Του Νίκου Σαϊδέ, Δασκάλου – ερευνητή
Του Νίκου Σαϊδέ, Δασκάλου – ερευνητή
Στην πορεία εκείνων των ηρώων, που πρωτάρχισε ο Καραμιχάλης περί το 1480 μ. Χ., πέρασαν αμέτρητοι ήρωες, Ολύμπιοι Κλεφταρματολοί και Ολυμπιώτισσες μάνες που δε λύγισαν ποτέ, ούτε μπροστά στη μιαρή βρεφοκτονία! Σ’ αυτή συντάχτηκαν ατρόμητοι πολεμιστές Λαζαίοι, Συροπουλαίοι, Νικολάου- Διαμανταίοι, Δρασκαίοι, Τσάρας και Νικοτσάρας, Μπιζιωταίοι και Λιακοπουλαίοι, Τζαχειλαίοι και Βλαχαβαίοι, Μπίνος και Λάππας, και πλήθος άλλων γενναίων ανδρών, που είχαν αντικρίσει το θάνατο αμέτρητες φορές, που δε λύγισαν ποτέ! Ούτε στην Εθνεγερσία του ’21, ούτε στις επαναστάσεις του 1845 και του 1878, ούτε στον Μακεδονικό Αγώνα, ούτε στην εθνική εξόρμηση των Βαλκανικών πολέμων 1912-13. Ένας «Ζειαζικιώτης» εθελοντής – έτσι καταγράφεται ο συμπατριώτης μας και δεν γνωρίζουμε ποιος ήταν – έπεσε μαχόμενος στα Στενά της Πέτρας στην εξέγερση του 1878. Ανδρες γενναίοι και φιλοπάτριδες, οι Ολύμπιοι, αλλά και ευαίσθητοι, αντικρίζοντας τη γη των προγόνων τους (1878) έπεσαν καταγής κλαίγοντας και φιλώντας το χώρα! Σκηνή εξαιρετικά συγκινητική, ανθρώπων που αγαπούσαν με πάθος την πατρίδα τους και αγωνίζονταν «με νύχια και με δόντια» να την ελευθερώσουν δυνάστες τους. Αυτοί ήταν διαχρονικά οι Ολύμπιοι!
«Πρώτην φορά εβλέπομεν τοιούτους γενναίους πολεμιστάς και πατριωτισμόν μέγαν», ομολογεί ο Κανέλλος Δεληγιάννης για τους Καρατάσιο – Γάστο και το σώμα τους, μετά τις διαδοχικές μάχες στην Ήπειρο το 1822… Τιμητική αναγνώριση ανδρείας και πατριωτισμού. Και σεις, αγαπητοί μας, Ραχιώτες και Λοφιώτες, Ολύμπιοι και Πιεριείς απόγονοι εκείνων των αμίμητων πατριωτών είστε. Όλοι μας νιώθουμε περηφάνια, για τον πατριωτισμό και το ήθος τους. Εσείς όμως αγαπητοί μας θα πρέπει να είστε διπλά υψηλόφρονες και ευτυχείς για τους προπάτορές σας Ζειασιακιώτες και το θεάρεστο πατριωτικό τους έργο, και να γιατί: Κατά την επιβεβαιωμένη προφορική παράδοση των κοντοχωριανών σας Μηλιωτών, πριν από 60 και πλέον χρόνια, στους γέροντες υπήρχες διάχυτη η πληροφορία της σωτηρίας των γυναικοπαίδων του χωριού, ως και φυγάδων των καμποχωρίων, που είχαν βρεθεί εκεί – στις 2 Απριλίου 1822- για να γλυτώσουν από το μαχαίρι των Τουρκαλβανών επέζησαν, χάρη στους προπάτορές σας του Παλιζειάσιακου.
Πιο συγκεκριμένα: Το πρωινό της 2.4.1822 – Πρώτη του Πάσχα – ισχυρές δυνάμεις Τούρκων και Τουρκαλβανών ( άνω των 3000 ανδρών) εφορμούν εναντίον της Μηλιάς από τρεις κατευθύνσεις. Οι λιγοστές δυνάμεις των ντόπιων, (αν και αναμενόταν επίθεση των Οθωμανών, αιφνιδιάζονται και προστρέχουν στα γυναικόπαιδά τους , εγκαταλείποντας τους ηγέτες και το καθήκον. Ο αρχηγός του αγώνα Διαμαντής Νικολάου – γαμπρός των Λαζαίων – μένει με 150 άνδρες και προσπαθεί ν’ αναχαιτίσει τους Οθωμανούς, αμυνόμενος στον Αγ. Αθανάσιο και στα ακρινά (ΒΑ) σπίτια. Ο Τόλιος Ι. Λάζος – με το σώμα του συγκρούεται στο Αλωνίτσι με πολλαπλάσιες τουρκικές δυνάμεις και υποχωρεί, διευθυνόμενος προς Αλατίστρες, όπου εμπλέκεται σε νέα σύγκρουση με Τούρκους που έρχονταν από Κουτσουριά και αναγκάζεται να φύγει ΒΔ, προς Κερασιά – Φύσα – Κήπο – Σέλωμα. Ακουλούθως ανεβαίνει στα Μπουρλέκια (Νερά).
Τα πυροβόλα του πύργου των Λαζαίων βάλλουν προς την εξωτερική περίμετρο του χωριού και ανακόπτουν κάπως την ορμή των Τούρκων, που εισβάλλουν στο χωριό χωρίς σοβαρή αντίσταση. Τα γυναικόπαιδα καταφεύγουν στα Μπουρλέκια (Νερά), χώρος κατάλληλος για απόκρυψη και διασπορά, όπου οι χωρικοί, διαισθανόμενοι τον κίνδυνο, είχαν μεταφέρει τα κοπάδια τους και σημαντικό μέρος της κινητής περιουσίας του. Μάταια ο Διαμαντής με τον Κασομούλη και λίγους άνδρες τους, καθόσον οι περισσότεροι είχαν προστρέξει να διασώσουν τις οικογένειες τους, προσπαθούν ν’ ανακόψουν την εφόρμηση χιλιάδων Τούρκων και εισβάλουν στο χωριό. Τελικά κι εκείνο αποσύρονται στα Μπουρλέκια, όπου συναντούν φυγάδες και γυναικόπαιδα σε κατάσταση πανικού και απελπισία. Τρόφιμα άφθονα, κοπάδια εγκαταλειμμένα, αλλά που καιρός για τραπέζια! Σιγά σιγά και άλλοι διασωθέντες καταφθάνουν στο χώρο και ο όγκος των φυγάδων μεγαλώνει, όπως και το πρόβλημα της διάσωσης. Είναι 10 η ώρα το πρωί της Κυριακής του Πάσχα. Μια Πασχαλιά αλλιώτικη, μ’ εκπλήξεις, κινδύνους και θάνατο!..
Ήδη, καπνοί απ’ το πυρπολημένο χωριό της Μηλιάς σκέπαζαν το χωριό, και πυροβολισμοί δονούσαν τον αέρα με αλαλαγμούς χαράς των μεμέτηδων. Το χωριό πυρπολήθηκε άγρια. Ούτε κοτέτσι δεν έμεινε όρθιο! Μόνο ο πύργος των Λαζαίων κρατούσε γερά στις επιθέσεις των Τούρκων, χάρη στην οργάνωση της άμυνάς του, από τον έμπειρο οπλαρχηγό Γούλα Δράσκο, που συνόδευε τον «Γενικό Αρχηγό» της Επανάστασης του Ολύμπου Γρηγόριο Σάλα – Έλληνα, Ρώσο αξιωματικό σταλμένο από τον Υψηλάντη- , και τους επιτελείς του. Εξαρχής της εφόρμησης των Τούρκων στο χωριό, ο Δράσκος, διαβλέποντας τις εξελίξεις και τον άμεσο κίνδυνο απώλειάς τους, κράτησε μόνο 50 περίπου εκλεκτούς άνδρες του και έδιωξε όλους τους άλλους στα Μπουρλέκια, στο χώρο συνάντησης όλων. Κατόπιν κλείστηκε στον πύργο, με τον Σάλα και τους επιτελείς του, – ανάμεσά τους διακρινόταν ο ιερωμένος φιλόσοφος και ένθερμος πατριώτης Θεόφιλος Καϊρης – περιμένοντας να νυχτώσει.. Κατά την προσυνεννόηση με τους επικεφαλής του αγώνα, επειδή στον πύργο είχαν καταφύγει αρκετά γυναικόπαιδα, που ήταν αδύνατο να διαφύγουν την νύχτα αβοήθητα, συμφώνησαν να έρθη εξωτερική βοήθεια τη νύχτα, από τους εξελθόντες αγωνιστές με τους οπλαρχηγούς τους, Καρακώστα, Μπίνο, Γιάννη Λάζο, και να προσβάλλει τους Οθωμανούς με σφοδρή νυχτομαχία, δίνοντας την ευκαιρία στους έγκλειστους του πύργου να διαφύγουν προς τα δυτικά και να διασωθούν.
Ο Γούλας Δράσκος – αρχηγός και υπεύθυνος διάσωσης των έγκλειστων του πύργου, καθόσον οι Τούρκοι είχαν αρχίσει ήδη να τους πολιορκούν, από τις μεσημβρινές ώρες της πρώτης ημέρας του Πάσχα (2.4.1822) – κατά το σχέδιο βοήθειας εξόδου τους – , και υποψιαζόμενος, ότι οι πολιορκητές θα μετέφεραν πυροβόλα, για την άλωση του πύργου και την καταστροφή τους την επομένη, περίμενε ως τα μεσάνυχτα βοήθεια απ’ έξω. Δυστυχώς επικουρίες από το κύριο σώμα δεν φάνηκαν, για αιφνιδιασμό των Οθωμανών με νυχτομαχία σε άγνωστο μέρος που εκείνοι απέφευγαν… Έτσι, ο πολύτροπος Δράσκος, μηχανεύτηκε έξοδο σωτηρίας «εν τω άμα», για ν’ ακολουθήσει «.. και το θάμα»: Διέταξε τις εξωτερικές σκοπιές ν’ αποσυρθούν αθόρυβα στο δυτικό ισόγειο του πύργου, απαγόρευσε κάθε πυροβολισμό και άναψε τρεις μεγάλες λαμπάδες σ’ ένα ανοιχτό βαρέλι μπαρούτι στην υπόγεια αποθήκη των πολεμοφοδίων, εφοδίασε τους άνδρες με ό,τι και όσα εφόδια μπορούσαν να μεταφέρουν και, μετά 1-2 λεπτά κατόπτευσης του χώρου κίνησης εξόδου, ένας – ένας οι.. αποκλεισμένοι ελευθερώνονταν, κατευθυνόμενοι – με ντόπιους οδηγούς – στο χώρο Βίγλες, επιβλητικό ύψωμα άνω – στα δεξιά της Μηλιάς… Οι Τούρκοι, βλέποντας φως και τάφου σιγή, ήταν βέβαιοι ότι οι ραγιάδες ήταν εκεί και το πρωί θα σήκωναν άσπρο πανί! Σε πέντε λεπτά όλα είχαν τελειώσει, και ο πύργος εκεί… σε 10 λ. όλοι – και χωρίς πρόβλημα – ήταν στις Βίγλες, δοξάζοντας τον Θεό για τη σωτηρία τους…
Όμως ξαφνικά η γη τραντάχτηκε συνθέμελα, ένα φωτεινό σύννεφο στο σκοτάδι τινάχτηκε πάνω απ’ τον πύργο, κι ένας τρομερός κρότος έκρηξης σάρωσε την περιοχή.
Επιτέλους, το φως της αναστάσιμης λαμπάδας των Λαζαίων έδωσε τη λύση, φτάνοντας στο μπαρούτι του βαρελιού της υπόγειας αποθήκης των πυρομαχικών… σε 3-4 δευτερόλεπτα – τα μεσάνυχτα της 2-3 Απριλίου 1822- ο περήφανος πύργος των Κλεφταρμοτολών Λαζαίων της Μηλιάς, είχε γίνει σωρός ερειπίων, όπως τον ενθυμούμαστε παλαιότεροι κι αναπολούμε τα περασμένα με περίσκεψη…
Όμως τα βάσανα – των Ολύμπιων Κλεφταρματολών της περιόδου του Μεγάλου αγώνα στα Πιέρια και στον Όλυμπο, δεν είχαν τελειώσει με την ανατίναξη του πύργου στη Μηλιά και τη σωτηρία των αποκλεισμένων που, μετά το σοκ της έκρηξης, κινήθηκαν ταχύτατα προς τα Μπουρλέκια, να συναντήσουν το κύριο σώμα των φυγάδων και των αγωνιστών. Φτάνοντας όμως εκεί, τις πρωινές ώρες της δεύτερης ημέρας του Πάσχα, δοκίμασαν έκπληξη και απογοήτευση μαζί! Δεν υπήρχε κανείς.. « κοπάδια ζώων – χωρίς κουδούνια – τριγύριζαν στο δάσος, μουλάρια, άλογα και γαϊδουράκια ελεύθερα, πλήθος εγκαταλειμμένων πραγμάτων, κάδων με κρέατα και τυριά, ψωμιά, ό,τι μπορούσε να φανταστεί κανείς! Συσκέφτηκαν οι αρχηγοί, μα δεν άκουσαν τις συμβουλές του Δράσκου, να φύγουν κι αυτοί αμέσως προς Φτέρη – Αντιχάσια- Θεσσαλία- Άγραφα. Παρέμεινα στα Μπουρλέκια, άναψαν φωτιές, έσφαξαν γίδες, ετοίμασαν σούβλες, έψησαν τα σφαχτά και την ώρα που έστρωναν τραπέζι, να σου και οι Τούρκοι! Επακολούθησε σύγκρουση – ευτυχώς χωρίς θύματα – με ισχυρή δύναμη Τουρκαλβανών. Ολοι κατευθύνθηκαν προς Φτέρη, διαφεύγοντας τον κίνδυνο και μεταφέροντας, τους τραυματίες, μεταξύ των οποίων και τον Θεόφιλο Καϊρη, φτάνοντας τελικά στον Ασπροπόταμο, φιλοξενούμενοι του Αρματολού Στουρνάρη.
Παραμένει όμως το ερώτημα, τι απόγινε το πρώτο τμήμα των φυγάδων με τα γυναικόπαιδα και τους αγωνιστές συνοδούς τους; Από τους ιστορικούς μας κι από τον τότε πρωθυπουργό Σπυρίδωνα Τρικούπη (υπουργό Επικρατείας τον ονόμαζαν τότε…), από τον Θεόφιλο Καϊρη και το έργο του βιογράφου Δημ. Πασχάλη, συμπληρουμένους από γραπτές σχετικές αναφορές την οικογένειας του στρατηγού του Αγώνα – Διαμαντή Νικολάου και από την προφορική παράδοση, πληροφορούμαστε – συνοπτικά – ότι: «Μετά την πρωινή – δραματική – φυγή των γυναικόπαιδων και των αγωνιστών, ακολούθησε σύσκεψη των οπλαρχηγών στα Μπουρλέκια κατά την 10η π.μ. ώρα, με πρωτοβουλία του Διαμαντή Νικολάου, περί του πρακτέου… Αποφασίστηκε άμεσα αναχώρηση όλων και καταφυγή τους – σε α΄φάση – στη θέση Κρεβάτια – Ξερολάκκι του Ολύμπου, μέσω του Ζειάσιακου ( της γενέτειρας των προγόνων σας) ως πρώτον σταθμό διαφυγής. Αμέσως κινήθηκαν τα γυναικόπαιδα (άγνωστος αριθμός τους) με το συνοδευτικό σώμα και , μετά από πολύωρη δραματική πορεία, – μέσα στα χιόνια κρατούσε ακόμη σε μεγάλο υψόμετρο – έφτασαν νύχτα στο Ζειάσιακο. Εδώ κατέλυσαν κρυφά, φιλοξενούμενοι από τους πατριώτες του χωριού έως το βράδυ της δεύτερης ημέρα του Πάσχα (3.4.1822), όταν αναχώρησαν σύσσωμοι, κατευθυνόμενοι κάτωθεν της αρχής των Στενών της Πέτρας, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί από τους φύλακες των Στενών (Καρακόλι). Η προσπάθεια διάσωσης θα ήταν απόλυτη, αν οι Τούρκοι δεν αντιλαμβάνονταν θόρυβο… Τα γυναικόπαιδα διέφυγαν προς τη μονή και κρύφτηκαν, οι Τούρκοι ψάχνοντας προσέγγισαν. Οι γυναίκες που κρατούσαν βρέφη και έκλαιγαν, για να μην τους εντοπίσουν οι τύραννοι και απωλεσθούν όλοι, τα έπνιξαν όλα! Μεταξύ των γυναικών ήταν και η σύζυγος του μετέπειτα στρατηγού Διαμαντή Νικολάου Μεταξία, που έχασε δύο παιδιά της κατά δραματικόν τρόπο. Οι Τούρκοι έφυγαν, τα γυναικόπαιδα διασώθηκαν και έφτασαν στα κρησφύγετα του Ολύμπου. Έμεινε όμως η τραγική βρεφοκτονία των Ολυμπιωτισσών, για να μας θυμίζει πως η Ελευθερία μας αποκτήθηκε με πολύ αίμα, πολλές τραγικές θυσίες, πόνους και δάκρυα!
Θα μπορούσαμε μέρες και μήνες να παραθέτουμε λεπτομερώς την πατριωτική ηρωική διαδρομή των Ολυμπίων. Αυτό όμως είναι ανέφικτο για όλους!
Η γεωλογία έχει χωρίσει τον Όλυμπο στα δύο: τον «Κάτω Όλυμπο», εκείνον που σχηματίζει τη δεξιά πλευρά των Τεμπών ( από Μακεδονία προς Θεσσαλία) και βορειότερα τον «Υψηλό Όλυμπο», με τις έξι (6) ψηλότερες κορφές του, που ορθώνονται ωσάν μονόλιθοι, με τις αμέτρητες ράχες και βαθιές χαράδρες του, για να δικαιώση την ονομασία του «πολύπτυχου» βουνού, όπως το έλεγαν οι αρχαίοι… Εδώ λοιπόν, στον Όλυμπο, ακούστηκαν τα πρώτα κλέφτικα τραγούδια, εδώ βρόντηξε το καριοφίλι και σήμανε την έξοδο των Ολυμπίων – «στους χώρους της Λευτεριάς», στις απάτητες κορφές του μυθικού βουνού, στ’ απάτητα λημέρια των τουρκομάχων – Ολύμπιων Κλεφτών. Σ’ αυτόν τον χώρο τον αιματοβαμμένο, τον ολυμπικό, πορεύτηκαν άνδρες γενναίοι, ήρωες απαράμιλλοι, άνδρες και γυναίκες που αψηφούσαν τον θάνατο, που θυσίασαν τα πάντα για την λευτεριά των Ελλήνων. Αυτοί ήταν οι Ολύμπιοι Κλεφταρματολοί! Ήταν αυτοί, για τους οποίους, ο αγωνιστής και ιστορικός Κασομούλης, αυτόπτης και συμμέτοχος του Αγώνα των Ολυμπίων κατά την Εθνεγερσία του ’21, σημειώνει:
«Η ιστορία θα πρέπει να θεωρήσει άλλους, παρά τους στρατιωτικούς τούτους, ως τα πρώτα στηρίγματα της αναγεννήσεως της Ελλάδος, επί των οποίων ακούμβησαν τας ελπίδας των, και ο κλήρος, και οι πρόκριτοι, και οι έμποροι και οι πεπαιδευμένοι της Ελλάδος, και έπειτα τα λοιπά στοιχεία (… ο λαός), εις την αποκατάστασιν της !… Ανάμεσα σ’ αυτούς εξέχουσαν θέσιν έχουν οι Ολύμπιοι Κλεφταρματολοί! Αυτός ήταν ο Όλυμπος και αυτοί ήταν – διαχρονικά – οι «ένοικοι» του, οι Ολύμπιοι Κλεφταρματολοί!…