– Τι έγινε;
– Σαν τι θες να έγινε;
– Δεν έγινε τίποτα;
– Πολλά και τίποτα!
– Δηλαδή, για να τα έχουμε ξεκάθαρα, απολύτως τίποτα; Καλοκαίρι είναι ρε! Όλο και κάτι μπορεί να έγινε!
– Ναι το καλοκαίρι υπάρχει μια ελευθεριάζουσα κατάσταση, που φτάνει μέχρι και …σαν που θες να φτάνει; Λίγο πιο πέρα; Λίγο πιο μακριά, όλο και κάπου θα πάει, κοντά, μακριά, μέχρι εκεί που δεν φτάνει η άκρη του βλέμματος, ούτε καν και τα αρπακτικά τέτοια δύναμη όρασης!
– Και λοιπόν, δεν έχεις να πεις τίποτα; Καλοκαίρι θάλασσά, βουτιές, ηλιοβασιλέματα, ουζάκια, ξενύχτια, είναι μια αλλαγή, ειδικά μετά από μια μεγάλη χρονική περίοδο καραντίνας, ιού, και τρέχα γύρευε τι άλλο..
– Να σου πω, εγώ δεν τα κατάφερα να πάω πουθενά, ούτε ένα μπανάκι να κάνω, ούτε τις άκρες των δαχτύλων να αφήσω να μου τα χαϊδέψει το απαλό κυματάκι που χάνεται στην άκρη της ακτής!
– Δεν σε πιστεύω! Τουλάχιστον μερικά μπανάκια θα μπορούσες να κάνεις. Που είναι η θάλασσα; Ένα τσιγάρο δρόμος!
– Εμ, εγώ δεν καπνίζω, οπότε που να τον βρω τον δρόμο; Τέρμα τα μπανάκια!
– Πάντως δεν έχεις δίκιο! Φέτος κατά πως λένε οι γραφές ο τουρισμός σκαρφάλωσε ψηλά!
– Ήθελε ο κόσμος να ξεσκάσει λίγο ρε αδερφέ!
– Είδες που το λες κι εσύ!
– Εγώ όμως δεν είμαι κόσμος!
– Τι είσαι εσύ ρε;
– Εγώ; Ο άλλος κόσμος!
– Δεν σε αντιλαμβάνομαι!
– Εγώ φίλε μου δεν είμαι για να με αντιλαμβάνεται κανείς! Εγώ βλέπω το άλλο καλοκαίρι!
– Δηλαδή πόσα καλοκαίρια υπάρχουν; Είναι πολλά;
– Δυο ρε! Το ένα και το άλλο! Εγώ είμαι με το άλλο!
– Και;
– Δεν έχει και! Έχει άλλη ματιά, άλλο βλέμμα, άλλη αντιμετώπιση!
– Δεν σε καταλαβαίνω και πάλι!
– Δεν μπορεί! Όλο και κάτι θα πρόσεξες!
– Σαν τι να προσέξω;
– Ότι κυκλοφορεί μια επιθετικότητα, μια καταπακτή που άνοιξε όλο ξαφνικά και ξεχύθηκε μια βρώμα, μια αχαλίνωτη συμπεριφορά, με ένα πασπάλισμα από αίμα, από σκοτωμούς έτσι για το τίποτα, μια πληθώρα βιασμών έτσι για να διασκεδάσουμε, μια πικρή αλήθεια ότι ο άνθρωπος δεν είναι ούτε καν ένα ζώο…
– Σαν τι μπορεί να είναι;
– Μια ομάδα από μόνος του! Παίζει το παιχνίδι του, μόνος του, χωρίς παρέα, χωρίς γειτόνους, παρά μόνος του, γεμίζει τη χαρά του με μια μοναξιά που δεν δίνει φράγκο για σένα για μένα, για κανένα! Και όχι στη χάση και στη φέξη! Καθημερινά από το πρωί μέχρι το βράδυ και από το βράδυ μέχρι το πρωί!
– Άσχημα μου τα λες!
– Δεν στα λέω! Έτσι είναι!