Γράφει ο Βασίλης Μόσχης
– Τι είναι αυτή η φωτογραφία;
– Δεν βλέπεις;
– Βλέπω αλλά… σπασμένη σανίδα;
– Κοντά είσαι! Σπασμένη σανίδα από ξύλινη κερκίδα!
– Ξύλινη κερκίδα; Και που βρέθηκε ξύλινη κερκίδα;
– Στο Δίον!
– Στο Δίον;
– Στο θέατρο ντε!
– Α! Κατάλαβα! Και τι σχέση αυτή η φωτογραφία με τη σπασμένη ξύλινη κερκίδα…
– Εγώ την έσπασα!
– Ε, άει…
– Ναι, ρε!
– Μη μου πεις ότι έγινες και χούλιγκαν τώρα!
– Ε, όχι ρε! Δεν είπαμε κι έτσι!
– Και τι είπαμε;
– Ήταν η τελευταία παράσταση στο Φεστιβάλ Ολύμπου!
– Α! Πήγες;
– Πήγα που να μην έσωνα να πάω!
– Τότε; Γιατί πήγες;
– Δεν ήξερα…
– Αφού δεν ήξερες, δεν ρώταγες; Για πες! Σε κάτι ενδιαφέρον θα καταλήξεις!
– Πως πας να κατέβεις τις κερκίδες; Πως μπαίνεις μέσα, παραπλεύρως για να πας στη θέση σου; Πως κοιτάς μπροστά για να μην πέσεις; Έτσι ακριβώς!
– Δεν κατάλαβα;
– Εκείνη τη στιγμή που βάζεις μπροστά το δεξί σου πόδι να πατήσεις την κερκίδα, βουλιάζει το πόδι σου μέσα, γιατί έσπασε η σανίδα, γιατί ήταν σάπια η σανίδα, και έχεις το αριστερό σου πόδι στον αέρα για να κάνεις το επόμενο βήμα, δεν το κάνεις!
– Αμάν βρε παιδί μου!.
– Πέφτεις κάτω, και μην φανταστείς, δεν πέφτεις οκλαδόν, πέφτεις προς τα πίσω, το πόδι σου μπηγμένο μέσα στη τρύπα της κερκίδας, το άλλο πόδι σου δεν ξέρεις που είναι, ακούς συγχρόνως, έπεσε, έσπασε το πόδι, όχι του γύρισε το πόδι, αμάν τι έγινε και έγω φαρδύς πλατύς, αλλά όχι ακριβώς, να ατενίζω για δευτερόλεπτα τον Πιερικό ουρανό και να αναρωτιέμαι για δευτερόλεπτα τι ακριβώς είχε γίνει, σκανάρω το σώμα μου με τη σκέψη που επανήλθε, νιώθω ότι όλα καλά…
– Δεν χτύπησες πουθενά αλλού; Στο κεφάλι στα χέρια, καμιά μέση;
– Κοίτα να σου πω. Σηκώθηκα μόνος μου, σαν κύριος, όσοι προθυμοποιήθηκαν να βοηθήσουν, και τους ευχαριστώ, δεν θα βοηθούσαν και πολύ την κατάσταση, σηκώθηκα περπάτησα κουτσαίνοντας, πήγα στη θέση μου και κάθισα!
– Α! Καλά τα πήγες!
– Ένα κούνημα στο κεφάλι το είχα! Σαν κάτι να κουνιόταν μέσα του! Φοβήθηκα για καμιά διάσειση αλλά ευτυχώς…
– Και μετά;
– Κοιτάω στο παντελόνι, να μια τρύπα στο γόνατο του παντελονιού να χάσκει μια πληγή, να μετά συγχωρήσεως. Λέω το γιό μου πήγαινε στους εθελοντές του Ερυθρού Σταυρού που ήταν εκεί, να μου βάλουν λίγο μπεταντίν! Διότι δεν ξέρεις! Ας φυλάμε τα ρούχα μας… Δηλαδή και που τα φυλάξαμε τι έγινε; Πάει το παντελόνι!
– Και;
– Ήρθαν τα παιδιά, με περιποιήθηκαν, να και μπεταντίν, να και πούλβο να και το ένα να και το άλλο, ξαναήρθαν και μετά στο τέλος της παράστασης για μια δεύτερη δόση όλο ευγένεια και εξυπηρέτηση! Τέλεια τα παιδιά!
– Και μετά;
– Έφυγα κουτσαίνοντας και αγκαζέ διότι…
– Και δεν είπες τίποτα;
– Τι να πω; Που να πω;
– Και δεν σκέφτεσαι να κάνεις κάτι;
– Ακόμη αναρωτιέμαι, να ζητήσω αποζημίωση για το παντελόνι, ή αποζημίωση για ηθική βλάβη; Για πες εσύ! Τι λες;