη και επιστημονική έρευνα σε παγκόσμια κλίμακα) που μας κατατάσσουν στην τρίτη από το … τέλος θέση, σε τι άραγε θα μπορούσαμε να ελπίζουμε;
Είναι ιστορικά και επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι για να προσκόψουν μια χώρα, και ένας λαός, αλλά ακόμα και τα άτομα, πρέπει να συντρέχουν κάποιες «εκ των ων ουκ ανευ», ανελαστικές προϋποθέσεις: Σωστοί και αποδοτικοί θεσμοί, πίστη, αγάπη, ελπίδα, φιλοπατρία, (πατριωτισμός) και μια ζωή για το καθένα μας με νόημα και σκοπό. Δυστυχώς τα περισσότερα, αν όχι όλα, μας λείπουν. Ή νομίζουμε (μπορεί κι αυταπατώμενοι) ότι τα έχουμε, κοροϊδεύοντας τους άλλους (ή και τους εαυτούς μας).
Ας πάρουμε για παράδειγμα την υποτιθέμενη φιλοπατρία μας. Την αγάπη μας προς την πατρίδα μας. Τον πατριωτισμό μας. Συχνά, και στο απώτερο και εγγύς παρελθόν και τώρα, ακούγεται στη Βουλή από κάποιον «εθνοπατέρα»: «Δεν αμφισβητώ τον πατριωτισμό κανενός. Όλοι ήμαστε το ίδιο πατριώτες, αλλά…». Είμαστε; Συζητήσιμο. Τουλάχιστον. Κανένας βέβαια δεν αρνείται, στα λόγια πάντοτε, ότι είμαστε πατριώτες. Πλούσιοι και φτωχοί, απαίδευτοι και μορφωμένοι, καλλιεργημένοι και με ελάχιστη ή μηδενική «κατά κεφαλήν καλλιέργεια». Σοφοί και βλάκες δεχόμαστε ότι πράγματι η Πατρίδα είναι (πρέπει να είναι ) πάνω από όλα.
Ο σοφός Σωκράτης το έλεγε πριν από 2400 περίπου χρόνια: «Μητρός τε και πατρός και των άλλων προγόνων απάκτων τιμιώτερον έστιν η πατρίς(…) και παρα θερις και παρ΄ανθρώποις τοις νουν έχουσιν» (Πλάτωνα, «Κρίτων»,12). Δηλαδή ( σε ελεύθερη απόδοση): Για τους θεούς αλλά και για τους ανθρώπους που έχουν μυαλό πάνω από τους γονείς και όλους ανεξαιρέτως τους προγόνους, άξια μεγαλύτερης τιμής σεβασμού , ιερότητας, υπόληψης, δέους είναι η Πατρίδα. Μας λέει, μ΄άλλα, λόγια ο Σωκράτης ότι πρώτα και πάνω απ΄όλα πρέπει, έχουμε καθήκον να θέτουμε, να υπολογίζουμε, να αγωνιζόμαστε για την πατρίδα μας. Για την Ελλάδα, τη δική μας πατρίδα, γράφτηκαν πάρα πολλά αι από τα μεγαλύτερα μυαλά του κόσμου. Φιλοσόφους, ποιητές, συγγραφείς κ.α. Και πολλά από τα σημαντικότερα έργα τέχνης σε παγκόσμιο επίπεδο, αναφέρονται σε κάτι ελληνικό (φιλοσοφία, ποίηση, μυθολογία κ.λ.π.).
Ας προσθέσουμε εδώ κι ένα από τα πολλά ελληνικά ποιήματα (όχι το καλύτερο, αλλά καλό), του Ι. Πολέμη με τίτλο « Τι είναι η Πατρίδα μας». Το πρώτο και το τελευταίο τετράστιχο του, ως τα πιο χαρακτηριστικά
Τί εἶναι ἡ πατρίδα μας; Μὴν εἶν᾿ οἱ κάμποι;/Μὴν εἶναι τ᾿ ἄσπαρτα ψηλὰ βουνά;/ Μὴν εἶναι ὁ ἥλιος της, ποὺ χρυσολάμπει;/ Μὴν εἶναι τ᾿ ἄστρα της τὰ φωτεινά; (…)
Ὅλα πατρίδα μας! Κι αὐτὰ κι ἐκεῖνα,/ καὶ κάτι πού ῾χουμε μὲς τὴν καρδιὰ/ καὶ λάμπει ἀθώρητο σὰν ἥλιου ἀχτίνα/ καὶ κράζει μέσα μας: Ἐμπρὸς παιδιά!