Στο εκτενές δοκίμιο Κατερίνη: ιστορικοί και τοπογραφικοί προβληματισμοί του πολυμαθέστατου αρχαιολόγου Βαγγέλη Παπαθανασίου αποδεικνύεται πως η Κατερίνη, ως «Αγιά-Καταρίνα», αναφέρεται για πρώτη φορά στα 1483-85 ενώ ο οικισμός της Κατερίνης αναφέρεται σταθερά από τα τέλη του 17ου και εντεύθεν. Στο παρόν απόσπασμα ερευνάται η σχέση του αγιωνύμου με τους παραχειμάζοντες βλαχόφωνους ή μη πληθυσμούς ώστε να μετονομσθεί η πόλη σε Κατερίνη.
Αντώνης Κάλφας
Ο Δ. Γεωργακάς διαπραγματευόμενος το τοπωνύμιο «Σαμαρίνα» γράφει: [μεταφράζω:] «ο τύπος με τον οποίον οι βλαχόφωνοι αποδίδουν τα αγιωνύμια είναι χωρίς τη λέξη «άγιος», όπως Κατερίνη στη Μακεδονία αντί αγία Αικατερίνη, Σοφία Σόφια, αντί αγία Σοφία κ.λπ.].
Με τις τουρκικές επιδρομές, που προηγήθηκαν της οριστικής κατακτήσεως, στα τέλη του 14ου αι., και οι οποίες θα πρέπει να διήρκεσαν 5 έως 10 χρόνια το μέν Κάστρο του Κίτρους αλώθηκε από σπαθίου, πολλά δε των εν ποσί θα πρέπει να καταστράφηκαν και όλα σχεδόν να έγιναν μούλκια και τιμάρια σπαχήδων. Η τουρκική επέλαση προκαλεί πληθυσμιακή συρρίκνωση του χριστιανικού-παραγωγικού πληθυσμού στον κάμπο και εμφάνιση ορεινών οικισμών, αφορισμένων στην υλοτομία και την κτηνοτροφία (Καταφύγι, Πούρλια, Αγ. Παντελεήμων, Αμπελάκια, και πιθανόν, την ίδια εποχή, ή λίγο αργότερα Τοπόλιανη). Άν και βλάχοι, δηλ. ποιμένες-νομάδες μαρτυρούνται στην περιοχή του Κολυνδρού , ήδη από τα τέλη του 10ου αι. εν τούτοις, η συχνή παρουσία, η μετακίνησή και η σύμπηξη εποχιακών εγκαταστάσεών (Καλυβίων) παραχειμασίας βλαχόφωνων πληθυσμών στον κάμπο της Κατερίνης, δεν θα πρέπει να είναι παλαιότερη της πρώϊμης, ή μέσης Τουρκοκρατίας, εποχή κατά την οποία θα πρέπει οι πληθυσμοί αυτοί να μετασταθμεύουν στον Όλυμπο, το Φλάμπουρο/Πιέρια, και το Βέρμιο.
Σε καμμία βέβαια εποχή, ούτε πρίν, ούτε μετά δεν θα έλειψε η εποχική μετακίνηση κοπαδιών εντοπίων, μη βλαχόφωνων κτηνοτρόφων από την ανατολική πλευρά των Πιερίων προς την δυτική αυτών πλευρά και αντιστρόφως, μόνον που τώρα πλέον οι κύριες εγκαταστάσεις είναι οι ορεινές/θερινές. Όσον αφορά στους επύληδες αυτοί εγκαθίστανται εποχικώς αρχικά στην Παλαιομαλαθριά, Καρίτσα, Αγιο Σπυρίδωνα, και βεβαίως Κατερίνη, με βάσεις αφετηρίας τον Κοκκινοπλό, το Βλαχολίβαδο, την Φτέρη. Ξαναθυμίζω την πληροφορία του Κ. Κρυστάλλη ότι Σαμαρινιώτες αποίκησαν, ή μετώκησαν στη Σκοτίνα.
Οι νομάδες ασφαλώς θα ανέλαβαν στις περιοχές που εγκαταστάθηκαν να συντηρήσουν τυχόν ευρισκομένους και σωζομένους ή και ερειπωμένους ναούς , αφ’ενός χάριν ευσεβείας αλλά και προς εξυπηρέτησι των ιδίων λατρευτικών αναγκών τους. Ανέγερση νέων ναών εκ βάθρων – ab novo – ήταν ως εικός απηγορευμένη. Αυτή πιστεύω υπήρξε και η περίπτωση της πέριξ του Ι. Ν. Αγίας Αικατερίνης Κατερίνης. Παρατηρούμε επίσης ότι η άγιοι στις εγκαταστάσεις αυτές, όπως και τα πανηγύρια τους είναι χειμωνιάτικα: Άγιος Δημήτριος, Αγία Αικατερίνη, Άγιος Σπυρίδων.
Θα μπορούσε κανείς να βιαστεί να υποθέσει ότι νομάδες βλάχοι είναι αυτοί που εγκαθίστανται πέριξ ενός προϋπάρχοντος(βυζαντινού) ναού της Αγίας Αικατερίνης στην περιοχή του σημερινού κοιμητηρίου, τον οποίον ενδεχομένως και επεσκεύασαν προς λατρευτική τους χρήση, και παρέμειναν εκεί έως ότου μετακινήθηκαν προς το κέντρο της σημερινής Κατερίνης προς την θέση του χωριού Σεφταλί. Σε αυτό συνηγορεί ότι και η παλαιότερη μνεία του οικισμού είναι: «Κατερίνη» απλώς, χωρίς δηλ. το «Αγία».
Εν τούτοις δεν μπορεί να αποκλεισθεί και το ενδεχόμενο ότι «εντόπιοι»/ μη βλαχόφωνοι ήσαν αυτοί που μετακινήθηκαν – πιθανόν κατά το α΄μισό του 17ου αι. – από τον οικισμό «Αγία Αικατερίνη», στην αριστερή όχθη του Κουραδά, προς τη θέση του σημ. κέντρου του οικισμού, που εξ αιτίας της ελεύσεως αυτής ονομάστηκε : «Αγία Αικατερίνη», και κατόπιν εξαιτίας της αθρόας, πάνω κάτω από την εποχή αυτή και μετά, έλευσης των βλαχοφώνων έτσι ώστε αυτοί σύντομα να καταστούν η συντριπτική πλειοψηφία του χριστιανικού στοιχείου: «Κατερίνη». Σε αυτό συνηγορεί και το γεγονός ότι μόλις στα 1905, κατόπιν παρεμβάσεως του Παρθενίου Βαρδάκα, απέκτησαν οι βλαχόφωνοι, ίσα πολιτικά δικαιώματα στην διοίκηση της Κοινότητος Κατερίνης με τους εντοπίους, αν και συνιστούσαν πληθυσμιακή πλειοψηφία σε αναλογία 1:2.
Μικροϊστορικά του Αντώνη Κάλφα
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Κώστας Η. Μπίρης, Η μετονομασία των οικισμών, ΕΠΟΧΕΣ, τεύχος 29, Σεπτέμβριος 1965, σελ. 65.
- Ιωακείμ Αθαν. Παπαγγέλου, ….. ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ, (1972): Μπαντιλιά=Παντελεήμονα. Ακόμη: Πάτελη και αυτό κατοικούμενο από Βλάχους, κατεστραφέν στα 1949 και σήμερα στα κοινοτικά δίκαια της Ζέρβης, και Παντελέημονο, για τον Αγιο Παντελεήμονα Ολύμπου, η εν αντιθέσει «Αγιος» απλώς για τον Άγιο Σπυρίδωνα/πρ. Καλύβια Κοντουριώτισσας.
- Δ. Γεωργακάς , Griechische Ortsnamen[BZ 42(1943)], «…danach haben die walachisch Sprechenden die Form ohne das Wort fur “heilig”, wie Κατερίνη in Makedonien fur αγία Αικατερίνη, Σοφία fur αγία Σοφία u.a.m…».





























