Γράφει ηΔέσποινα Χ. Ποικιλίδου, Ζωγράφος – Λογοτέχνης
Όλοι οι πιστοί χριστιανοί ανά τον κόσμο, τις ημέρες του Πάσχα παρακολουθούν με κατάνυξη τα θεία Πάθη, που δια μέσου του διαδικτύου είναι σαν να βρίσκονται εκεί στη Γεσθημανή, την ώρα που ο Ιούδας με φίλημα προδίδει τον Κύριό του για τριάντα αργύρια, ή του Ιησού ενώπιον του Πιλάτου, την ώρα που νίπτει τα χέρια του, καταδικάζοντάς τον σε θάνατο «θανάτου δε σταυρού», την ώρα που ο αναμάρτητος μαστιγώνεται και φορώντας ένα ακάνθινο στεφάνι, εξαντλημένος και ταλαιπωρημένος κουβαλάει το βαρύ σταυρό, πάνω στον οποίο σταυρώνεται και λίγο πριν αφήσει την τελευταία του πνοή, παρακαλεί τον πατέρα του, «Πάτερ άφες αυτοίς, ού γαρ είδασει τι ποιούσει». (Λουκάς κγ΄34)
Ακολουθεί η αποκαθήλωση και η κάθοδος του Ιησού επί τρείς ημέρες στον Άδη, όπου «ηχμαλώτησεν αιχμαλωσία» (Εφεσίους δ’8), παίρνοντας μαζί του τις ψυχές των «σεσωσμένων» και μετά η «εκ νεκρών» ανάσταση του Ιησού, γεμίζει χαρά, ελπίδα και αισιοδοξία τις ψυχές των πιστών που ψέλνουν και δοξολογούν τον Κύριο, και θα τον δοξολογούν εις τους αιώνες των αιώνων, γεμάτοι από ευγνωμοσύνη γιατί πλήρωσε ακριβά τα λύτρα για τη σωτηρία του καθενός.
Και όλα χάρισμα, αρκεί να το δεχτούμε.
Κάπου εδώ τελειώνει το θείο δράμα, μα αρχίζει το δράμα του Ιούδα…
Έλα, φίλε αναγνώστη, ας μελετήσουμε λιγάκι το βιογραφικό του σημείωμα και ας βγάλουμε τα σωστά συμπεράσματα.
Ο Ιούδας ήταν ένας από τους δώδεκα, τον οποίο επέλεξε ο Ιησούς για μαθητή του, εν γνώσει του, κρίνοντάς τον κατάλληλο μάλιστα, του ανέθεσε το ταμείο της ομάδας, γνωρίζοντας ότι θα κάνει σωστή διαχείριση, και όχι μόνο γιατί ήταν φιλοχρήματος.
Ο Ιούδας συμμετείχε σε όλες τις εκδηλώσεις και τις δραστηριότητες του Ιησού, παρακολουθούσε από κοντά όλα τα θαύματα που έκανε. Ήταν εκεί όταν θεράπευε τους λεπρούς, χωλούς, δαιμονισμένους, ανάσταινε νεκρούς, θαύματα πρωτάκουστα και πρωτόγνωρα.
Είχε απόλυτη εμπιστοσύνη στη θεϊκή δύναμη του Ιησού και περίμενε με υπομονή να ελευθερώσει ακόμα και τον Ισραήλ από τα δεσμά της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Ο Ιούδας είχε κατά κάποιο τρόπο μια διπλή ζωή. Ήταν μαθητής του Ιησού αλλά ήταν συγχρόνως και πατριώτης εθνικιστής, από τους ζηλωτές που πίστευαν στην απελευθέρωση του Ισραήλ.
Βλέποντας από κοντά τον Ιησού να κάνει όλ’ αυτά τα θαύματα, πίστευε ακράδαντα πως μπορούσε να ελευθερώσει ακόμη και το λαό του από τους Ρωμαίους.
Ο καιρός περνούσε και ο Ιησούς διεκήρυττε πως η βασιλεία του δεν είναι «εκ τούτου του κόσμου», πράγμα που δεν μπορούσε να καταλάβει ο Ιούδας.
Έτσι, κάτω από διάφορα προσχήματα, αποφάσισε να τον προκαλέσει να εκδηλωθεί και να αναλάβει την απελευθέρωση της πατρίδας του και όχι άθελά του να προκαλέσει το θάνατο του Δασκάλου του.
Γι’ αυτό γεμάτος τύψεις, πέταξε τα τριάντα αργύρια στους αρχιερείς που τον πλήρωσαν και πήγε κατ’ ευθείαν και κρεμάστηκε. Λάθος. Μεγάλο λάθος.
Αυτός που άκουγε συχνά τον Ιησού να λέει ότι πρέπει να συγχωρούμε όχι «επτάκις αλλά εβδομηντάκις επτά», αν πήγαινε κατ’ ευθείαν κάτω από το σταυρό και ζητούσε συγνώμη, ο Κύριος σίγουρα θα τον συγχωρούσε σαν το ληστή επάνω στο σταυρό.
Το ίδιο ακριβώς έκανε και ο παππούς μας ο Αδάμ.
Αν μετά το προπατορικό αμάρτημα, ζητούσε ειλικρινά συγνώμη, ο Θεός θα τον συγχωρούσε, αλλά εκείνος γεμάτος από το «ψωρικό μίασμα» που είναι ο εγωισμός και το κληροδότησε μάλιστα και σε εμάς (ομοιοπαθητική άποψη), πήρε των ομματιών του και έφυγε ανεπιστρεπτεί από τον παράδεισο του Θεού.
Αντίθετα ο άσωτος υιός, αφού έφαγε όλα του τα λεφτά (αντί να τα επενδύσει για να έχει να φάει στην υπόλοιπη ζωή του), γύρισε πίσω και ζήτησε ταπεινά συγνώμη και ο πατέρας του τον δέχτηκε με ανοιχτές αγκάλες. Τι ωραίο φινάλε!..
Ο Ιούδας και ο Αδάμ είχανε τον ίδιο υποκινητή σε ότι έκαναν. Το σατανά.
Στην περίπτωση του Αδάμ, εισήλθε μέσα στο όφη και αποπλάνησε την Εύα. «Ο δε όφις ήταν το φρονιμότερο πάντων των ζώων του αγρού» (Γένεσις γ΄1) αλλά ο σατανάς το μετέτρεψε σε πονηρό και μπήκε μέσα στο μυαλό της γιαγιάς Εύας και την αποπλάνησε.
Τα ίδιο και για τον Ιούδα λέει «εισήλθε δε ο σατανάς εις τον Ιούδα, τον επονομαζόμενον Ισκαριώτη» (Λουκάς κβ΄3).
Εκείνος ο ανθρωποκτόνος εχθρός, πάντα βρίσκει την αχίλλειο πτέρνα του καθενός μας και μας κεντρίζει. Ο Ιούδας ήταν ο αδύναμος κρίκος και το χρησιμοποίησε ο διάβολος ώστε να θανατώσει το Θεάνθρωπο, ο οποίος όμως γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο ήρθε στον κόσμο, για να πληρώσει ακριβά τα λύτρα για τη σωτηρία του ανθρώπου που τόσο πολύ αγάπησε. Αλλοίμονό μας αν δεν πέθαινε…
Όμως, φίλε αναγνώστη, μια άλλη φορά ο διάβολος προσπάθησε να εμποδίσει το Χριστό να πεθάνει για να μη σωθεί ο άνθρωπος και μπήκε μέσα στον Πέτρο, που όταν ο Ιησούς είπε στους μαθητές του ότι πρέπει να πάει στα Ιεροσόλυμα και εκεί να πάθει πολλά από τους αρχιερείς και τους πρεσβυτέρους και να θανατωθεί, τότε «παραλαβών αυτόν ο Πέτρος άρχισε να επιτιμά αυτόν λέγων, Γενού ίλεος εις σεαυτόν Κύριε, δεν θέλει γίνει τούτο εις σε». «Εκείνος δε στραφείς είπε προς τον Πέτρον, Ύπαγε οπίσω μου Σατανά, σκάνδαλόν μου είσαι» (Ματθαίος ιζ΄21-22).
Όχι, όχι φίλε μου αναγνώστη, σε καμιά περίπτωση δε θα κρίνω τον Ιούδα, ούτε θα τον κατακρίνω, διότι πολλές φορές όλοι εμείς συμπεριφερόμαστε το ίδιο.
Πόσο παραστατικά το περιγράφει ο ποιητής, Κρέστοβιτς Αλέξανδρος, με τον τίτλο «Μικρές οικονομίες».
Στρίβοντας για να μη βρω ζητιάνο,
κέρδισα πέντε και ίσως παραπάνω
και φεύγοντας νωρίς από το σπίτι
απόφυγα τον έρανο την Τρίτη.
(κι έτσι μείναν στην τσέπη κι άλλα δέκα
– αλοίμονό μου, αν είχα και γυναίκα).
Από το φαμελίτη τον εργάτη
τρία κρατώ, δεν είναι και αυτό κάτι;
Για τη δουλειά που μου ‘κανε,
του φτάνουν δύο (τα λεφτά θα με πεθάνουν).
Στο γέρο που ζητά να του δανείσω
δίχως ελπίδα να τα πάρω πίσω,
είπα σιγά «Δεν έχω και λυπούμαι».
Κι έτσι γλυτώνω τέσσερα, να πούμε…
Βλέπω τυφλό, φτωχό, χωρίς ελπίδα,
στο δρόμο κάνοντας πως δεν τον είδα
(είναι τυφλός κι αυτός και δε με βλέπει),
κι ακόμα δυό κρατώ μέσα στην τσέπη.
Κέρδη μικρά, θα πεις, βάζω στην μπάντα.
Κι όμως, κάνουν αργύρια τριάντα.
Όμως, έλα φίλε μου, εγώ κι εσύ ας πάμε κάτω στο σταυρό του Χριστού, και ας γονατίσουμε ταπεινά και ας ζητήσουμε συγνώμη. Εκείνος μας περιμένει και είναι έτοιμος να μας συγχωρέσει…
Υ.Γ: Ψάχνοντας για την ετοιμολογία της λέξης Ισκαριώτης βρήκα ότι προέρχεται από τον όρο «σικάριοι» όπως αποκαλούνταν δηλαδή οι ζηλωτές.
Δέσποινα Χ. Ποικιλίδου
Ζωγράφος – Λογοτέχνης