Στις 27 Σεπτεμβρίου 1923 παραχωρείται στην Προσφυγική Ομάδα έκταση 6.000 στρεμμάτων στην περιοχή του Τσερκέζ μαχαλά. Ένα χρόνο αργότερα, παραχωρείται συμπληρωματική έκταση 1750 στρεμμάτων, την οποία η Επιτροπή Προσφυγικής Ομάδος ύστερα από κλήρο και υπό την εποπτεία του Εποικισμού Κατερίνης τη μοιράζει στους δικαιούχους.
Πέρα όμως από τη διανομή των γαιών, η Επιτροπή αναθέτει σε τοπογράφο μηχανικό τη χάραξη του σχεδίου του οικισμού. Το σχέδιο χαράσσεται βάσει ορθογώνιου κάναβου.
«Αποτελεί μεγάλη καινοτομία για τα δεδομένα τόσο της Κατερίνης όσο και άλλων επαρχιακών πόλεων της εποχής. Είναι το πρώτο σημαντικό βήμα με το οποίο η Κατερίνη αφήνει πίσω της τη μορφή της οθωμανικής πόλης με τα στενά και δαιδαλώδη δρομάκια και υιοθετεί ένα δυτικό πρότυπο οργάνωσης της πόλης. Οι δρόμοι είναι φαρδείς και άνετοι, τα οικοδομικά τετράγωνα έχουν κανονικό σχήμα και είναι ομοιόμορφα μεταξύ τους. Επίσης, γίνεται αισθητός ο διαχωρισμός δημόσιου/ κοινόχρηστου – ιδιωτικού χώρου. Προβλέπεται εξαρχής η δωρεά στην Εκκλησία δύο μεγάλων οικοδομικών τετραγώνων στο κέντρο του οικισμού για την ανέγερση του ευκτήριου οίκου(ευαγγελικής εκκλησίας), του σχολικού κτιρίου καθώς και άλλων βοηθητικών οικημάτων. Στον ίδιο χώρο προβλέπεται από το σχέδιο και υλοποιείται η πλατεία και το πάρκο του οικισμού. Στις παρυφές των Ευαγγελικών, ορίζεται και ο χώρος του νεκροταφείου»
(Χανδόλια, Αικατερίνη Γ., Η πολεοδομική εξέλιξη της Κατερίνης, από την οθωμανική στη σύγχρονη πόλη, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Πολυτεχνική Σχολή – Τμήμα Αρχιτεκτόνων, Θεσσαλονίκη 2007, σ. 75).
Ο συνοικισμός των Ευαγγελικών έχει διατηρήσει, ως ένα βαθμό, τον αρχικό του χαρακτήρα μέχρι σήμερα. Αποτελεί κομμάτι του αστικού ιστού με ρυμοτομία, συνεπή με την αρχική χάραξη του σχεδίου του οικισμού. Το πολεοδομικό σχέδιο αποτέλεσε μεγάλη καινοτομία για τα δεδομένα τόσο της Κατερίνης, όσο και άλλων επαρχιακών πόλεων της εποχής. Εξίσου σημαντική είναι η πρόβλεψη μεγάλης έκτασης κοινόχρηστων χώρων και χώρων πρασίνου, οι οποίοι επίσης διατηρούνται μέχρι σήμερα, αυξάνοντας την βιωσιμότητα και την αειφορία της συγκεκριμένης περιοχής της Κατερίνης και βελτιώνοντας σημαντικά την ποιότητα ζωής των κατοίκων της.
Ο συνοικισμός των Ευαγγελικών σήμερα, επισημαίνει η Βίκη Μανιάτη, αποτελεί ένα κομμάτι της πόλης που διαφέρει σημαντικά από την ευρύτερη πολεοδομική φυσιογνωμία της Κατερίνης. Στην διατήρηση της αρχικής μορφής του συνοικισμού συνετέλεσε το γεγονός ότι ο συντελεστής δόμησης παραμένει χαμηλός ενώ κυριαρχούν οι μονοκατοικίες με αυλές, ορισμένες από τις οποίες είναι των πρώτων χρόνων της ίδρυσής του. Με την αναθεώρηση του πολεοδομικού σχεδίου το 1987 (ΦΕΚ 1210Δ’/18-12-1987), στον αρχικό πυρήνα του συνοικισμού προστέθηκαν οι νέες επεκτάσεις βόρεια και βορειοδυτικά και ορισμένα τμήματα γειτονικών περιοχών.
Ακολούθησε η πολεοδόμηση της επέκτασης του συνοικισμού των Ευαγγελικών το 1988 (ΦΕΚ 696Δ’/29-09-1988) και το 1995 (ΦΕΚ 27Δ’/ 24-01-1995) με τα τμήματα που προστέθηκαν να διατηρούν επίσης χαμηλό συντελεστή δόμησης, γεγονός που συμβάλει στην γενικότερη διατήρηση της αρχικής οικιστικής ταυτότητας της περιοχής». (Βλ. και Ευριδίκη Μανιάτη, «Τα κτίρια της Κατερίνης: μια καταγραφή των κτιρίων της πόλης πριν και μετά τη έλευση των προσφύγων μέχρι σήμερα», στον τόμο Πέτρος Κώρης (επιμ.) Πρόσφυγες στην Πιερία. Ένας αιώνας μνήμης, Πρακτικά Α΄ Συνεδρίου, εκδόσεις Μάτι/Φίλοι Μουσείου Πόλης Κατερίνης, Κατερίνη 2025, σσ. 255-283).
(Σάββας Κανταρτζής, «Νίκη χωρίς ρομφαία», εκδόσεις Ελληνικού Κινήματος Πνευματικής Αναγεννήσεως, τόμος Ε’, Κατερίνη 1978, σ. 809).





























