Την τελευταία εβδομάδα, μία ληστεία βγαλμένη από κινηματογραφικό σενάριο συγκλόνισε παγκοσμίως. Το Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι έγινε, για ακόμη μια φορά, επίκεντρο διεθνούς προσοχής, όταν άγνωστοι δράστες έκλεψαν κοσμήματα ανεκτίμητης αξίας της γαλλικής μοναρχίας. Το περιστατικό έφερε στη μνήμη τις μεγάλες ληστείες έργων τέχνης που έχουν σημαδέψει τη «μητρόπολη του πολιτισμού» – από τον Monet και τον Renoir μέχρι σήμερα.
Η τέχνη στο Παρίσι φαίνεται να ζει διαρκώς υπό την απειλή των «ευγενών ληστών».
Έχει τα πάντα για να θυμίζει «Serie noir» στον κινηματογράφο. Πλοκή και μυστήριο ανεξιχνίαστο! 27 Οκτωβρίου 1985. Μουσείο Marmottan στο Παρίσι. Εκεί, γύρω στο μεσημέρι. Μια μέρα σαν όλες τις άλλες, που σφύζει από κίνηση, ένα από τα σπουδαιότερα μουσεία της πρωτεύουσας, με εκατοντάδες νοσταλγούς της τέχνης.
Ένας κομάντο οπλισμένος εμφανίζεται ως άλλος εφιάλτης μπρος στα εμβρόντητα μάτια του κοινού, δίνοντας εντολή στους 8 φύλακες να απομακρυνθούν και τους επισκέπτες να πέσουν μπρούμυτα με τα χέρια πίσω. Το σύστημα συναγερμού έχει αχρηστευθεί. Σε χρόνο μηδέν εξαφανίζεται το έργο «Πιλότος», που έδωσε το όνομά του σ’ ένα ολόκληρο κίνημα: στον ιμπρεσιονισμό. Χρειάστηκαν μόνο λίγα λεπτά ταχυδακτυλουργίας για να γίνει άφαντος ο πίνακας «Εντύπωσις, ανατέλλοντος ηλίου», έργο συμβολικό του Claude Monet (1840-1926) και περηφάνεια των γαλλικών μουσείων. Το έργο είχε εκτεθεί το 1874 στο σαλόνι των ιμπρεσιονιστών. Μαζί μ’ αυτό, άλλα οκτώ έργα του μεγάλου καλλιτέχνη, όπως και ένας πίνακας του Auguste Renoir (1841-1919) «Λουόμενη καθισμένη στο βράχο» και ένα έργο της Berthe Morizot (1841-1895) με τίτλο «Νέα κοπέλα στο χορό».
Στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στο Τόκιο, στις 6 Νοεμβρίου του 1985, μέσα σε συνθήκες που θυμίζουν κυνήγι τυφλοπόντικα, εξαφανίζεται η «Μπαλωματού» του Vuillard μέσα στην ημέρα! Στην πόλη ALB το 1982 έχουμε να κάνουμε πραγματικά με στιγμές «γοτθικού μεγαλείου» με αναδυόμενους σε σχοινιά «ιππότες», εφοδιασμένους με σκάλες, γάντζους και φακούς, στο επισκοπικό ανάκτορο που στεγάζει τη συλλογή H. de Toulouse Lautree (1864-1901) και είναι ο τόπος που γεννήθηκε ο άλλος μεγάλος των ιμπρεσιονιστών. Έξι από τους σπουδαιότερους πίνακές του, ανάμεσα στους οποίους «Η κούρσα των αλόγων» κάνουν φτερά. Όλα αυτά με το αζημίωτο και πάντα με την επιλεκτική μανία αρπαγής ενός από τα έργα- «σταθμούς» της μοντέρνας τέχνης!
Η καπατσοσύνη των απαγωγέων δεν μπορεί να συγκριθεί παρά μόνο με την καταπληκτική έλλειψη μέτρων ασφαλείας. Ή εκεί τουλάχιστον ν’ αποδώσουμε την κακοδαιμονία των μουσείων διεθνώς. Διότι, φυσικά, δεν πρόκειται μόνο για γαλλικό φαινόμενο!
Το πράγμα παίρνει διαστάσεις εθνικής συμφοράς με θύμα την πολιτιστική κληρονομιά της Γαλλίας και ήρωες τους Arsene Lupin της τέχνης, που δρουν προκλητικά, ανενόχλητοι! Οι αριθμοί μιλούν. Στα 2 τελευταία χρόνια 167 πίνακες έχουν εξαφανιστεί. Από αυτούς οι 163 παραμένουν ακόμη άφαντοι. Από τα χρόνια του ’50 12.000 έργα ανυπολόγιστης αξίας λείπουν από τους οδηγούς των μουσείων. Αυτά είναι τουλάχιστον τα στοιχεία που δίνουν τα υπουργεία Εσωτερικών και Πολιτισμού, με τη σύμπραξη των οποίων κυκλοφόρησε ένας κατάλογος, αληθινό ευρετήριο των «κλοπιμαίων», επιτρέποντας την καταμέτρηση ενός αμύθητου θησαυρού.
Ένα πολύ καλά οργανωμένο διεθνές δίκτυο απλωμένο στα 4 άκρα του κόσμου λειτουργεί προς όφελος μιας μικρής ομάδας πελατών -που δυστυχώς δεν είναι μόνο ιδιώτες, αλλά και μουσεία- που έχει αναγάγει σε έργο ζωής την ανυπολόγιστη ζημιά που προκύπτει από την αρπαγή και κλεπταποδοχή των έργων.
Ποιοι είναι; Πώς ενεργούν αστραπιαία; Από ποιους υποκινούνται; Για την ώρα παραμένουν ανεξακρίβωτες οι συνθήκες κάτω από τις οποίες μερικοί από τους σπουδαιότερους πίνακες του κόσμου πέρασαν στα χέρια της οργάνωσης «Art connection» της ομάδας των «γκάνγκστερ της τέχνης», άλλη έκδοση της σημερινής τρομοκρατίας!
Το αρμόδιο τμήμα δίωξης αρπαγής και κλεπταποδοχής έργων Τέχνης σηκώνει ψηλά τα χέρια! Κι όπως χαρακτηριστικά λέει η επικεφαλής του τμήματος αυτού, Mireille Balestrazzi, «πρόκειται για δίκτυα πολύ καλά προφυλαγμένα, που δρουν αυτόνομα το ένα από τ’ άλλο. Φροντίζουν απλώς να πολλαπλασιάζουν κατά βούλησιν τους κλεπταποδόχους. Όσο περισσότερο συγκεντρώνεται αυτός ο κόσμος τόσο πιο δύσκολα αποδεικνύεται η κακή πρόθεση απ’ τον τελευταίο κάτοχο του έργου. Τα ίχνη χάνονται διά παντός. Όσο γνωστότερο είναι επίσης ένα έργο, φέροντας την υπογραφή του καλλιτέχνη, τόσο το εν λόγω έργο, ακολουθεί μία «μυστική υπόγεια διαδρομή». Κανείς δεν κατάφερε ν’ αγγίξει τα κέντρα τους, στα οποία φέρονται ανεμεμιγμένοι, πολλοί παράγοντες. Το πρόβλημα είναι εξαιρετικά σύνθετο.
Και η ιστορία συνεχίζεται με αμείωτη ένταση: Στο Λούβρο: οι «Παίκτες» των αδελφών Le Nain.
Στο Μουσείο του Grand-Palais, στο Παρίσι, ένας Chagall. Στο Beaubourg, τον περασμένο χρόνο, ένα πολύ σημαντικό έργο του Braque, αξίας 25-30.000.000 φράγκων. Και ούτω καθ’ εξής.

































