Όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα λεν ψέματα στο λαό. Μικρά και μεγάλα. Αριστερά και Δεξιά. Περισσότερα συνήθως λεν τα μεγαλύτερα. Αυτά που διεκδικούν (κάθε φορά) την εξουσία. Αλλά και τα μικρότερα, που δεν μπορούν, και το ξέρουν, να ελπίζουν ότι και τα μεγαλύτερα ψέματα να πουν δεν πρόκειται να ανέλθουν στην εξουσία.
Όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα λεν ψέματα στο λαό. Μικρά και μεγάλα. Αριστερά και Δεξιά. Περισσότερα συνήθως λεν τα μεγαλύτερα. Αυτά που διεκδικούν (κάθε φορά) την εξουσία. Αλλά και τα μικρότερα, που δεν μπορούν, και το ξέρουν, να ελπίζουν ότι και τα μεγαλύτερα ψέματα να πουν δεν πρόκειται να ανέλθουν στην εξουσία.
Στην καλύτερη περίπτωση, όπως τώρα με τους ΑΝΕΛ και λίγο πριν με το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ, μπορούν να προσβλέπουν στο να γίνουν βοηθητικά «δεκανίκια» που θα στηρίξουν μια κυβέρνηση κόμματος που έχει τις περισσότερες έδρες στην Βουλή όχι όμως και τη «δεδηλωμένη». Θα διερωτηθείτε: τότε γιατί να λεν ψέματα. Μα για να μπουν στη Βουλή (ξεπερνώντας το 3%) και για να πάρουν όσες έδρες περισσότερες είναι δυνατό.-
Πέραν αυτού η ιδεολογία – όποια και νάναι- δεν μπορεί να λέει μόνο αλήθειες. Όλες οι ιδεολογίες ως ανθρώπινα δημιουργήματα, εμπεριέχουν ασφαλώς κάποιες αλήθειες. Εμπεριέχουν αναπόφευκτα και πολλά ψέματα. Μπορεί οι οπαδοί τους να μην τα βλέπουν ή να καμώνονται πως δεν τα βλέπουν. Όμως αυτά υπάρχουν και πάντα θα υπάρχουν. Υπάρχει ωστόσο μια βασική διαφορά. Τα κόμματα που δεν κυβερνούν μένουν στα λόγια. Έχουν βέβαια ευθύνη για τα ψέματα, που λεν, όμως μικρή αφού τα ψέματα τους δεν αποτελούν υποσχέσεις ή δεσμεύσεις που δεν τηρήθηκαν. Δεν αποτελούν έμπρακτη εξαπάτηση των πολιτών.
Τα κόμματα που κυβερνούν – όπως είναι ιστορικά αποδεδειγμένο – μετά την εκλογή τους ελάχιστες από τις εξαγγελίες τους υλοποιούν. Και το χειρότερο είναι ότι όταν έδιναν τις προεκλογικές υποσχέσεις ήξεραν καλά ότι δεν μπορούσαν να τις πραγματοποιήσουν. Ελεγαν δηλαδή συνειδητά ψέματα. Εκτός πια κι αν ήταν αδαείς και άπειροι και δεν ήξεραν, ποιες δεσμεύσεις τους ήταν εφικτές και ποιες όχι. Αλλά τότε δεν έπρεπε να διεκδικούν την εξουσία αφού ήταν ακατάλληλοι και μόνο κακό θα έκαναν στη χώρα.
Όλα τα κόμματα που κυβέρνησαν μέχρι σήμερα την Ελλάδα είπαν ψέματα. Τα λαϊκιστικά βέβαια είπαν περισσότερα. Πρωταθλητές του είδους ο Ανδρέας Παπανδρέου ( «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο», «Στις 18 Σοσιαλισμό, το Πασοκ στην κυβέρνηση , ο λαός στην εξουσία», κ.λ.π. κ.λ.π.) και ο Αλέξης Τσίπρας ( πρόγραμμα Θεσσαλονίκης, «κατάργηση μνημονίων, «σκληρές διαπραγματεύσεις», «εμείς θα βαράμε τα νταούλια κι οι αγορές θα χορεύουν» και πάρα πολλά άλλα.
Υπάρχει ωστόσο και μια βασική διαφορά μεταξύ Πασοκ και ΣΥΡΙΖΑ. Το Πα.σο.κ (έλεγε ότι) ήταν σοσιαλιστικό κόμμα, ο ΣΥΡΙΖΑ (λέει ότι) είναι κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Και έχει στις τάξεις του κομμουνιστές διαφόρων αποχρώσεων ( Λενιστές, Μαοϊκούς, Τροτσκιστές κ.λ.π). Η ίδια η ιδεολογία τους (όπως πρωτοχαράχθηκε από το Λένιν ) λέει ότι « η αλήθεια είναι μια κακιά συνήθεια των αστών» και ότι «το ψέμα επαναλαμβανόμενο γίνεται αλήθεια». Έτσι εξάγεται και το γεγονός ότι υψηλόβαθμα στελέχη λεν ψέματα με άνεση και χωρίς πολύ σκέψη.
Λέγοντας ψέματα τα κόμματα υποθάλπουν μια κουλτούρα αντιειλικρίνειας. Τα μεγάλα ψέματα επιπλέον διαβρώνουν τους θεσμούς και πάντα καραδοκεί ο κίνδυνος καταστροφών. Και τι μπορεί να γίνει; θα πείτε. Η καλύτερη λύση θα ήταν να καταργηθούν τα κόμματα. Όμως κάτι τέτοιο μοιάζει ανέφικτο. Αφού οποιαδήποτε μεταβολή στο Σύνταγμα γίνεται με πρωτοβουλία της κυβέρνησης και των κομμάτων.
Να αυτοκαταργηθούν λοιπόν; Μάλλον αδύνατο. Παραμένει ως λιγότερο απίθανη η δημιουργία Συνταγματικού Δικαστηρίου ( ή όπως αλλιώς κριθεί), στο οποίο να κατατίθενται τα κυβερνητικά προγράμματα των κομμάτων και το οποίο θα επιδικάζει, μετά από προσφυγή άλλων κομμάτων ή πολιτών, τυχόν αθετήσεις προγραμματικών δηλώσεων και υποσχέσεων προς το λαό. Και θα προβλέπονται, σε περίπτωση ενοχής βαρύτατες κυρώσεις.