Ο πανεπιστημιακός ιστορικός Στέφανος Παπαδόπουλος, πνευματικό τέκνο της Πιερίας, σε υποσημείωση της επιδραστικής του μελέτης για τον καζά Κατερίνης, παραθέτει περιγραφή της Κατερίνης από τον Émile Isambert (έκδοση 1873).
Ο Isambert περιγράφει την πόλη ως «πολίχνην εκτισμένην επί των οχθών του Πέλικα, πρωτεύουσαν της παραλίου επαρχίας, ήτις εκτείνεται υπό τα κράσπεδα τού όρους Ολύμπου.
Αγορά, τζαμίον και τινες μεγάλαι οικίαι κατοικούμεναι υπό των βεήδων του τόπου αποτελούσιν την οθωμανικήν συνοικίαν, το λοιπόν της πόλεως οικείται υπό γεωργών Ελλήνων».
[Παρενθετικά να σημειώσουμε πως ο Στέφανος Παπαδόπουλος (Ρητίνη Πιερίας 1936- Θεσσαλονίκη 1992), υπήρξε γιος του εκτελεσμένου από τους κατακτητές ηρωϊκού δασκάλου Γιάννη Παπαδόπουλου και καθηγητής της ιστορίας των Νεοτέρων Χρόνων στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Κυριότερα βιβλία του είναι δύο σημαντικά συνθετικά έργα του που στηρίζονται στο αρχειακό υλικό των Ιωάννη Νοτάρη και Ευάγγελου Κωφού: Οι επαναστάσεις του 1854 και 1878 στην Μακεδονία και Εκπαιδευτική καί κοινωνική δραστηριότητα του Ελληνισμού της Μακεδονίας κατά τον τελευταίο αιώνα της τουρκοκρατίας, και τα δύο εκδόσεις της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών (1970)].
Για την ίδια πάνω-κάτω περίοδο, από πληροφορίες για την κίνηση των ελληνικών σχολείων της Μακεδονίας στην εφημερίδα Ερμής της Μακεδονίας διαβάζουμε δύο μικρές ειδήσεις: «Κατερίνη. Σύσταση νηπιαγωγείου», (2.9.1875) και λίγους μήνες αργότερα: «Έκδοση λαχείου προς όφελος τών σχολείων» (10.2.1876).
Πάντως στην ίδια εφημερίδα καταγγέλλονται οι αυθαιρεσίες της οθωμανικής εξουσίας όπως αποδεικνύει επιστολή που στάλθηκε από την Κατερίνη στην εφημερίδα Ερμής (25/5.8.1875):
«Γενικά υπάρχουσιν παράπονα κατά των καταδιωκόντων την ληστείαν αποσπασμάτων προπάντων δε των ζαπτιέδων (αστυνομικών) οίτινες μη αρκούμενοι ότι τρέφονται δωρεάν παρά του πενεστάτου λαού, προβαίνουσι και εις ύβρεις και κακώσεις πολλάκις δε και συκοφαντίας κατά αθώων ανθρώπων, διότι δεν ευρίσκουσι φαγητά και ποτά της ορέξεως αυτών. Προς τοις άλλοις λέγουσιν ότι Τσιαούσης (λοχίας) […] αφού εξύβρισε τους πάντας και τα πάντα, ήκισε και ιερέα τινά συλλαβών αυτόν από του γενειού».
Η Κατερίνη και ο αστικός ιστός της
Τι είναι αυτό που κάνει τον πολυμαθή περιηγητή (στο βιβλίο του συνέπραξαν με τις πηγές τους οι γνωστοί σε μας Ληκ και Εζέ) να συνδέσει την πόλη με τον Πέλεκα;
Ποια ήταν η δομή της πόλης, ο αστικός ιστός της, οι οικονομικές λειτουργίες της εκεί, περί τα μέσα του 18ου αιώνα;
Το τζαμί βρισκόταν επί της σημερινής οδού Βάρναλη, το Διοικητήριο (το σημερινό 5ο Γυμνάσιο) πρέπει να κτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα. Ο αστικός ιστός της πόλης (δημαρχείο, ιδιωτικά και δημόσια κτίσματα) ανεγέρθηκαν αργότερα (1905, Αστική Σχολή Αικατερίνης, 1908, Αρχοντικό Τσαλόπουλου) ενώ περί τον Πέλεκα υπήρχε μόνο ο αλβανικός τεκές (κτίσμα του τέλους του 19ου αιώνα, πιθανότατα 1891/1892).
Στις αρχές βεβαίως του 20ού αιώνα η Κατερίνη είχε καμιά δεκαριά μύλους, ένας από τους τελευταίους μύλους που χρησιμοποιούσε το νερό του Πέλεκα ήταν ο μύλος του Φώτα, ενώ ο πρόωρα χαμένος απόγονος της οικογένειας Δημήτρης Φώτας ανέγειρε στον ίδιο χώρο ένα θαυμάσιο συγκρότημα κατοικιών (7ης Μεραρχίας 33).
Η διασημότερη και λαϊκότερη εκδοχή του Πέλεκα (πέρα από τη γέφυρα – πύλη εισόδου στη δυτική Πιερία) εδώ και έναν αιώνα ήταν αυτή της εμποροπανήγυρης – πόλος έλξης μικρών και μεγάλων καθώς και χώρος οικονομικής συναλλαγής.
Η εικόνα βεβαίως των τελευταίων χρόνων είναι απογοητευτική ενώ σχέδιο για την ευρύτερη περιοχή δεν φαίνεται να υλοποιείται και οι αιτιάσεις των σχετικών πρωτοβουλιών είναι απολύτως νόμιμες.
Εν τω μεταξύ στην παρακείμενη περιοχή συνέρρευσαν πολλοί: στη δεκαετία του 1940 και αργότερα οι κυνηγημένοι από τους Ναζί Καταφυγιώτες βρήκαν στέγη κοντά στον Πέλεκα ενώ ο θαυμάσιος δάσκαλός μου της πέμπτης δημοτικού Κλεάνθης Νάστος, στο ωραίο του βιβλίο για το Καταφύγι (1971), υπενθυμίζει πως τους δώσανε κατοικίες στην πιο υποβαθμισμένη περιοχή της πόλης.
Σιγά-σιγά προστέθηκαν νέα πλήθη, κόσμος κατά τεκμήριο με χαμηλό εισόδημα αλλά και πάλι ο τόπος δεν μετατρέπεται σε τοπόσημο.
Χρειάζονται παρεμβάσεις για χώρους πρασίνου, παραγωγική δραστηριότητα, δημόσιοι χώροι αναψυχής, ιδρύματα και πολιτιστικοί οργανισμοί που θα εμψυχώσουν την πρόοδο στην παρατημένη γειτονιά του Πέλεκα, του Παράδεισου, του Βατάν.
Ενδιαφέρον έχει ωστόσο να επισημάνουμε τα κάποια – ολίγα έστω – βήματα εκπολιτισμού στην παραποτάμια περιοχή όπως τα αποτύπωσε ο φακός του Παναγιώτη Φτάρα: από τη Μορφωτική Ένωση Καταφυγιωτών μετά της παρακείμενης εκκλησίας της Παντάνασσας και το Δημοτικό Στάδιο – Δημοτικό Κολυμβητήριο (1958), μέχρι τον ποντιακό σύλλογο Παναγία Σουμελά και το παρεκκλήσι του Αγίου Νήφωνα.
Οι οθωμανοί βέηδες έφυγαν, τα τζαμιά γκρεμίστηκαν. Η Κατερίνη μετατράπηκε όντως – εδώ, στα κράσπεδα του Ολύμπου – σε δυναμικό κέντρο της παράλιας επαρχίας. Με την γοητευτική εκδοχή της κτισμένης στον Πέλεκα πόλης τι θα γίνει;
Μικροϊστορικά του Αντώνη Κάλφα