Γράφει η Δ.Χ. Ποικιλίδου
-
Γηράσκω αεί διδασκόμενος
-
Το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού
-
Η ιστορία επαναλαμβάνεται, κ.λ.π.
Σερφάροντας (καινοτόμος φράση) στο διαδίκτυο, φίλε μου, πρόβαλε μπροστά μου ένα ιστορικό περιστατικό, γνωστό από τα σχολικά μας βιβλία.
Τότε που ο πανίσχυρος Πέρσης βασιλιάς, ο Ξέρξης, αφού κατέλαβε και υποδούλωσε όλα τα τότε γνωστά έθνη, όπως έκανε αργότερα ο Σουλεϊμάν ο μεγαλοπρεπής ιδρύοντας την Οθωμανική αυτοκρατορία, την επανίδρυση της οποίας επιδιώκει μετά μανίας να καθιερώσει, ο αλλόφρων Λαζός γενίτσαρος στις μέρες μας, τότε λοιπόν ο Ξέρξης αποφάσισε μέσα στην παντοδυναμία του, να κατακτήσει την Ελλάδα, η οποία ήταν η μόνη που του ξέφυγε.
Ήρθε λοιπόν στην Αθήνα για να ολοκληρώσει την κυριαρχία του.
Εκεί λοιπόν συνάντησε τον Δημάρατο, και του είπε με έναν αλαζονικό τρόπο, «θα έρθω στην Ελλάδα και θα την πάρω σε έναν περίπατο.»
Εκείνος τότε του απάντησε: «Προσέξτε, βασιλεύ, γιατί οι Έλληνες, είναι μεν χωρισμένοι σε πόλεις, αλλά όταν θα έρθει ο ξένος, θα είναι δεμένοι σαν μια γροθιά». Και τον ρωτάει ο Ξέρξης, γιατί;
Και ο Δημάρατος απάντησε:
«Για το ομόηθες, το ομόθρησκον, το ομόαιμον και το ομόγλωσσον».
Ολ’ αυτά τα περιγράφει ο Ηρόδοτος. Εγώ τα κοινοποίησα στο τάμπλετ και έλαβα πολλά like.
Προτού όμως τα σχολιάσουμε όλ’ αυτά, φίλε μου, πρόσφατα είδα στην TV100 μια εκπομπή που αναφερόταν στον γιό αυτού του Ξέρξη, ο οποίος ήρθε ξανά στην Αθήνα, για να ξεπλύνει την ήττα του πατέρα του και να αποκαταστήσει την τιμή του.
Επέδραμε λοιπόν δια θαλάσσης με πολλά πλοία, στις 28-29 Σεπτεμβρίου το 480 π.Χ.
Όμως και οι Έλληνες αφού συμβουλεύτηκαν το μαντείο το Δελφών, έστησαν με τα πλοία τους ξύλινα τείχη και ανέβηκαν όλοι πάνω σ’ αυτά. Έμειναν μόνο οι άρρωστοι και οι ανήμποροι.
Έστειλαν δε μήνυμα στον Ξέρξη πως έφυγαν όλοι οι κάτοικοι από τα σπίτια τους και κοιμόντουσαν στα πλοία. Αυτό ήταν κόλπο για να τους παραπλανήσουν.
Ο Ξέρξης περίμενε να ξυπνήσουν για να αντιδράσουν.
Οι Πέρσες λοιπόν ήταν εξαντλημένοι από τις ολονύκτιες περιπολίες, αφού σε κάθε τριήρη ήταν 170 κωπηλάτες.
Ο Ξέρξης έπεσε στην παγίδα που του στήσαμε οι Έλληνες.
Οι σύμβουλοι του τον παρότρυναν να επιτεθεί.
Μόνο μία γυναίκα που ήταν μαζί τους, η ναύαρχος Αρτεμισία, Ελληνίδα από την Αλικαρνασσό, βασίλισσα και σύμβουλος του Ξέρξη, μόνο αυτή τόλμησε να τον αντιμιλήσει και του είπε: «Αυτή είναι η συμβουλή μου για σένα, μη δώσεις μάχη στη θάλασσα. Οι άνδρες τους είναι ανώτεροι από τους δικούς μας στη θάλασσα. Μην ακούς τους κακούς συμβούλους. Κανένας απ’ αυτούς τους Αιγύπτιους, του Κύπριους, τους Κίλικες και τους Πάμφυλους οι οποίοι λένε ότι είναι σύμμαχοι δεν θα μας ωφελήσουν».
Είδες φίλε μου η ιστορία επαναλαμβάνεται. Το ίδιο ζούμε σήμερα κι εμείς…
Δεν την άκουσε και έπαθε πανωλεθρία.
Στην μάχη της Σαλαμίνας την οποία παρακολούθησε ψηλά από το όρος Αιγάλεω, είδε κάποια στιγμή να βυθίζεται ένα περσικό πλοίο, που ο Ξέρξης νόμισε πως ήταν Αθηναϊκό και ρώτησε ποιος το βύθισε. Του είπαν ότι το βύθισε η Αρτεμισία, και τότε αυτός είπε: «οι γυναίκες γεγόνασιν άνδρες και οι άνδρες γυναίκες».
Αν τότε, στη ναυμαχία της Σαλαμίνας, λένε οι ιστορικοί, νικούσαν οι Πέρσες, θα είχε σταματήσει η ανάπτυξη της Ελλάδας, και κατά συνέπεια και ο δυτικός πολιτισμός δεν θα ήταν αυτό που είναι σήμερα.
Μεγάλη η ιστορία αυτή με πολλές προεκτάσεις.
Όλη αυτή την ναυμαχία την διοργάνωσε ο Θεμιστοκλής, και επειδή περηφανεύτηκε, τον απαξίωσαν οι Έλληνες και έφυγε στην Περσία κοντά στον γιό του Ξέρξη, τον Αρταξέρξη τον άλλοτε εχθρό του.
Έμεινε κοντά του κάποια χρόνια και πέθανε εκεί μακριά από την πατρίδα του, ενώ ο αδελφός του Ξέρξη πέθανε στη μάχη των Πλαταιών.
Ολόκληρη η ιστορία της ανθρωπότητας, βρίθει από τέτοιους ιμπεριαλιστικούς πολέμους.
Σκοτώνουν και σκοτώνονται για να κυριαρχήσουν πάνω σε άλλους λαούς.
Πόλεμοι και φήμες πολέμων, ποτέ δεν σταμάτησαν να ταλανίζουν την ανθρωπότητα. Και πάντα πίσω απ’ όλους, είναι εκείνος ο αντίδικος του ανθρώπου ο οποίος διαβάλει τον νου του, και τον κάνει να σκέφτεται: ο θάνατός σου η ζωή μου! …
Από την άλλη ο Θεός της αγάπης λέει δια του Ψαλμωδού ρλγ’1: Τι καλόν και τερπνόν να συγκατοικώσιν εν ομονοία αδελφοί! …
Τι καλό και τι τερπνό, αν αντί να πολεμούν οι άνθρωπο μεταξύ τους, να ζούνε ειρηνικά, την σύντομη επίγεια ζωή τους, σ’ αυτόν το όμορφο πλανήτη! …
Τι καλό και τι τερπνό να έχουν όλοι οι άνθρωποι ένα πιάτο γεμάτο φαί, και ένα ζεστό ρούχο να μην κρυώνουν. Να μην υστερείται ο ένας και άλλος να θησαυρίζει!…
Τι καλό και τι τερπνό να υπάρχει στον κόσμο ειρήνη, αγάπη και δικαιοσύνη!..
Πλην όμως συνέπεσε να έχουμε εμείς έναν άπληστο και επικίνδυνο γείτονα, που κυβερνά ένα μογγολικό έθνος, που ήρθε από τα βάθη της στέπας, κατέλαβε δια της βίας ένα πολιτισμένο λαό και καραδοκεί να αρπάξει όλα τα εδάφη τα οποία ανακτήσαμε χύνοντας το αίμα τους οι πρόγονοί μας.
Αυτός δεν χορταίνει με τίποτα. Είναι ίδιος ο Λευϊάθαν «ο λοξοβάτης όφις, ναι ο σκολίος όφις που μόνο ο Κύριος θέλει αποκτείνει, τον δράκοντα τον εν τη θαλάσση». Ησαΐας Κζ’1.
Μόνο εσύ μπορείς, Κύριε, απ’ αυτόν τον αρπακτικό εχθρό μας να μας ελευθερώσεις.
Και όμως, φίλε μου, η ζωή είναι τόσο σύντομη.
Φεύγει σαν την μυρουδιά του ρόδου, σαν πουλί που πετά.
Γι αυτό πρέπει να είμαστε μονιασμένοι, διότι μας ενώνει το ομόηθες, το ομόθρησκον, το ομόαιμον και το ομόγλωσσον. Ο ιστορικός του μέλλοντος έχει τον λόγο.
Δ.Χ. Ποικιλίδου
Ζωγράφος – Λογοτέχνης