Ο Χάρης Αθανασιάδης είναι καθηγητής Δημόσιας Ιστορίας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Εργάστηκε επίσης στο Τμήμα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (2005-2021) και στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης (2002-2004), ενώ συνεργάστηκε με το Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ (2001) και το Πανεπιστήμιο της Κύπρου (2009, 2012). Παράλληλα, διευθύνει το μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Δημόσια Ιστορία» του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου (2017 και εξής) και μετέχει στο Επιστημονικό Συμβούλιο του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ (2012 και εξής).
του Αντώνη Κάλφα
Οι δημοσιεύσεις, το ερευνητικό έργο και η δημόσια παρουσία του επικεντρώνονται στη Δημόσια Ιστορία, την Ιστορία της Εκπαίδευσης και την Ιστορία του Εργατικού Κινήματος και οι μελέτες του, άρθρα και βιβλία, επικεντρώνονται κατά κύριο λόγο στους πολλαπλούς τρόπους με τους οποίους ως άτομα και ως σύνολα συνομιλούμε με το εθνικό και κοινωνικό μας παρελθόν.
Αντικείμενο της «Δημόσια Ιστορίας», όπως αναγράφεται στην αρμόδια ιστοσελίδα «είναι η μελέτη των τρόπων με τους οποίους το παρελθόν ανασυγκροτείται, διαχέεται και αποτυπώνεται στη δημόσια σφαίρα μέσα από τις τελετές και τους εορτασμούς, τα μνημεία και τα μουσεία, τα σχολεία και τους άλλους κρατικούς θεσμούς, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τον κινηματογράφο, το διαδίκτυο κ.τ.ό.
Ο σκοπός του Π.Μ.Σ. είναι διπλός: αφενός να εντρυφήσει στις ιδιαιτερότητες των νέων μορφών παραγωγής ιστορικής γνώσης και κουλτούρας και, αφετέρου, να προετοιμάσει επιστημονικά όσους επιθυμούν να ασχοληθούν επαγγελματικά σε φορείς που διαχειρίζονται το παρελθόν στη δημόσια σφαίρα».
Πρόκειται για νέο σχετικά αντικείμενο (στην Ελλάδα ξεκινά με το συνέδριο για την δημόσια ιστορία το 2001) και όπως υπογραμμίζουν οι επιμελητές του σχετικού τόμου στην εισαγωγή τους «μπορεί να ειπωθεί ότι η δημόσια ιστορία είναι ένα καθιερωμένο μεν, αλλά ιδιαίτερα πολυσχιδές και εν μέρει ακαθόριστο ακόμα ως προς τις βασικές του συνισταμένες επιστημονικό και ερευνητικό πεδίο, κάτι που αντανακλάται, μεταξύ άλλων, στους πολλούς και πολύ διαφορετικούς μεταξύ τους ορισμούς που έχουν δοθεί για το αντικείμενό του, καθώς και στις αξιοσημείωτες διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται στην αντιμετώπιση του κλάδου από χώρα σε χώρα.
Σε κάποιες περιπτώσεις η δημόσια ιστορία εμφανίζεται ως ένα πνευματικό κίνημα, που στρέφει τα φώτα της προσοχής στις φωνές εκείνες που δεν βρίσκουν συνήθως θέση στην παραδοσιακή αντίληψη περί ακαδημαϊκής ιστοριογραφίας. Σε άλλες περιπτώσεις, ο κλάδος αυτός μελετά αυτές τις διαφορετικές πηγές ιστορικής αφήγησης, ακριβώς για να καταδείξει τα όριά τους και να τονίσει την ανάγκη σεβασμού της ακαδημαϊκής ιστορικής αφήγησης, που κατά τεκμήριο δεν υφίσταται, σε μεγάλο βαθμό, τους κινδύνους του υποκειμενισμού ή της προπαγάνδας.
Τέλος, υπάρχει και η προσέγγιση που βλέπει τη δημόσια ιστορία ακριβώς ως την απόπειρα διάχυσης της ακαδημαϊκής γνώσης προς το ευρύ κοινό μέσα από τους πολλούς διαύλους που προσφέρει πλέον η εποχή μας (από την εισαγωγή των επιμελητών στον συνέδριο για τη Δημόσια Ιστορία).
Η μνήμη και η πόλις λοιπόν. Τι εννοούμε όμως με τις λέξεις αυτές; Με τα λόγια του Χάρη Αθανασιάδη: «Λέγοντας μνήμη, εννοώ τη συλλογική μας μνήμη, αυτή που μοιραζόμαστε όλοι και όλες, ή έστω πολλοί και πολλές, επειδή περάσαμε από τα ίδια μαθητικά θρανία, επειδή περπατήσαμε στους ίδιους πραγματικούς και πνευματικούς δρόμους.
Αυτή με ενδιαφέρει τόσο ως ιστορικό όσο και ως πολίτη. Ως ιστορικό, διότι η μνήμη είναι η διανοητική αύρα που έρχεται από το παρελθόν, κουβαλάει, όπως είπα, την ηχώ των περασμένων. Ως πολίτη, διότι επηρεάζει τους τρόπους που κατανοούμε τα τωρινά και προσανατολίζει τις επιλογές και τις δράσεις μας, άρα διαμορφώνει σε κάποιον βαθμό τα μελλούμενα. Χρειάζεται βέβαια να ξεκαθαρίσουμε ότι η μνήμη είναι πάντοτε πληθυντική, είναι μνήμες, που συχνά ανταγωνίζονται μεταξύ τους για την ηγεμονία. Ανταγωνίζονται εντός ενός πλαισίου.
Το πλαίσιο αυτό είναι η πόλις, δηλαδή η κοινότητα των πολιτών που διαλέγονται, συμφωνούν ή διαφωνούν, που αντιπαρατίθενται και ενίοτε συγκρούονται. Καθώς όμως γνωρίζουν ότι ακόμα κι όταν συγκρούονται δεν μπορούν παρά να συνυπάρχουν και να πορεύονται μαζί, έχουν απόλυτη ανάγκη κάποιους κοινούς τόπους – οι συγκρούσεις είναι θερμές συνομιλίες που ζητούν να μετακινήσουν τον αντίπαλο, όχι να τον αφανίσουν.
Η πόλις λοιπόν είναι ο κοινός μας τόπος, ο κοινός μας δεσμός, αλλά ταυτόχρονα πεδίο μάχης, διότι εντός της ξεδιπλώνονται μνημονικοί πόλεμοι με τον ίδιο τρόπο που ξεδιπλώνονται κοινωνικές συγκρούσεις. Δεν θυμόμαστε όλοι με τον ίδιο τρόπο το Έπος του ’40, τον Εμφύλιο ή το Πολυτεχνείο.
Ο τρόπος που τα θυμόμαστε ορίζει την πολιτική μας ταυτότητα. Αλλά και αντίστροφα: η πολιτική μας ταυτότητα -αλλά και η ταξική και η έμφυλη- ορίζουν τον τρόπο που επιλέγουμε να τα θυμόμαστε».
Στο όμορφο, καλογραμμένο και καλοτυπωμένο βιβλίο του ο συγγραφέας εξετάζει σε σύντομα μικρόσχημα κείμενα 5-6 σελίδων (εύληπτα και περιεκτικά γιατί επρόκειτο να δημοσιευθούν σε εφημερίδα) 41 περιπτώσεις δημόσιας ιστορίας: μιλά για επώδυνες μνήμες (4η Αυγούστου: ο Ελληνικός φασισμός, Μνήμες που στοιχειώνουν: Η Θεσσαλονίκη των Εβραίων), ανατέμνει ψεύδη του παρελθόντος αλλά και του παρόντος (Έμφυλες μαθητικές στολές), ασκεί κριτική για σύγχρονες αντιλήψεις γύρω από το Πολυτεχνείο (Πολυτεχνείο: Ανίσχυροι ισχυρισμοί, Πολυτεχνείο: Ασυνεπείς συλλογισμοί), επαινεί με αιρετικό τρόπο (Βωμολοχίας εγκώμιο, Η δημοκρατία είναι σαν τον έρωτα), υπενθυμίζει την εικόνα του εμφυλίου στον κινηματογράφο, θέτει ερωτήματα για την αξία προβεβλημένων απόψεων, ανακαλύπτει την πόλη του μέσα από τα τοπόσημά της (Η Σμύρνη στη Νέα Σμύρνη), χειρίζεται αριστοτεχνικά τη λογοτεχνία ως πηγή ιστορικών αναπαραστάσεων (Μέρα Μαγιού μου μίσεψες) υπερασπίζεται τη μεταπολιτευτική δημοκρατία από τις ακροδεξιές καταχρήσεις, επιμένει στην πολιτική, ιστορική και παιδαγωγική αξία του διαλόγου με το παρελθόν μας (Στα χνάρια του Κολοκοτρώνη, Διάκος: Η οδός του μαρτυρίου, Κομμένες κεφαλές).
Σημειωτέον πως σε όλα τα κείμενα-παρεμβάσεις δημοσιοιστορικές περιλαμβάνεται και μία λίαν κατατοπιστική υποσελίδια σημείωση μιας παραγράφου η οποία φωτίζει το ιστορικό και πολιτικό πλαίσιο που οδήγησε τον συγγραφέα του στη συγγραφή του άρθρου. Καίριος υπομνηματισμός, παρακαταθήκη για μελλοντικούς αναγνώστες και φίλους της ιστορικής αφήγησης.
Το ωραιότερο ωστόσο κείμενο—προσεκτική μίξη ιστορικής επεξεργασίας και λογοτεχνίας, γραφή εφάμιλλη ενός Θανάση Βαλτινού στο διήγημά του «Ο Παναγιώτης»—είναι το 41ο που φέρει τον τίτλο: Θεοχάρης Αθανασιάδης του Αργυρίου. Δυο-τρία πράγματα που ξέρω γι’ αυτόν.
Με αφορμή τη μοναδική φωτογραφία του παππού του που δεν γνώρισε περιγράφει τη διαδρομή Τρίκαλα, Πειραιάς, νήσος Έλλις, ενδεχομένως Γιούτα ή Κολοράντο στα ορυχεία και πάλι επιστροφή στο χωριό—κι ενώ έχουν μεσολαβήσει βαλκανικοί πόλεμοι, ο πρώτος παγκόσμιος, ο Εθνικός Διχασμός. Μια φωτογραφία αφορμή για μια εκδρομή στην ιστορία του πρώτου μισού του εικοστού αιώνα.
Πώς θα μπορούσε αυτή η αντίληψη της ιστορίας να βοηθήσει και τις δικές μας ιστορικές ευαισθησίες στην περιοχή μας; Τι θα μπορούσε να διδαχτεί η δημόσια μνήμη της πόλης από τις πλατείες της (ονοματοδοσία, χρονική συγκυρία), από τις γειτονιές της (γιατί ονομάστηκαν π.χ. Συνοικισμός Ευαγγελικών, Χηράδικα σημεία της πόλης), από τα μνημεία της (γιατί τα αφιερωμένα στην ποντιακή γενοκτονία δημόσια γλυπτά της Κατερίνης αλλά και πανελλαδικά κατασκευάζονται κυρίως μετά το 1980;).
Πότε εκτέθηκαν σε δημόσια θέα στην πόλη μνημεία για την εθνική αντίσταση; Τι σημαίνουν οι χρήσεις των λέξεων συμμοριτοπόλεμος και εμφύλιος, ποιες ομάδες ανθρώπων καθορίζουν, ποιες ιδεολογικές και πολιτικές αναγνώσεις υπηρετούν; Γιατί συνεχίζονται ακόμα και σήμερα να τελούνται μνημόσυνα και να επευφημούνται οι πεσόντες της οργάνωσης ΠΑΟ 9συνεργατών των Γερμανών στην κατοχή) στον Κούκο ή στο Λιτόχωρο—ευτυχώς χωρίς την επίσημη κρατική στήριξη όπως στα χρόνια της «καχεκτικής δημοκρατίας» ή της χούντας; Γιατί προξενούν τόσα ρίγη αγανάκτησης τα σχολικά βιβλία και κατόπιν αποσύρονται (βλέπε επ’ αυτού και το θαυμάσιο βιβλίο του Χάρη Αθανασιάδη «Τα αποσυρθέντα βιβλία»).
Εν κατακλείδι: το βιβλίο του Χ. Αθανασιάδη είναι σημαντικό γιατί κατατίθεται μία σημερινή κρίση για όσα συμβαίνουν, υποκειμενική βεβαίως, αλλά στηριγμένη σε έγκυρο ιστορικό υλικό—με τα λόγια πάλι του συγγραφέα του: «Προπαντός με συνείδηση των διακυβεύσεων του παρόντος – οι 40+1 ιστορίες μου είναι δημόσιες διότι αναλύουν τις μνημονικές συγκρούσεις μετέχοντας ταυτόχρονα σ’ αυτές».
[Μέρος του κειμένου που διαβάστηκε κατά την παρουσίαση του βιβλίου του Χάρη Αθανασιάδη στις 18 Οκτωβρίου στην Κατερίνη, εκδήλωση λίαν ψυχωφελή, που οργανώθηκε από τους Φίλους του Μουσείου Πόλης Κατερίνης].




























