Αναγνώστες μου, τελικά γρήγορα περνάει ο καιρός, «ο κακός μας ο καιρός», κατά την ταπεινή άποψη του θυμόσοφου μικροσυνταξιούχου, «Μήτσου», και με την πολύμηνη διαπραγμάτευση για τα μέτρα της πρώτης αξιολόγησης, «νωπά» ή «κάβας», θα σας γελάσουμε(!),
Αναγνώστες μου, τελικά γρήγορα περνάει ο καιρός, «ο κακός μας ο καιρός», κατά την ταπεινή άποψη του θυμόσοφου μικροσυνταξιούχου, «Μήτσου», και με την πολύμηνη διαπραγμάτευση για τα μέτρα της πρώτης αξιολόγησης, «νωπά» ή «κάβας», θα σας γελάσουμε(!), φτάσαμε, χωρίς να το καταλάβουμε, στη 19η Μαΐου, μέρα μνήμης της γενοκτονίας των Ποντίων, ας όψεται η τουρκική θηριωδία, ίνα μη τι χείρον «εκτοξεύσωμεν».
Επομένως, ορθώς ο τίτλος του εμπειροτέχνη πολιτικού αναλυτή, θείου Αφεντούλη, συνιστά διαλογισμό, μπας και ξαναβρούμε την περπατησιά των προγόνων που χάσαμε με τα καμώματα των τελευταίων δεκαετιών, δυστυχώς, κι αντιρρήσεις δεν δεχόμαστε, όταν ο «Μήτσος» οδύρεται, μοιρολογώντας:
Γράψτε αλίμονο…
Ναι, για! Βλέπετε, σκεφτήκαμε να συνδέσουμε τις συμφορές του παρελθόντος με τα ζόρια του παρόντος, κι επειδή ο Αλεξανδρινός είναι «μια κάποια λύσις», ως γνωστόν, παραφράσαμε ολίγον τι ποντιακό πόνημα αυτού, οπότε δώστε βάση.
[…] Αλίμονον μοιραίον πουλί «απαί Βρυξέλλες έρται»
με στο «φτερούλν’ αθε χαρτίν περιγραμμένον
κι ουδέ στην άμπελον κονεύ’ μηδέ στο περιβόλι
επήγεν και εκόνεψεν στου κυπαρίσ’ την ρίζαν».
Οι προεστοί δεν δύνανται (ή δεν θέλουν) να διαβάσουν
«Χέρας υιός Γιανίκας έν» αυτός το παίρνει το χαρτί,
και το διαβάζει κι ολοφύρεται.
«Σίτ’ αναγνώθ’ σίτ’ ανακλαίγ’ σίτ’ ανακρούγ’ την κάρδιαν.
Ν’ αοιλλή εμάς, να βάι εμάς, καινούργια μέτρα πάρθεν».
«Τα μέτρα πάρθεν», λοιπόν, και δεν εννοούμε, ασφαλώς, ότι επιβλήθηκαν, άγνωστο πως, από κάποια υπερφυσική δύναμη. Όχι, οφειλέτες μου. Οι ισχυροί της ευρωζώνης αποφάσισαν, πριν από μας, αφήνοντας σ’ εμάς την τελευταία λέξη, «ας γιούζουαλ», και η μανδάμ «Μήτσαινα» να μην κάνει πως δεν καταλαβαίνει, τσιρίζοντας: «Ντο, είπαμε;».
Τι απάντηση περιμένει, δηλαδή, τέτοιες δύσκολες ώρες; «Ναι, yes sir, στο πιο μνημονιακό!» αποκρίθηκαν οι τεφτετέρηδες, όπως έπρατταν και οι προκάτοχοί τους, βεβαίως – βεβαίως, προς αποφυγή τυχόν παρεξηγήσεων, αφυπνίζοντας την ιστορική μνήμη του θυμόσοφου, αναφωνούντος:
Ως πότε θα θρηνούμε χαμένες πατρίδες, τέλος πάντων;
Δύσκολο ερώτημα, το ανωτέρω, με το συμπάθιο κιόλας, για τους έστω και «ποιητική αδεία», παραλληλισμούς του βάρβαρου ξεριζωμού του ποντιακού και κατ’ επέκταση του μικρασιατικού ελληνισμού με την σε ενεστώτα χρόνο εκχώρηση ολοένα και μεγαλύτερου μέρους εθνικής κυριαρχίας στους πιστωτές υπέρ συνέχισης του δανεισμού, τι να λέμε τώρα.
Όμως, για τη δημιουργία του «κλίματος» ευρύτερου προβληματισμού, ουδεμία ευθύνη φέρουμε, αφού Πέμπτη της Διακαινησίμου, της αγίας Ειρήνης, βοήθειά μας(!), τα κανάλια εμφάνισαν τον καλό συριζαίο, πρόεδρο της Επιτροπής της Βουλής για το ασφαλιστικό, Μάκη Μπαλαούρα, να αντιτείνει κατιτίς περί «κηδείας κομμάτων» στο «μνημόσυνο της αντιμνημονιακής ρητορικής» που τέλεσε η βουλευτίνα της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, Εύη Χριστοφιλοπούλου.
Το θυμάστε; Αν όχι, ο θυμόσοφος δράττεται της ευκαιρίας να επισημάνει τον κίνδυνο να ενσκήψουν συμφορές από παρόμοιες συμπεριφορές, απαγγέλλοντας:
Οι προύχοντες περίλυποι θρηνούν τους εκλιπόντες,
με ευγλωττία περιττή και τεθλιμμένες σπόντες.
Πάμε να τους μυήσουμε στη γλώσσα των Ποντίων
να ξέρουν από κήδευση και πένθος των οικείων;
Μνημόνια επιβλαβή της «κάρδιας» μη εχόντων
υπόγραψαν, οι ρήτορες, και κλάψτε τεθνεώτων.
«Μνημόνιο με ΦΠΑ 24% κι επί των μνημοσύνων;» αναρωτήθηκε η «Μήτσαινα», στο σημείο αυτό, και τα συμπεράσματα δικά σας, αμήν. Αμήν, αιωνία η μνήμη τιμή των ποντίων αθανάτων και πού είστε; Ζωή σ’ ελόγου μας!…
-Ω-