Στην θεατρική βιβλιογραφία γίνεται λόγος για θέατρο της κοινότητας ή θέατρο μέσα στην κοινότητα και αφορά την περίπτωση που έχουμε «θέατρο που δημιουργείται εξ ολοκλήρου από και για μια ορισμένη κοινότητα». Τα μέλη αυτών των ομάδων περιλαμβάνουν στα έργα τους προσωπικές και ιστορικές αφηγήσεις της περιοχής, προσθέτουν βιωματικά στοιχεία και πληροφορίες από τον κόσμο των εμπειριών τους, αξιοποιούν πραγματικά περιστατικά ενώ αξιοποιούν επίσης μικρούς ή μεγαλύτερους θεατρικούς χώρους (στην περίπτωση της Νεοκαισάρειας αναστυλώθηκε με πρωτοβουλία του συλλόγου το υπαίθριο θέατρο στο Πλατανόδασος).
Μια τέτοια περίπτωση λαϊκής, δημιουργικής κοινοτικής θεατρικής τέχνης παρουσίασαν τα μέλη του αρτισύστατου σχήματος των κατοίκων της Νεοκαισάρειας «Θρασύβουλος Μερκούρης» σε συνεργασία με το Θέατρο «Πήγασος» και την σκηνοθετική-κειμενική επιμέλεια του ακούραστου φέτος Χάρη Αμανατίδη (την υπογραφή του φέρνουν αυτό το καλοκαίρι τέσσερις διαφορετικές υφολογικά παραστάσεις).
Στην σκηνή αναπαραστήθηκε με επιτυχία και τόλμη η ιστορία του χωριού: από την εποχή του μαστόδοντα στην μυκηναϊκή περίοδο και από εκεί στα μείζονα γεγονότα του 20ού αιώνα με κομβικό όριο την μικρασιατική καταστροφή και την εγκατάσταση των προσφύγων από την περιοχή της Μικράς Ασίας στην Νεοκαισάρεια (1928), ενός χωριού καθ’ ολοκληρίαν προσφυγικού. Μια εγκατάσταση δύσκολη αφού πέρα από την αδυναμία του κεντρικού κράτους οι πρόσφυγες είχαν να αντιμετωπίσουν και την αρπακτική διάθεση των επιχώριων τσιφλικάδων. Η παράσταση με συναίσθημα, σεβασμό στα θύματα της εθνικιστικής πολιτικής του Κεμάλ, με σύνεση και ωριμότητα αποτίει φόρο τιμής στους καπετάνιους του Πόντου (Κοτζά Αναστάς) και στους αμέτρητους νεκρούς του διωγμού. Παράλληλα, με κριτική διάθεση αντιμετωπίζεται και η ταραγμένη δεκαετία του 1940 και τα δεινά που υπέστησαν οι κάτοικοί του από την ναζιστική θηριωδία ενώ ολοκληρώνεται με την άλλη πληγή του χωριού, τη μετανάστευση, κατά τις τρεις μεταπολεμικές δεκαετίες που ακολούθησαν.
Η παιδαγωγική διάθεση του έργου εκτυλίσσεται γραμμικά αφού από την συναρπαστική εποχή του μαστόδοντα, δηλαδή πριν από επτά εκατομμύρια χρόνια, το κείμενο αφηγείται το φυσικό περιβάλλον της ευρύτερης περιοχής (Όλυμπος, Πιέρια) ακουμπά την μυθολογημένη ιστορία (δωδεκάθεο, εννέα Μούσες), μιλά για την χλωρίδα και πανίδα του τόπου, επιτρέποντας σε κάθε θεατή να πάρει μέρος στο ταξίδι της γνώσης. Πολύ σωστά, επομένως, ο Σάββας Τσεντίδης, εκ των πρωτεργατών της προσπάθειας για την αξιοποίηση των ευρημάτων, είχε επισημάνει παλαιότερα σε συνέντευξή του τα μεγάλα οφέλη—βιωματικά και εκπαιδευτικά—από την επαφή των νέων κυρίως με το παρελθόν του τόπου τους: «Το μεγάλο όφελος, όμως, που μπορεί να έχει η ίδια η κοινωνία είναι να μεγαλώσουν τα παιδιά της μέσα από μια βιωματική εκπαίδευση πάνω στο θέμα της παλαιοντολογίας, της φυσικής ιστορίας, του περιβάλλοντος, όπου με εκπαιδευτικές δράσεις θα μπορούσαμε να φιλοξενούμε και παιδιά της Πιερίας, αλλά και γενικότερα, και να τους αναδεικνύουμε όλη αυτή την ιστορία μέσα από το παιχνίδι. Αυτό είναι του το μεγάλο στοίχημα. Και εδώ θα χρειαστεί ανθρώπους οι οποίοι είναι εξειδικευμένοι σε αυτόν τον τομέα για να μην πατάμε σε λάθος βήματα. Άρα θέλει πάρα πολύ μεγάλη προσοχή, και τώρα αναζητούμε αυτή τη φάση της ανάδειξης, της πραγματικής ανάδειξης, δηλαδή πώς αυτή θα εισχωρήσει μέσα στην εκπαιδευτική κοινότητα και πώς θα φέρει αποτελέσματα στην επαγγελματική κοινότητα».
Το έργο αφηγείται στο κοινό η πειστική και δυναμική Πόπη Παναγιωτίδου ενώ στις χορταστικές στιγμές της παράστασης υπογραμμίζουμε την κωμωδία παρεξηγήσεων, το χιούμορ (η έλλειψη επικοινωνίας ανάμεσα στον δικαστή και στους αγράμματους πρόσφυγες επιτρέπει ωραίες ατάκες που κάνουν το κοινό να γελάει), τη χρήση της ποντιακής γλώσσας με τα παίγνιά της καθώς, το πιο σπουδαίο— στη γραμμή του θεάτρου-ντοκουμέντο— την κατάθεση των δύο μαρτυριών των ηθοποιών και κατοίκων του χωριού (Μιχάλη Τσεντίδη και Παύλου Τσεντίδη) οι οποίοι μιλούν με αγάπη και θαυμασμό για τον σπουδαίο Θρασύβουλο Μερκούρη, πρωτεργάτη του θεάτρου στην Νεοκαισάρεια και συλλογικού πολιτιστικού αναμορφωτή του χωριού, τον οποίο, έφηβοι, τον είχαν γνωρίσει και είχαν δουλέψει μαζί του.
Αξίζει, τέλος, να αναφέρουμε τα ονόματα των ικανών ηθοποιών που ανέστησαν ψυχωμένα τη ζωή της προσφυγικής κοινότητας (κατά σειρά εμφάνισης): Παναγιωτίδου Παρθένα, Τσεντίδης Παύλος, Τσιαουσίδης Ευτύχιος, Χατζηδημητρίου Σοφία, Τσεντίδου Καλλιόπη, Τσεντίδου Παναγιώτα, Γρηγοριάδου Ευμορφία / Έμη, Παπαδοπούλου Ελευθερία, Τοκανίδης Χαράλαμπος (Νταούλι-Μουσική), Τσεντίδης Μιχαήλ, Παπαδόπουλος Ιορδάνης, Ιωαννίδου Μαρία.
Αντώνης Κάλφας




























