Αυτό δεν είναι μόνο η αναγκαία διαλεκτική εξέλιξη της πραγματικότητας αλλά συνυφαίνεται με την ίδια τη ζωή, την πορεία της ζωής κάθε ανθρώπου· έτσι βέβαια και την πορεία της ζωής του Βασίλη Παπαδόπουλου που «έφυγε» στις 13-5-2025.
Ο Βασίλης γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου του 1940 στο Παλιό Γυναικόκαστρο Κιλκίς, πέμπτο και τελευταίο παιδί του Χαράλαμπου και της Μητροδώρας, από προσφυγική οικογένεια Καυκάσιων Ποντίων. Μεγάλωσε τις δεκαετίες του ’40 και του ’50 σε δύσκολες συνθήκες όπως χιλιάδες άλλοι. Δύσκολες στ’ αλήθεια από κάθε άποψη: με τον πατέρα στην εξορία, τη μάνα στην πολιτική προσφυγιά, τη μεγάλη αδελφή Δέσποινα στον υπέρτατο αγώνα, στη θυσία κυριολεκτικά «για την Ελλάδα για τη λευτεριά».
Ο Βασίλης όμως δεν έριξε τη σκυτάλη κάτω. Την πήρε όπως πολλοί ακόμη και συνέχισε, στους μεγάλους συλλογικούς αγώνες που ακολούθησαν, όπως με τους Λαμπράκηδες και την Πανσπουδαστική στο Α΄ Συνέδριο της ΕΦΕΕ, αλλά και μεταδικτατορικά στο Α΄ Συνέδριο της ΟΛΜΕ και στις απεργιακές μάχες του κλάδου που έφεραν τότε σημαντικές κατακτήσεις για την παιδεία του λαού στη χώρα.
Τέλη της δεκαετίας του ’50 ολοκληρώνει στη Θεσσαλονίκη τις γυμνασιακές του σπουδές, ζωηρός αλλά και αριστούχος. Την ίδια περίοδο η οικογένεια χάνει και τον πατέρα. Μένουν πίσω η μάνα, η Φωτεινή και η Μαγδαληνή, ο αδελφός Θόδωρος, που, παρά την πολύ μικρή διαφορά ηλικίας και την έντονη κλίση στα γράμματα, στέκεται στον μικρό Βασίλη σαν αληθινός πατέρας.
Τη δεκαετία του ’60 ο Βάσος, με την αμέριστη στήριξη του αδελφού και της οικογένειας, σπουδάζει στο Φυσιογνωστικό τμήμα της Φυσικομαθηματικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Γνωρίζει την Ευσεβία, φυσιογνώστρια επίσης (από τα Αμάραντα Κιλκίς), και ζουν μαζί όμορφα και αγαπημένα 55 και πλέον χρόνια. Από το 1972 υπηρετούν και οι δύο σε σχολεία της Πιερίας. Ο Βασίλης όμως θα αργήσει να διοριστεί λόγω των φρονημάτων του και της πατριωτικής τοποθέτησης της οικογένειας. Μέρος αυτού του χρόνου θα αναγνωριστεί σχεδόν είκοσι χρόνια μετά. Ο Βασίλης δεν το έβαλε ποτέ κάτω παρά τις όποιες δυσκολίες και αντιξοότητες της τύχης και της ζωής.
Υπηρέτησε τη δημόσια παιδεία για πάνω από τρεις δεκαετίες (αφυπηρέτησε το 2004) με επιστημονικό ήθος, ειλικρινή συναδελφικότητα και παιδαγωγικό τακτ. Ιδίως μάλιστα τις τελευταίες δεκαετίες, από θέσεις ευθύνης, στα Γυμνάσια Αλωνίων και Κονταριώτισσας, στο 6ο και το 1ο Γυμνάσιο Κατερίνης στο οποίο υπηρέτησε τα περισσότερα χρόνια.
Γενικότερα ως άνθρωπος, στις σχέσεις του με τον κόσμο αλλά και με ό,τι καταπιανόταν, χαρακτηριστικό του, εκτός από το χιούμορ και την πειρακτική διάθεση, ήταν το καλώς εννοούμενο πάθος και μεράκι του: από το βιβλίο που θα διάβαζε έως το φαγητό που θα ετοίμαζε. Τον χαρακτήριζαν η εργατικότητα και το έντονο αίσθημα δικαιοσύνης, η έγνοια για τον άνθρωπο και το παιδί.
Είχε «το νου του στο παιδί».
Από το 2001, με τον ερχομό στη ζωή του αγαπημένου εγγονού, αφοσιώθηκε σε αυτόν. Τον λάτρεψε και λατρεύτηκε.
Η οικογένειά του, οι συγγενείς, οι φίλοι και οι συνάδελφοί του, όλοι όσοι τον ζήσαμε, όλοι όσοι τον γνωρίσαμε θα τον θυμόμαστε πάντα με αγάπη.
Θα τους θυμόμαστε πάντα, τον Βάσο και την Ευσεβία («έφυγε» από τη ζωή στις 22-1-2025), με αγάπη και χαρά.
Θα είναι πάντα για μας μέσα σε όλο τον κόσμο.