Μια τέτοια περίπτωση εμφανίζεται το 1893 όταν σχεδόν όλοι οι κάτοικοι της επισκοπής Κίτρους θεωρώντας τον επίσκοπο Λεόντιο υπεύθυνο για οικονομικές ατασθαλίες, ζητούν από τον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης «ίνα πέμψη τον κατάλληλον κληρικόν, ιεροπρεπή, σεμνόν το ήθος και τους τρόπους χρηστόν και φιλότιμον εν γένει […] δυνάμενον να κατανοήσει όλην την ιερότητα της αποστολής ην έχει».
Την περίοδο αυτή οι τοπικές κοινότητες της περιοχής αντιμετωπίζουν και το πρόβλημα της ληστρικής δραστηριότητας. Στην περιοχή της Κατερίνης, σύμφωνα με έγγραφα του Α΄ Αρχηγείου Στρατού, αναφέρονται οι ληστές της Κοζάνης καπετάν Λιόλιος, ο Μήτσος Χονδρός ή Γιωτομήτρος, οι αδελφοί Σκουμπαίοι, Καραλίβανος, Τσανάκας κ.ά.
O ιστορικός Πασχάλης Βαλσαμίδης σε κείμενό του (1998) με θέμα «Τα τουρκικά σχολεία στο Σαντζάκι Θεσσαλονίκης κατά το σχολικό έτος 1910-1911» (Μακεδονικά, 31, 345-390) θα γράψει για τον Καζά Κατερίνης πως «κατελάμβανε το νοτιοδυτικό τμήμα του σαντζακιού Θεσσαλονίκης και είχε στη δικαιοδοσία του 33 χωριά. Πρωτεύουσα του καζά ήταν η Κατερίνη. Κατοικούσαν 18.867 Έλληνες και 4.667 Τούρκοι». Στην Κατερίνη λειτουργούσαν δύο τριτάξια δημοτικά σχολεία και μία τριτάξια αστική σχολή. Το πρώτο ιδρύθηκε το 1310 (1894) με την ονομασία Ιπτιδαή Μεκτεμπή, είχε τρεις διδασκάλους, 120 μαθητές και έναν παιδο- νόμο. Το δεύτερο σχολείο ήταν το παρθεναγωγείο, στο οποίο τα μαθήματα παρακολουθούσαν οι 148 μαθήτριες από δύο διδασκάλισσες, ενώ υπήρχε παράλληλα ένας παιδονόμος. Όσον αφορά στο έτος ιδρύσεώς του η στατιστική που μελετούμε δεν μας παρέχει πληροφορίες».
Στα 1896, σύμφωνα με τον έγκυρο ιστορικό της περιόδου Αθανάσιο Αγγελόπουλο που παρουσίασε το κείμενο του πατριαρχικού και συνοδικού τόμου για την κατάργηση της επισκοπής Πέτρας, λόγω πολλών πρακτικών προβλημάτων, τα χωριά της σημερινής επισκοπής Κίτρους (καζάς Κατερίνης) διαχωρίζονται από την επισκοπή Πέτρας (καζάς Ελασσόνας). Το κριτήριο είναι γεωγραφικό και ακολουθεί τη γενικότερη διοικητική διαίρεση της οθωμανοκρατούμενης Πιερίας. Έτσι λοιπόν διαβάζουμε στο κείμενο που υπογράφει ο «Ελέω Θεού Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης και Οικουμενικός Πατριάρχης» Άνθιμος: «τα δε πολιτικώς εις την υποδιοίκησιν Αικατερίνης υπαγόμενα, ήτοι τα χωρία Βροντού, Καρυαί, Μόρνα, Μηλιά, Ζιάζακος, Κουντουριώτισσα, Σπί, Βλαχοκαλύβια, Καρύτσα, Μαλαθρυά, Λιτόχωρον, Λεπτοκαρυά, Σκοτίνα, Παντελεήμων καί Πούρλια υπαχθώσιν εκκλησιαστικώς εις την Επισκοπήν Κίτρους, εξαρτωμένην κανονικώς από της ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης. Πάντα δε ταύτα από του νυν και εις τον εξής άπαντα χρόνον».
Τέλος, πληροφορίες για τη νεότερη ιστορία της περιοχής παρέχουν και τα μοναστήρια. Ο Δημήτρης Παπάζης μελετώντας αρχεία των ετών 1874-1936 εντόπισε κάποια έγγραφα στα οποία γίνεται λόγος για το μοναστήρι των Εισοδίων της Θεοτόκου (Πέτρας Ολύμπου). Η μονή φορολογείται την εποχή εκείνη για 47 ακίνητα των οποίων καταγράφεται μόνον η τοποθεσία. Στις 11.9.1897 επικυρώνεται συμβόλαιο ανάμεσα στον ηγούμενο Νικηφόρο και τον ζάπλουτου θεσσαλονικέα ισραηλίτη Σαούλ Μοδιάνο (1817-1883). Ο Σαούλ Μοδιάνο θεωρούνταν ο δεύτερος μεγαλύτερος ιδιοκτήτης ακινήτων σε ολόκληρη την οθωμανική αυτοκρατορία.
Μικροϊστορικά του Αντώνη Κάλφα































