Τρία χρόνια, σχεδόν, είχα να δω παράσταση στο Θέατρο Πήγασος. Το ρόδι έσπασε, τελικά, εχτές, στην πρεμιέρα του έργου «Κρύπτες στον παράδεισο».
του Γιάννη Χ. Ποικιλίδη
Μου είχε στείλει ο Αντώνης το κείμενο και του ‘πα ότι μου άρεσε πολύ. Το ξαναδιάβασα και μου ξανάρεσε πιο πολύ. Μου άρεσε η μελωδία του και ο ρυθμός του, οι εικόνες και τα συναισθήματα που τρέχουν πάνω στις λέξεις του και εναλλάσσονται όπως η ζωή. Δεν έμεινα στα νοήματα που έτσι κι αλλιώς είναι θρυμματισμένα και δυσερμήνευτα όπως ταιριάζει σε έργο του υπερρεαλισμού. Εξάλλου ποίηση είναι, παίρνεις ότι θέλεις και το κάνεις δικό σου όπως το νιώθεις σήμερα και ίσως αύριο κάπως αλλιώς.
Έμαθα ότι το πήρε στα χέρια του ο Χάρης να το κάνει θεατρικό. Σκέφτηκα αυθόρμητα τον κίνδυνο του εγχειρήματος. Η ποίηση είναι προσωπικό πράγμα, δύσκολο να το προσεγγίσεις με τις άλλες τέχνες. Άλλο να το διαβάζεις και να το απολαμβάνεις, σα μυστικό, με τα μάτια της ψυχής, και άλλο να το μεταφράζεις και να το αποκαλύπτεις δημόσια, ακόμη και με τα εργαλεία του θεάτρου. Είδα όμως τον Αντώνη χαμογελαστό να υποδέχεται τους καλεσμένους του στην είσοδο και χάρηκα με τη χαρά του. Σκέφτηκα κάτι θα ξέρει. Ύστερα γεμίσαμε «ασφυκτικά» το θεατράκι των 40 θέσεων. Οι πιο πολλοί γνωστοί. Οικειότητα και χαμηλόφωνες συζητήσεις αλλά και μια αδιόρατη αγωνία για την αναμενόμενη πτήση. Τα κτυπήματα του «γκόνγκ» έγιναν τρία. Σε λίγο είδαμε το συγγραφέα να στέκεται μπροστά μας και τότε ησυχάσαμε. Μια σύντομη εισαγωγή με οδηγίες για ναυτιλλομένους και ξεκινήσαμε.
Τα φώτα σβήσαν και μπροστά στο βάθος, μόνο τα λευκά φωσφορίζοντα αιωρούμενα χελιδόνια ξεχώριζαν γλυκά στο μαύρο φόντο της σκηνής. Μαγεία σκέφτηκα. Και ύστερα ένα νανούρισμα ακούστηκε, η πρώτη θεατρική εικόνα αναδύθηκε μέσα από το σκοτάδι, τα λόγια του ποιητή ακούστηκαν από τη γυναίκα που έλεγε «Σκέφτομαι, πως ο κόσμος κάποτε θα γεμίσει τριαντάφυλλα, μικρά παιδιά κι όμορφες πέτρες, χρωματισμένες…», και κάπως έτσι αρχίσαμε να ανεβαίνουμε στα σύννεφα. Και όταν φτάσαμε εκεί το ταξίδι δεν ήταν μονότονο, ίσως επειδή δεν ήταν και τόσο ασφαλές. Είχε πολλά σκαμπανεβάσματα, πολλές εναλλαγές, εικόνες χαρούμενες ή θλιβερές, λόγια γλυκά ή πικρά, τραγούδια, μουσική, συναισθήματα της θλίψης ή της χαράς, που κρατούσαν πάντα λίγο όπως η ποίηση.
«Σκοπός της ζωής δεν είναι η χαμέρπεια» φώναζαν κάθε τόσο οι γυναίκες για να τις ακούσουμε και για να κρατηθούμε μαζί τους ψηλά, στα σύννεφα. Θυμάμαι όταν άρχισαν κάποιες να μας πλησιάζουν σαν νεράιδες ή ιέρειες κρατώντας στην αγκαλιά τους από μια κορνίζα με τη φωτογραφία της γυναίκας στην πλατεία Ελευθερίας του ’60. «Τι, άραγε, να έκρυβε στη βαλίτσα της η μαυροντυμένη γυναίκα..» αναρωτιόταν ο ποιητής καθώς ένα κουρδιστό μουσικό κουτάκι έστελνε τις νοσταλγικές του νότες να μας ταξιδέψουν γλυκά στο παρελθόν. Μπράβο ρε Χάρη, σκέφτηκα, τι όμορφη σκηνή που ζωγράφισες.
Περνάνε και ποιητές από τον καμβά του έργου, ανεπαίσθητα όμως, όπως ο «αριστοκράτης» Μάρκος Μέσκος και ο «ερωτευμένος» Ρώμος Φιλύρας, άγνωστοι στους πολλούς, και σε μένα επίσης. Περνάει κι ο έρωτας, περνάει και η θάλασσα, η βροχή, τα βουνά, η αγάπη, ο χρόνος, οι εποχές, τα συναισθήματα, το παρελθόν και το παρόν, οι ιδέες, οι αξίες, το δείπνο των γυναικών, η ζωή ως αφήγηση και ως άλμπουμ… αλλά ας μην πω άλλα που θα διαστρεβλώσουν την αλήθεια που ο κάθε θεατής είδε και άκουσε. Και να πω μόνο για την πόλη αλλά και για τον τόπο που είναι μια σταθερά στο έργο άλλοτε σαν ερωμένη και άλλοτε σαν φάρος, σαν ξένος τόπος και σαν περίβλημα.
Ξέρω ότι μετά από κάποιο καιρό δεν θα θυμάμαι παρά μόνο τη σκόνη του έργου και την ανάμνηση της ευχαρίστησης. Θα ήθελα όμως έστω να θυμάμαι τα λόγια του ποιητή που λέει: «Ώστε λέω, από πέτρα είναι πλασμένος ο άνθρωπος. Όχι από χώμα. Όχι». Λίγο πριν προσγειωθούμε ακούσαμε τις γυναίκες να μας προτρέπουν: «διαδώστε την αλήθεια». Και μην πάει ο νους κανενός στη μία και μοναδική αλήθεια γιατί αυτή είναι ψέμα. Σαν όνειρο όμως, σύντομο και γοητευτικό, τελείωσε κι αυτό το ταξίδι. Στη μικρή πίστα του αεροδρομίου «Πήγασος» στάθηκαν να μας χαιρετίσουν οι συντελεστές του έργου, οι ηθοποιοί, ο σκηνοθέτης, ο συγγραφέας. Τους ανταποδώσαμε τον κόπο και την αγωνία τους με ένα ζεστό χειροκρότημα και πολλές χειραψίες και φιλιά. Έψαξα επίμονα να βρω το σκηνοθέτη που είχε βγει έξω για τσιγάρο. Ήθελα να του εκφράσω αυθόρμητα τον ενθουσιασμό μου, να του πω ότι «ζωγράφισε». Ύστερα σκορπιστήκαμε στους δρόμους της πόλης συζητώντας για την εμπειρία της παράστασης. Και επειδή μας άρεσε τόσο πολύ το διαδίδουμε: Πηγαίνετε να το ζήσετε… αξίζει για πολλούς λόγους.
Για την ιστορία και την αξία του έργου πρέπει να αναφέρουμε ότι όλοι οι συντελεστές του έργου είναι άνθρωποι της πόλης μας. Ο συγγραφέας είναι ο Αντώνης Κάλφας, ο σκηνοθέτης είναι ο Χάρης Αμανατίδης και το έργο ερμηνεύουν οι Θωμαή Σιούμη, Σοφία Αγαθαγγελίδου, Μαρία Μπουκουβάλα, Δανάη Αμανατίδου, Μαρία Τερζοπούλου και Κλεοπάτρα Αλμαλιώτου. Οι αφανείς αλλά τόσο σημαντικοί συντελεστές είναι: στα σκηνικά-κοστούμια η Βέτα Χαιλατζίδου, στη μουσική διδασκαλία η Νατάσα Ιωαννίδου, στους φωτισμούς ο Κώστας Παπουτσίδης, στα φώτα και στον ήχο ο Κώστας Παπαδόπουλος και στην κατασκευή των σκηνικών ο Γιώργος Χαιλατζίδης. Τέλος να αναφέρουμε ότι το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «παρέμβαση» σε μια εξαιρετική σχεδιαστικά έκδοση από το χέρι του Σπύρου Τσιλιγγιρίδη.