Σφήνες του Αφεντούλη
Τρίτη, 14 του Μάρτη, σήμερα, αναγνώστες μου, μια βδομάδα απομένει πια για την εαρινή ισημερία, ενημερώνουμε.
Κι ενημερώνουμε, όχι για να φέρουμε την άνοιξη νωρίτερα αλλά λόγω του ότι σε πείσμα των από 20ης Φεβρουαρίου απαντοχών περαίωσης της δεύτερης αξιολόγησης χωρίς πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα, στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης εξακολουθούν να υπάρχουν ουκ ολίγα ανοιχτά ζητήματα που εκτός άλλων ανησυχητικών, θλίβουν αιτιολογημένα ή αδικαιολόγητα, δεν παίρνουμε όρκο, τον συνήθως μεγάθυμο χαμηλοσυνταξιούχο, «Μήτσου», άδοντα σε παράφραση Διονύση Σαββόπουλου προς εκτόνωση τής όλης δυσφορίας:
Μια συνταξούλα είχα…
αχ καρδούλα μου,
που ‘μοιαζε λιμανάκι, συνταξούλα μου.
Σαν λιμανάκι κοπάζει, ταρακουνάει,
μ’ ηρεμεί τη μια, την άλλη με χαλάει.
Κι ένα βράδυ, αχ καρδούλα μου,
αίφνης λιγοστεύει η συνταξούλα μου.
Δεν αντέχω άλλο πια να με γελάει,
μ’ ηρεμεί τη μια, την άλλη με χαλάει.
Κι έρχεται ο Απρίλης, αχ καρδούλα μου,
να κι ο Μάης, συνταξούλα μου.
Δίχως ευρωστία αγοραστική,
δεν είναι άνοιξη φέτος αυτή.
Συνταξούλα, συνταξούλα σταθερότητα ζητώ
και τριγύρνα με τους «κόφτες» κάθε βράδυ.
Δεν αντέχω άλλο να ‘μαι μόνος σκυθρωπός,
μ’ ηρεμείς τη μια κι ας με χαλάς την άλλη.
Αμάν! «Επισπεύδεις τον κατόπιν πιέσεων του ΔουΝουΤου “δεύτερη φορά αριστερά” εξορθολογισμό του ασφαλιστικού για να χαθεί η προσωπική διαφορά μια ώρα αρχύτερα;» αναρωτήθηκε πομπωδώς, στο σημείο αυτό, η σύζυγος, κυρία «Μήτσαινα», πάντα καχύποπτη περί τα «μαγειρέματα» του Κουαρτέτου, συμμερίζεστε τους προβληματισμούς, ορθολογιστές αναγνώστες μου;
Αν όχι, εμείς και «διατί να το κρύψωμεν άλλωστε» στα ογδόντα εννιά (αριθμός 89!) κατατασσόμαστε μεταξύ των παλαιών συνταξιούχων, περί των οποίων κόπτεται το ΔουΝουΤου, ο Μεγαλοδύναμος να δίνει μακροημέρευση για να κάνουμε κρόσσια τα νεύρα του πολύ, Πολ, καλό, ε(!), Τόμσεν, με αποτέλεσμα τα μαντάτα να μάς φοβίσουν, όσο να πείτε, και το χειρότερο;
Άγνωστο πως, το φτωχό μυαλό μας ανέτρεξε στα προς επανεκκίνηση της διαδικασίας αξιολόγησης μεσοπρόθεσμα μέτρα που εν μέσω Φεβρουαρίου εισηγήθηκε να θεσμοθετηθούν προκαταβολικά, ο επικεφαλής του EuroWorking Group, Τόμας Βίζερ, καλοδεχτήκατε την από εκπνοών 2013, δήλωσή του: «Μάς χωρίζουν μίλια και δισ. ευρώ. Θα πάω για σκι (σ.σ. στις Άλπεις, πού αλλού, χιονοδρόμοι μου;) και μετά θα τα βρούμε», όταν η κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά πάλευε να πιάσουμε κάβο;
Έτοιμους να ξαμοληθείτε στις πίστες σάς κόβει ο εμπειροτέχνης πολιτικός αναλυτής, θείος Αφεντούλης, οπότε φύγαμε να εμψυχώσουμε τον μεγάθυμο που προ τυχόν επανυπολογισμού των συντάξεων – προς τα κάτω φοβούμεθα, εσείς;… – αντέδρασε με τον τρόπο του Μποστ, απαγγέλλοντας:
Η μάχη των (Κ)Άλπεων.
Καθήκον κυβερνήσεων σ’ αναμετρήσεις σκι
είναι ν’ αποστομώνουνε όποιον κι αν φωνασκεί.
Το σλάλομ που τους έλαχε εν τάχει να κερδίσουν,
ώστε με «κόφτες» και λοιπά πίσω να μη γυρίσουν.
Ροβόλα τον κατήφορο, τα δυνατά σου, Αλέξη,
στις Άλπεις να διακριθείς σε έχουμε εκλέξει,
καθόσον κάλπες αν στηθούν με δανειστών πιέσεις,
χαλάρωσης ποσοτικής χάνουμε τις βραβεύσεις.
Ταχέως ροβόλα, το λοιπόν, διότι αν ηττηθείς,
δεκαετώς θα πάσχουμε απ’ τους χιονοδρομείς,
ναι, για, χτύπα ξύλο(!), πενόμενοι αναγνώστες μου, κι όσο για την πορεία της αξιολόγησης.
Με τους Θεσμούς να υπόσχονται ότι κάποια στιγμή θα κλείσει, μη μου αποκαρδιώνεστε αφού η Ελλάδα θα νικήσει, ζήτω, ζήηητωωω!…
-Ω-




























