Ερευνώνται τα τεκμήρια της παρουσίας των πολιτισμικών ιδεών και της κοινωνικής δράσης της ήδη από το 1930: Εκδόσεις βιβλίων χριστιανικής θεματολογίας, εκδόσεις εφημερίδων, μυθιστορήματα και διηγήματα, μεταφράσεις χριστιανικών τίτλων, υμνολόγια, ποίηση, θέατρο, μαρτυρίες, απομνημονεύματα και αφηγήσεις.
Παράλληλα, εξετάζονται και οι λόγιες προσωπικότητες που συνέβαλαν στην πολιτισμική ακτινοβολία της Κατερίνης (Σάββας Κανταρτζής, Νικόλαος Γ. Δεληγιαννίδης, Άργος Ζωδιάτης, Σταύρος Λαζαρίδης, Άγγελος Δαμασκηνίδης, Χαράλαμπος Λεμονόπουλος, Γ. Σ. Κανταρτζής, Γιάννης Αδαμίδης κ.ά.).

[Ο Γιάννης Αδαμίδης διευθύντοντας τη χορωδία της Ευαγγελικής Εκκλησίας. Στο πιάνο η Ρόη Ζαϊμη. 1978. Αρχείο ΣΑΤΣΙ Σπύρου Τσιλιγκιρίδη]
Στην ειδική εργασία του Γιάννη Αδαμίδη «Στοιχεία για την ιστορία της μουσικής της Ελληνικής Ευαγγελικής Εκκλησίας της Ελλάδας και της Μικρας Ασίας» που γράφτηκε στα γερμανικά τον Ιούνιο του 1993, χρωστάμε μια συνοπτική και κατατοπιστική εξέταση των υμνολογίων από τις απαρχές μέχρι τις μέρες μας.
Παράλληλα, στην ίδια εργασία, γίνεται αναλυτική εξέταση και των ανθρώπων που πρωτοσυνέθεσαν ύμνους, μετέφρασαν ύμνους, υπήρξαν μουσικοί ή διύθηναν τις χορωδίες της Ευαγγελικής Εκκλησίας. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν ορισμένες μορφές κατερινιωτών που αποτελούν και την ψυχή και τον οργανωτικό νου πολλών μουσικών πρωτοβουλιών που τιμούν την ευαγγελική κονότητα της Κατερίνης όταν τη συγκρίνουμε με το επίπεδο μουσικής κατάρτισης ακόμη και της Αθήνας. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα ονόματα των: Γιάγκου Λαζαρίδη (Κοτύωρα 1870-Κατερίνη 1976), Αθανάσιου Ηλία, Νίκου Χουσουρίδη (1907-1950), Εδουάρδου Αναστασιάδη (1905-1993), Παύλου Δεληγγιανίδη, Ευτυχίας Αγαπίδου, Τάκη Δεληγιαννίδη, Γιάννη Αδαμίδη (1942).

[Το κτίριο του Ορφανοτροφείου τρία χρόνια μετά τη λειτουργία του. 1955. Σήμερα στεγάζεται το γηροκομείο «Καλός Σαμαρείτης». Το Ορφανοτροφείο λειτούργησε από το 1952 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’80 (το 1985 έπαυσε οριστικά) και περιέθαλψε για μικρότερο ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα συνολικά πάνω από 200 παιδιά. Αρχείο ΣΑΤΣΙ Σπύρου Τσιλιγκιρίδη]
Ο Γιάννης Αδαμίδης γεννήθηκε το 1942 στην Κατερίνη. Σε ηλικία 13 ετών άρχισε να μαθαίνει πιάνο. Μετά από ένα χρόνο μαθημάτων πιάνου κοντά στην Ευτυχία Αγαπίδου μπορούσε να παίζει το αρμόνιο της εκκλησίας, όταν απουσίαζε η δασκάλα του. Μετά την αποφοίτησή του από το Γυμνάσιο άρχισε να ασχολείται σοβαρά με τη μουσική. Γράφτηκε στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης και εκεί πήρε το δίπλωμα πιάνου.
Εκεί σπούδασε επίσης αρμονία και αντίστιξη. Στο “Νέο Ωδείο” Θεσσαλονίκης με δάσκαλο τον Ιωάννη Μάντακα ασχολήθηκε με τη διεύθυνση χορωδίας. Κατόπιν σπούδασε για δύο χρόνια στη Γερμανία Εκκλησιαστικό Όργανο και διεύθυνση χορωδίας. Το 1978 ανέλαβε τη θέση του Διευθυντού του Δημοτικού Ωδείου Κατερίνης ενώ από το 1988 δίδαξε διεύθυνση χορωδίας στη Σχολή Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Εκτός από τη χορωδία της Ευαγγελικής Εκκλησίας Κατερίνης διηύθυνε για πολλά χρόνια τη διακεκριμένη χορωδία της Εστίας Πιερίδων Μουσών και στη συνέχεια ανέλαβε τη διεύθυνση της χορωδίας του Δημοτικού Ωδείου. Έχει ολοκληρώσει επίσης τις σπουδές του για διεύθυνση χορωδίας και ορχήστρας που ξεκίνησε το 1988 στο Μουσικό Πανεπιστήμιο του Graz. Υπό τη διεύθυνση του Γιάννη Αδαμίδη η χορωδία της εκκλησίας έφτασε σε αξιοζήλευτο καλλιτεχνικό επίπεδο και είναι σε θέση να εκτελεί μουσικά κομμάτια υψηλών απαιτήσεων. Στο εκκλησιαστικό κτίριο δίνονται πλέον όλο και περισσότερα κοντσέρτα.
Το 2017 ο Γιάννης Αδαμίδης υποστήριξε τη διδακτορική διατριβή του με σκοπό να παρουσιάσει τα εκκλησιαστικά όργανα που υπήρχαν και υπάρχουν στην Ελλάδα.
Πριν την καταγραφή και παρουσίαση των διαφόρων στοιχείων των οργάνων, προτάσσεται ένα εισαγωγικό κεφάλαιο που αναφέρεται εν συντομία στην ιστορική πορεία του μέσα στον ελλαδικό χώρο, αρχής γενομένης από την ύδραυλη του Κτησίβιου τον 3ο π.Χ. αιώνα, ως σήμερα. Γίνεται αναφορά στα όργανα που υπήρξαν στην Κρήτη την περίοδο της Βενετοκρατίας (1204-1669) και εν συνεχεία στα δύο Βυζαντινά όργανα, το Ιωακείμειο και το Εύειο Παναρμόνιο για τη διδασκαλία του Βυζαντινού Μέλους στα νεότερα χρόνια.
Στην συνέχεια παρατίθενται τα στοιχεία των 18 οργάνων που βρίσκονται σε Καθολικούς και Ευαγγελικούς Ναούς και στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, καθώς επίσης και τα στοιχεία των 8 πολύ μικρών οργάνων (Portativ, Positiv) που ανήκουν κυρίως σε ιδιώτες. Στην εργασία γίνεται αναφορά και στον τρόπο λειτουργίας του κάθε οργάνου, δηλ. στον μηχανισμό μετάδοσης της κίνησης (μηχανικός, πνευματικός, ηλεκτρικός), για το άνοιγμα των βαλβίδων που επιτρέπουν, με το πάτημα των πλήκτρων, το πέρασμα του αέρα προς τους αυλούς ώστε να παραχθεί ο ήχος.
Τέλος, περιγράφεται επίσης και η ορατή πλευρά (πρόσοψη) του οργάνου, η διαμόρφωση της οποίας γίνεται συνήθως σύμφωνα με την αρχιτεκτονική της εκκλησίας ή του χώρου τοποθέτησης του οργάνου, καθώς και σύμφωνα με τις αισθητικές αντιλήψεις της εποχής.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Γιάννης Αδαμίδης, Μaterialien zur Geschichte der Musik der evangelischen Kirche Griechenlands und Kleinasiens», ΜΑ στην Ανώτατη Σχολή Μουσικής και Εικαστικών τεχνών (Hochschule fuer Musik und darstellende Kunst) του Πανεπιστημίου του Graz, 1993.
Α. Γ. Κάλφας- Π. Α. Παπαγεωργίου, Ο Συνοικισμός Ευαγγελικών της Κατερίνης (1923–2000). Τοπική Ιστορία και Κίνηση των Θρησκευτικών Ιδεών, πρόλ. Σάββας Αγουρίδης, Ελληνική Ευαγγελική Εκκλησία Κατερίνης, Κατερίνη 2001.
Ιωάννης Αδαμίδης, Τα εκκλησιαστικά όργανα στην Ελλάδα. Διδακτορική διατριβή, Ιόνιο Πανεπιστήμιο –Τμήμα Μουσικών Σπουδών, Κέρκυρα 2017.
Χριστίνα Οικονομάκη, «Τα Υμνολόγια της Ελληνικής Ευαγγελικής Εκκλησίας: ιστορική και συγκριτική μελέτη», πτυχιακή εργασία, τμήμα μουσικών σπουδών ΕΚΠΑ, Αθήνα 2020.
Άλκηστις Τσιτουρίδου, «Η θρησκευτική χορωδιακή μουσική του J. S. Bach στις Ευαγγελικές Εκκλησίες της Θεσσαλονίκης και της Κατερίνης. Οι μεταφράσεις των κειμένων των έργων του», Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης, πτυχιακό πρότζεκτ, Θεσσαλονίκη 2023.




























