Η έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος
Βελτίωση όλων των δεικτών του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος καταγράφει η εξαμηνιαία έρευνα της ΤτΕ, παρά την αύξηση, κατά το α’ τρίμηνο, των μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων των τραπεζών λόγω της αβεβαιότητας για το κλείσιμο της β’ αξιολόγησης.
Ωστόσο, κρούει καμπανάκι κινδύνου για το γεγονός ότι το σύστημα παραμένει ευάλωτο, υπογραμμίζοντας ότι οι μεγαλύτερες προκλήσεις σήμερα παραμένουν η αποτελεσματική διαχείριση του υψηλού αποθέματος των Mη Eξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (κόκκινα δάνεια) και η περαιτέρω μείωση της χρηματοδότησης των τραπεζών από τον ELA.
«Oι μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα εμφανίζονται ευοίωνες» και «το 2017 αναμένεται θετικός ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης στην Ελλάδα κατά 1,6%», τονίζει η ΤτΕ. Συμπληρώνει ότι «το τραπεζικό σύστημα είναι σε πολύ καλύτερη κατάσταση, ωστόσο δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού».
Όπως υπογραμμίζει, «το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα παραμένει ευάλωτο σε μακροοικονομικές και χρηματοπιστωτικές διαταραχές. Επιπροσθέτως, διεθνώς το εποπτικό και θεσμικό περιβάλλον γίνεται συνεχώς αυστηρότερο, καθώς οι αρχές και οι κυβερνήσεις δεν θέλουν να επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος».
Η Τράπεζα της Ελλάδος υπογραμμίζει ακόμα την ανάγκη αλλαγής του μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής, ώστε να γίνει περισσότερο υποστηρικτική ως προς την ανάπτυξη.
Ακόμη, παρατηρεί ότι «θα πρέπει να γίνει ανακατανομή των δαπανών σε τομείς που θα έχουν σημαντικότερη αναπτυξιακή επίδραση», αλλά και πώς «θα πρέπει να αλλάξει και ο φοροκεντρικός χαρακτήρας της δημοσιονομικής πολιτικής μέσω της μείωσης των φορολογικών συντελεστών και της συγκράτησης των δαπανών».
Σύμφωνα με την ΤτΕ, για να καταπολεμηθεί η φοροδιαφυγή και να αυξηθούν τα δημόσια έσοδα, θα πρέπει να υλοποιηθούν αποτελεσματικά οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στη φορολογική διοίκηση και να ενισχυθούν οι έλεγχοι.