– Που την θυμήθηκες αυτήν την ατάκα! Εγώ την είχα ξεχάσει! Άκου ξερ΄ς ποιος είμαι εγώ!
– Αχ! Είναι… είναι… μερικά πράγματα δεν μπορούμε να τα αποφύγουμε, δεν ξεχνιούνται ρε, είναι μέσα μας, μερικές φορές τα κρύβουμε γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς, αλλά όταν είναι να βγουν στην επιφάνεια, εκτινάσσονται, πετάν φωτοβολίδες, κρότους, σπίθες που καταλήγουν… και από δω παν κι οι άλλοι!
– Ρε, ναι!
– Είδες τι είναι ο Έλληνας; Πιάνει μια καρέκλα δένεται επάνω της μπορεί να ρίξει και λίγη κόλλα…
– Σιγά ρε, τα παραλές, άκου κόλλα, δεν θα μπορεί να σηκωθεί!
-Αυτό θέλει, μπας και τη χάσει, κολλημένη πάνω του, νομίζει ότι δεν μπορεί να την χάσει με τίποτα!
– Σιγά που θα την χάσει! Έχουμε δει καν και καν διαγραφές που μετά την λήθη, διεγράφη η διαγραφή, εξανεμίστηκε στους αγέρηδες και όλα καλά, όλα ήρεμα, ένα… ήσυχα παιδιά, δεν συμβαίνει τίποτα, όλα καλά!
– Λες, ε;
– Λέω και παραλέω! Το θέμα όμως δεν είναι αυτό! Το θέμα είναι να σταματήσουμε να σκεφτόμαστε έτσι, να λειτουργούμε έτσι, διότι το ξέρεις ποιος είναι εγώ δεν διαρκεί για πάντα, ! Τι σημαίνει το ποιος είμαι εγώ! Από πού μεγάλωσε το εγώ σου; Επειδή σε ψήφισαν κανα δυο, κανα πέντε κανα μερικές χιλιάδες; Και τι σημαίνει αυτό φίλε μου; Ξέχασες ποιος είσαι και ρωτάς κάποιον άλλον; Το έχεις χαμένο τότε! Κι εμείς το ‘χουμε χαμένο διότι αν ψηφίσαμε κάποιον που δεν ξέρει ποιος είναι και ρωτάει εμάς, καιρός είναι να μαζέψει τα μπογαλάκια του και να γυρίσει στο σπιτάκι του, να πιάσει τα όπισθεν και να αράξει εις τον καναπέ της οικίας του, να πιάσει το τηλεκοντρόλ και να κάνει ζάπινγκ! Γκαίγκε;
– Αχ! Καλά τα λες μωρέ! Αλλά δεν αλλάζει τίποτα! Ο Έλληνας ποτέ δεν αλλάζει, αυτά είναι τα στολίδια του και δεν μπορεί να τα αποχωριστεί!
– Το θέμα είναι και πάλι ότι κι εμείς έχουμε στενοκέφαλη μνήμη και ενεργούμε παρομοίως και αυτό είναι γνωστό τοις πάσι!
– Δηλαδή;
– Δεν έχει δηλαδή! Έχει γιατί!




























