Του Γιάννη Κορομήλη
Ενώ οι ανοχές και οι αντοχές (οικονομικές κυρίως, αλλά και ψυχολογικές) λιγοστεύουν σε μεγάλο βαθμό, δανειστές και κυβέρνηση κουβεντιάζουν από προχθές για νέα μέτρα … 3,6δις ευρώ ( νέες περικοπές συντάξεων από τον επόμενο χρόνο, νέα μείωση του αφορολόγητου κ.α). Η κυβέρνησή μας εμφανίζεται αποφασισμένη να καταλήξει, σύντομα σε συμφωνία. Και για να το επιτύχει υποχωρεί συνεχώς στις απαιτήσεις των δανειστών, αυξάνοντας έτσι τα νέα βάρη στον εξουθενωμένο λαό μας. Και παρουσιάζεται μονίμως… αισιόδοξη ότι όλα θα παν καλά. Κάτι που δεν δικαιολογείται, ούτε από τα αποτελέσματα των «σκληρών» διαπραγματεύσεων του 2015 και του 2016 αλλά, ούτε και με τις συνέπειες τους, με τα επιπλέον 80 και πλέον δις ευρώ (άλλοι μιλάνε για 100 δις) που χρέωσαν την υπερχρεωμένη Ελλάδα.
Εκτός κι αν λέγοντας –και από τα χείλη του πρωθυπουργού ακόμα- ότι όλα θα πάνε καλά εννοούν για τους ίδιους. Κι αν καλά για αυτούς σημαίνει να παραμένουν στην εξουσία. Κι από ότι φαίνεται πράγματι αυτό σημαίνει. Όμως όταν ένας αρχηγός κόμματος, ένα κόμμα διεκδικούν την εξουσία παρουσιάζονται προεκλογικά στο λαό με ένα κυβερνητικό πρόγραμμα το οποίο είναι πεπεισμένοι ότι μπορούν να το εφαρμόσουν, αποφασισμένοι να, το εφαρμόσουν και υπεύθυνοι να το εφαρμόσουν, Μ΄αυτή τη βασική την, ες ων ουκ άνευ προϋπόθεση διεκδικεί την εξουσία κάθε έντιμο, δημοκρατικό και αξιόπιστο κόμμα.
Το να διεκδικεί κάποιος την εξουσία κι όταν την παίρνει να εφαρμόζει τα ακριβώς, αντίθετα των όσων υποσχέθηκε ούτε έντιμο ούτε δημοκρατικό είναι. Το ίδιο αντιδημοκρατικό – στην πράξη όχι τυπικά – είναι να μη μένει ικανοποιημένη από τη διακυβέρνηση της χώρας, από κάποιον πρωθυπουργό η συντριπτική πλειοψηφία του λαού (άνω του 80%) κι αυτός να θέλει να ασκεί, την εξουσία με τον τρόπο που την ασκεί. Επικαλούμενος μια πρόβλεψη του συντάγματος που ίσχυε και πριν το 1986, αλλά τότε είχε δικαίωμα ο πρόεδρος της Δημοκρατίας να ζητήσει και να λάβει την παραίτηση του, αν διαπίστωνε ότι υπήρχε δυσαρμονία της πλειοψηφίας της Βουλής και του λαού.
Με το Σύνταγμα του 1986 (που ισχύει και τώρα, ως προς την προαναφερθείσα πρόβλεψη) ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν έχει αυτή την δυνατότητα (να παύσει τον πρωθυπουργό λόγω δυσαρμονίας), ούτε καμιά άλλη. Και δεν την έχει κανείς άλλος θεσμός. Ο πρωθυπουργός μετά το 1986 είναι σχεδόν παντοδύναμος. Σχεδόν διότι θεωρητικά ενδέχεται να απολέσει την πλειοψηφία στη Βουλή και να αναγκαστεί σε παραίτηση. Παραίτηση όμως σημαίνει εκλογές. Και οι εκλογές διεξάγονται με ψηφοδέλτιο που καταθέτει ο αρχηγός του κόμματος. Στην περίσταση που αναφερόμαστε, ο πρωθυπουργός. Οι βουλευτές δεν θέλουν βέβαια ούτε να μην συμπεριληφθούν στα ψηφοδέλτια ούτε να μην εκλεγούν διότι το κόμμα τους, ως φαίνεται, θα εκλέξει πολύ λιγότερους βουλευτές.
Τα άλλα δυτικά κράτη έχουν κατάλληλους και γι αυτή την περίσταση θεσμούς: Πρόεδρο της Δημοκρατίας, δεύτερο νομοθετικό σώμα κ.λ.π. Εμείς μόνο Πρόεδρο έχουμε, πλην χωρίς με καμία αρμοδιότητα. Έτσι όσο ακατάλληλος και να είναι ένας πρωθυπουργός, όσο λίγοι να είναι αυτοί που τον θέλουν ακόμα, εκείνος μπορεί να παραμένει στην εξουσία. Ακόμα κι αν με την πολιτική του οδηγεί τη χώρα στην καταστροφή σε επικινδύνους για τη δημοκρατία, και την κοινωνική γαλήνη ατραπούς.
Υπάρχει, θεωρητική τουλάχιστον, μια δυνατότητα: να παραιτηθεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Αλλά ο Πρόεδρος (ο κ. Παυλόπουλος εν προκειμένω) εκλέχθηκε και αναδείχθηκε Πρόεδρος από τον κ. Τσίπρα. Και είναι αστός. Δηλαδή έχει κάποιες αξίες κάποιες αρχές που τον δυσκολεύουν να έρθει σε αντιπαράθεση με αυτόν που τον επέλεξε και στην ουσία τον εξέλεξε. Άρα; Το αδιέξοδο μοιάζει πλήρες. Χωρίς διέξοδο. Μ άλλα λόγια μπλέξαμε για τα καλά.
Συνεχίζεται




























