Γράφει ο Κώστας Δαλακιουρίδης
Αν μας έκανε κάποιο καλό η κρίση είναι το ότι μάθαμε επιτέλους ποιοι είμαστε. Προηγουμένως τον καιρό της αφθονίας (με δανεικά φυσικά) τον είχαμε πάρει ψηλά τον αμανέ. Αν κανείς ανίδεος για τα παραφουσκωμένα εγώ που κυκλοφορούσαν άκουγε «ξέρεις ποιος είμαι εγώ ρέ;» θα νόμιζε ότι ξέχασε ποιος είναι και ήθελε να του το θυμίσουν. Βέβαια το «ρε» θα τον μπέρδευε γιατί θα περίμενε «ξέρετε σας παρακαλώ ποιος είμαι;» αλλά επειδή η ευγένεια έτρεχε ανέκαθεν από τα μπατζάκια μας θα έβγαζε το συμπέρασμα ότι ο ερωτών ξέχασε ποιος είναι. Έτσι αν έπαιρνε κανείς με οτοστόπ κάποιον ορεσίβιο και περίμενε στο τέλος κάποιο ευχαριστώ, άκουγε αφού του βροντούσε την πόρτα «άντε στα τσακίδια!»
Βέβαια εκείνο τον καιρό οι άνθρωποι ήταν κάπως ακατέργαστοι. Μάλιστα μερικοί που έκαναν στα χωριά τους τον καμπόσο, όταν κατέβαιναν στην πόλη μαζί με κάποιον φουστανελά τον προειδοποιούσαν:
– Κοίτα εσύ θα πας από το απέναντι πεζοδρόμιο. Κι όταν θέλεις τίποτε δεν θα με φωνάζεις «Κότσο».
– Εμ πώς να σι λιέου;
– Κύριε Κώστα!
Τώρα όμως προσγειωθήκαμε έστω και απότομα. Έτσι όταν έμπαινε ο κυρ Βασίλης στο καφενείο άκουγε «Γεια σου κυρ Βασίλη Κοσκωτά!» (έμεινε στην ιστορία ο χοντρός). Χαμογελούσε κάτω από τα μουστάκια το ο κ. Βασίλης: «έλα να σε κεράσω!» Τώρα όμως αν το ακούσει το παίρνει για ειρωνεία κι αγριεύει.
Όμως πιο παραστατικά το λέει ο Σαββόπουλος στο παραμύθι με τον κότσυφα:
Ήταν λέει μια φορά ένας κότσυφας που τον έλεγαν Σταύρο. Έκανε φωλιά απέκτησε και κοτσυφόπουλα και βγήκε στη λιακάδα να καμαρώσει.
Και περνάνε όλα τα πουλιά του δάσους κι από μακριά τον χαιρετούν κι από κοντά του λένε:
– Γειά σου Σταύρο!
– Δέν με λένε Σταύρο, μον’ με λένε Σταύρο και κυρ Σταύρο και αφέντη τσουτσουλομύτη!
Αλλάζει όμως ο καιρός, να βροχές, να χαλάζια, να κεραυνοί, πάει η φωλιά, πάν τα κοτσυφόπουλα, παν’ όλα.
Βγήκε και κάθονταν στό κλαρί, μονάχος.
Ξαναπερνούν τα πουλιά του δάσους κι από μακριά τον χαιρετούν κι από κοντά του λένε:
– Γεια σου Σταύρο και κυρ Σταύρο και αφέντη τσουτσουλομύτη!!!
– Δέν με λένε Σταύρο και κυρ Σταύρο και αφέντη τσουτσουλομύτη. Μόνο Σταύρο με λένε, μόνο Σταύρο.
Αν είναι να περνάμε δυσκολίες για να μάθουμε ποιοι είμαστε και τι είμαστε, τότε αλίμονό μας. Ο άνθρωπος πρέπει να δέχεται και τα καλά και τα κακά, σαν πράγματα που συμβαίνουν και να αντιμετωπίζει τις χαρές και τις λύπες κάπως φιλοσοφικά. Για τα βάσανα έλεγαν οι παλιοί :»Τι θα βρέξει ουρανός και δεν θα το καταπιεί η γη». Βέβαια αν ήταν πολύ το νερό γινόταν πλημμύρες, όμως στο τέλος όλα καταλάγιαζαν. Για εκείνον πάλι που από τα πολλά λεφτά ξεχνούσε ποιος ήταν έλεγαν: «Γάιδαρος φορτωμένος μάλαμα!»
Γιατί δεν κάνουν τον άνθρωπο τα πράγματα που αποκτά. «Πάντων χρημάτων μέτρον έστιν άνθρωπος» έλεγε ο Πρωταγόρας. Μόνο που τη σύγχρονη εποχή (κι όχι μόνο) συμβαίνει το αντίθετο.
Κώστας Δαλακιουρίδης