Του Γιάννη Κορομήλη
Η συγκρότηση και η λειτουργία μια Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης και κυρίως η νομιμοποίηση της είναι μεν επιβεβλημένη από τα πράγματα αλλά μοιάζει αδύνατη. Στα πλαίσια βέβαια του Συντάγματος και τη δημοκρατικής νομιμότητας. Υπάρχει άραγε απάντηση – λύση στο ζήτημα που θέτει ο τίτλος;
Ανεξαρτήτως πάντως από το αν είναι δυνατόν ή όχι να γίνει «Συντακτική Εθνοσυνέλευση» έχει θεωρητικό ενδιαφέρον να αναρωτηθούμε: 1) γιατί «επιβάλλουν τα πράγματα» να γίνει. 2) Πώς, πρακτικά- αν ξεπεραστεί το θέμα της νομιμοποίησης της- θα διοργανωθεί και θα λειτουργήσει και 3) Ποια θα είναι τα προσδοκώμενα οφέλη για το λαό και τη χώρα;
Μια λύση δύσκολη μεν και απίθανη όχι πάντως αδύνατη, είναι κάποιο κόμμα, όσο το δυνατόν μεγαλύτερο, να έκανε αυτό το ζήτημα «προεκλογική του σημαία». Θεμέλιο λίθο όλου του προεκλογικού του κυβερνητικού προγράμματος. Να στηρίξει δηλ. όλες τις αλλαγές του κυβερνητικού προγράμματος στη θεσμοθέτηση ενός νέου Συντάγματος, με τη συμμετοχή του λαού, που θα αποτελεί άμεση προτεραιότητα του.
Φυσικά το πολίτευμα ούτως ή άλλως θα είναι δημοκρατικό, κοινοβουλευτικό αλλά με τον απαιτούμενο έλεγχο (δημοκρατικό πάντα) της εξουσίας, κάθε εξουσίας, και με θεσμοθετημένη διαφάνεια , αξιοκρατία, αξιολόγηση, γενναία οικονομική ενίσχυση στους τομείς υγείας και παιδείας κ.λ.π. Γεννάται όμως το ερώτημα: Ποιο κόμμα θα τολμούσε κάτι τέτοιοι; Εξάλλου όλο το κομματικό μας σύστημα έχει βολευτεί καλά με το ισχύον Σύνταγμα, γιατί να αναζητήσει νέο; Ακούσατε κάποιο κόμμα να μιλάει για κάτι τέτοιο. Όχι βέβαια.
Ασφαλώς το πρώτο ερώτημα είναι το σημαντικότερο. Η απάντηση σ΄αυτό θα αποτελεί το θεωρητικό θεμέλιο, το αξίωμα πάνω στο οποίο θα «κτισθεί» το «οικοδόμημα» ενός πραγματικά δημοκρατικού πολιτεύματος. Το νέο Σύνταγμα θα πρέπει να ικανοποιεί και να κινητοποιήσει τον βαριά ταλαιπωρημένο, τον απογοητευμένο, τον απελπισμένο ελληνικό λαό. Ένα λαό που νιώθει πως το κομματικό σύστημα τον σκέφτεται μόνο προεκλογικά και μετά τον αγνοεί. Ενώ απ΄την άλλη κάνει (το σύστημα) ό,τι θέλει στο όνομα του- εν ονόματι του ελληνικού λαού εκτελούνται και δικαστικές αποφάσεις αλλά οι κάθε λογής αδικίες και παρατυπίες – αλλά πάντα με την … απουσία του. Εξαιρουμένης βέβαια της εκλογικής διαδικασίας η οποία δεν μπορεί να γίνει χωρίς αυτόν. Αν γινόταν να είστε σίγουροι ότι δεν θα απευθυνόταν σ αυτόν. Θα ψήφιζαν … μόνοι τους.
Το αξίωμα είναι : Για να πετύχει, να προκόψει ένα κράτος, ένα έθνος πρέπει πριν απ΄όλα να κατοχυρώσει νομοθετικά τους κατάλληλους, τους ενδεδειγμένους γι αυτό θεσμούς. Η ηθική διάσταση του είναι: Δεν είναι δυνατόν να υποστηρίξει ένα πολιτικό σύστημα ότι υπάρχει δρα και αντλεί την εξουσία του από το λαό, αλλά χωρίς το λαό! Το γεγονός αυτό από μόνο του αποτελεί αντίφαση, Αναιρεί την ίδια την Δημοκρατία η οποία, κατά τον Αβραάμ Λίνκολ: «Είναι το μόνο πολίτευμα από τολαό, με το λαό, για το λαό».
Αλλά που στη δική μας «Δημοκρατία», την Προεδρευόμενη μεν αλλά πρωθυπουργοκεντρική ο σ. Τσίπρας – με την υπ. Αριθμό 2 (από τις 15) προτάσεις του για την αναθεώρηση του Συντάγματος, κατά το πρότυπο της «δημοκρατίας του Καγκελαρίου», αυτή της καθιέρωσης της «εποικοδομητικής (ή δημιουργικής) ψήφου δυσπιστίας»- επιδιώκει να την κάνει ακόμη περισσότερο πρωθυπουργοκεντρική (!!!) δηλαδή «ενός ανδρός αρχή». Και μάλιστα χωρίς κανέναν άλλο έλεγχο, πλην αυτόν της Βουλής. Ο λαός απουσιάζει. Ο ορισμός της Δημοκρατίας (χωρίς εισαγωγικά) του Αβρ. Λίνκολ διαλύεται παντελώς αν σβηστεί η λέξη «λαός». Φαίνεται πάντως ότι, για τον Α. Τσίπρα, ο λαός είναι μια, ανάξια λόγου, λεπτομέρεια!
Συνεχίζεται…