Μια κυρία με παρακάλεσε να συντάξω και να δημοσιεύσω το παρακάτω κείμενο:
«Στην Αθήνα, από ότι θυμάμαι, κηρύχθηκε παλιά για πρώτη φορά ένας άγνωστος θεός και μπροστά στη Βουλή υπάρχει ένα μνημείο αφιερωμένο σε έναν άγνωστο στρατιώτη. Και οι δύο προσέφεραν κάτι πολύ σημαντικό για τους άλλους, τη ζωή τους.
Και σήμερα υπάρχουν πολλοί άγνωστοι, που κι αυτοί προσφέρουν. Έναν καλό λόγο παρηγοριάς, ένα φάρμακο, μια σακούλα τρόφιμα. Θέλω να τους ευχαριστήσω, γιατί είμαι ένας από εκείνους που είχαν πολύ μεγάλη ανάγκη από φάρμακα, θεραπεία, τρόφιμα και δυο λόγια ενθάρρυνσης.
Ξεκίνησα τη ζωή μου με τις καλύτερες προοπτικές, με οικογένεια, ασφαλές περιβάλλον, σπουδές κ.ά. Έκανα δική μου οικογένεια, δούλεψα, αλλά τα έχασα όλα. Έμεινα χήρα, άπορη και ανασφάλιστη. Τότε έχασα κι αυτό που λένε, “πάνω από όλα η υγεία”. Είμαι ήδη ανάπηρη μετά από εγχείρηση καρκίνου.
Στερήθηκα τα στοιχειώδη μέσα επιβίωσης, λίγη ζέστη μέσα στην παγωνιά του χειμώνα, ένα πιάτο φαγητό, ένα φάρμακο. Βρέθηκα πολλές φορές στην απελπισία. Κι ακόμα βρίσκομαι εκεί, στο μαύρο τούνελ.
Δεν ξέρω τι μου επιφυλάσσει το μέλλον, μάλλον όχι πολλά πράγματα στην ηλικία και την κατάσταση που είμαι, αλλά οφείλω να ανάψω ένα κερί και νοερά να έχω ευγνωμοσύνη συνέχεια σε όλους όσοι έγιναν αιτία, ο καθένας με το δικό του τρόπο, να εξακολουθώ να ζω και να υπάρχω.
Ποιοι είναι αυτοί;
Μερικοί είναι γιατροί στο νοσοκομείο και στο Κέντρο Υγείας. Κάποιες κυρίες στον Σύλλογο Καρκινοπαθών. Κάποιοι ταπεινοί ιερείς στα συσσίτια. Ένας – δύο φίλοι. Τέλος, οι άγνωστοι συνάνθρωποι, που προσφέρουν φάρμακα και τρόφιμα στο Κοινωνικό Φαρμακείο κα Κοινωνικό Παντοπωλείο, Εκεί από όπου εγώ, κι άλλοι σαν κι εμένα, παίρνουμε παράταση ζωής κι ελπίδα».
Γράφει ο Θόδωρος Δημητριάδης




























