Ανήκει στην παλιά γενιά των ζωγράφων. Μαζί με τον Αθ. Σταθακόπουλο και το Γιάννη Γκόγκο αποτελούν την τριάδα των ζωγράφων της 10ετίας του 70, και η καλλιτεχνική τους φλέβα είναι μάλλον αυθεντική και ιδιοπρόσωπη. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν δέχθηκαν επιρροές. Είναι κυρίως όμως χάρισμα. Αυτό δείχνει και η ιδιαιτερότητα του καθενός από τους τρεις τόσο στο χρωστήρα, την επιλογή των χρωμάτων, όσο και στα θέματα.
Είναι ζωγράφος κυρίως προσώπων άλλοτε μακρινών και αέρινων, άλλοτε κοντινών και σκληρών. Όσο περνούν τα χρόνια τα σχέδιά του μοιάζουν περισσότερο γεωμετρικά και τα χρώματά χαμηλώνουν τους τόνους. Η ωριμότητα προσδίδει στο έργο του μια άλλη αύρα χωρίς να χάνεται ο προσωπικός χαρακτήρας της δημιουργίας του αυτός της επικοινωνίας με ένα κόσμο σε αναταραχή που δυσκολεύεται να οριοθετήσει τη ζωή του.
Τον χαρακτηρίσαμε άνθρωπο χαμηλών τόνων, αλλά καλλιτέχνη ιδιαίτερων και μας είπε:
Η συνέντευξη του Αθανάσιου Καραμήτα στο Ολύμπιο Βήμα
Είστε άνθρωπος χαμηλών τόνων, αλλά ζωγράφος μάλλον ιδιαίτερων;
«Η άποψη αυτή δεν ξέρω πως προέκυψε, για το χαμηλών τόνων. Δεν είναι στον χαρακτήρα μου να αυτοπροβάλλομαι. Επομένως εάν αυτό θεωρηθεί χαμηλών τόνων, θα το δεχτώ με μια επιφύλαξη. Και ζωγράφος ιδιαίτερου χαρακτήρα αυτό σημαίνει ότι υπάρχει στην δουλειά μου, κάποιο προσωπικό ύφος. Καθ' ένας ζωγράφος, είναι ζωγράφος ιδιαίτερου χαρακτήρα. Ο καθένας είναι ο εαυτός του. Οπότε όταν βγάζει τον εαυτό του, είναι κάτι ιδιαίτερο. Το θέμα είναι, τι μπορούμε να βγάλουμε, πώς μπορούμε να το βγάλουμε και πως θα το δεχτεί ο θεατής».
Λέγεται ότι η μουσική έχει μια ταύτιση με τα μαθηματικά. Εσείς ανακαλύψατε μια ταύτιση με την ζωγραφική; Οι δύο ενασχολήσεις σας έχουν σχέση μεταξύ τους;
«Η ζωγραφική και τα μαθηματικά, ας πούμε ότι είναι αποδεδειγμένο πως υπάρχει κάποια ταύτιση. Τα μαθηματικά μπορούν να μπουν μέσα στην ζωγραφική, έτσι ώστε να προκύψει μια αρμονία στην σύνθεση. Να προκύψει μια δυναμικότητα εάν θέλουμε, μια ισορροπία. Επίσης όταν υπάρχει μια μεγάλη ένταση και αυτό επίσης είναι μαθηματικά. Σίγουρα αυτό μπορεί να μην γίνεται φανερό. Αλλά επειδή είμαι και μαθηματικός δεν παύω να πιστεύω ότι τα μαθηματικά, όλο και κάπου υπάρχουν. Σε ότι και αν κάνουμε κάπου ενδόμυχα τα μαθηματικά μπλέκονται».
Μοντέρνα ζωγραφική, μοντέρνα τεχνοτροπία. Τη διδαχτήκατε, την εμπνευστήκατε ή σας προέκυψε;
«Αυτό μπορώ να πω ότι προέκυψε. Γιατί όταν ξεκίνησα την ζωγραφική, δεν υπήρχαν ζωγράφοι πολύ μοντέρνοι. Αν και το μοντέρνο, σημαίνει το περίφημο ¨εδώ και τώρα¨. Ζωγραφίζω, εκφράζω, αυτό που συμβαίνει αυτή την στιγμή και εδώ. Απέκτησε μια παγκοσμιότητα, γιατί το ¨εδώ¨ έχει γίνει παγκόσμιο. Το ¨τώρα¨ υπάρχει εδώ και χρόνια. Επομένως, αυτή η έννοια υπάρχει μέσα στο μοντέρνο. Έτσι κάτι με ωθούσε, ίσως η αφαιρετικότητα που έχουν τα μαθηματικά, με ώθησε να στραφώ προς μια τέχνη, η οποία είναι αφαιρετική, αν μπορώ να την χαρακτηρίσω. Δηλαδή, ουσιαστικά δεν παρουσιάζω, δεν εκφράζω, αυτό που μπορεί να γίνει εύκολα αναγνωρίσιμο από τον θεατή. Αλλά έχω την ελπίδα ότι, βλέποντας ένα έργο μου, κάπως θα το ψάξει και θα κάνει τις δικές του αναγνώσεις».
Δεν ήταν πολλοί οι ζωγράφοι της Κατερίνης και εν ζωή έμειναν λίγοι. Αλήθεια πόσοι είστε σήμερα;
«Πριν από λίγο καιρό, βράβευσε ο Σύλλογος Καλλιτεχνών, τον Σταθακόπουλο, τον Γιάννη Γκόγκο και εμένα. Και μάλιστα πριν γίνει η βράβευση, τους είπα, κάντε γρήγορα γιατί μείναμε τρείς από τους παλιούς. Μην αρχίσετε να βραβεύεται δύο ή έναν. Οπότε οι παλιοί, παλιοί είμαστε εμείς οι τρείς, που ιδρύσαμε και τον Σύλλογο το 79' ή το 80'».
Δίπλα σε ποιόν μαθητεύσατε και ποιόν θεωρείται κατά κάποιο τρόπο καλλιτεχνικό σας πρότυπο;
«Η επαφή μου με την ζωγραφική, έγινε όταν σπούδαζα στο μαθηματικό τμήμα του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Συμπωματικά, στο ισόγειο της πολυκατοικίας που έμενα, ήταν το ατελιέ, ενός ζωγράφου, με τον οποίο είμαστε ακόμη φίλοι. Από εκεί ξεκίνησα, ήταν το ερέθισμα μου. Αργότερα γνωρίστηκα με τον Σάββα Κωνσταντινίδη, ο οποίος ήταν στην καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών Θεσσαλονίκης, από τον οποίο πήρα κάποια πράγματα. Στην συνέχεια φοίτησα και εγώ στην σχολή. Εκεί είχα καθηγητή εργαστηρίου τον Κυριάκο Μορταράκο, τον Γιώργο Τσακίρη και τον Σάββα Κωνσταντινίδη. Τον Γιώργο Κατσάγγελο φωτογραφία, τον Ξενίδη Σαχίνη χαρακτική. Και μάλιστα μ' εκείνο το πέρασμα από την σχολή, υποτίθεται ότι εμπλουτίζεσαι με κάποιες γνώσεις, με κάποια εμπειρία, αλλά χάνεις την αθωότητα για τα πράγματα που κάνεις. Όταν αρχίζεις να κάνεις κάτι το σκέφτεσαι δύο φορές και στα εικαστικά δεν είναι καλό να είσαι τόσο δομημένος».
Η τελευταία έκθεση σας είχε τίτλο «Η ποιητική του χώρου». Έχει ποιητική ο χώρος; Και πώς τον αντιλαμβάνεστε;
«Ο χώρος δεν έχει ποιητική, αλλά την δημιουργούμε εμείς. Είναι ένας τίτλος που δόθηκε σε αυτή την έκθεση, γιατί υπήρχαν συνθέσεις, οι οποίες, τουλάχιστον υπονοούσαν κάποιο χώρο. Κάποιο χώρο εξιδανικευμένο, που μπορεί να υπήρχαν φιγούρες ή όχι. Ανάλογα πως μπορούσε να δει το έργο ο καθένας. Ο τίτλος ήταν πρόταση της Ειρήνης Γρηγοριάδου, που έγραψε και το ιστορικό σημείωμα για αυτή την έκθεση».
Τι οδηγεί το χέρι σας όταν ζωγραφίζετε, η ανάγκη να πείτε κάτι, να εξωτερικεύσετε ένα συναίσθημα, να επικοινωνήσετε με ένα άλλο σύμπαν ή όλα αυτά είναι ανούσια και βαρύγδουπα; Είναι με άλλα λόγια οι καλλιτέχνες κάτι διαφορετικό;
«Έχω μια ανάγκη, να εκφράσω κάποια πράγματα. Μέσον είναι το χρώμα και το τελάρο. Σίγουρα θέλω να επικοινωνήσω μέσα από αυτά τα πράγματα. Γιατί εάν κάνεις κάτι και δεν το δείχνεις ή εάν γράφεις κάτι και δεν το παρουσιάζεις, είναι σαν να μην το έχεις κάνει. Το εκθέτω, σημαίνει εκτίθεμαι. Και το εκτίθεμαι είναι δύσκολο πράγμα. Γιατί είσαι υποχρεωμένος να αντιμετωπίσεις, να δεχτείς, να απορρίψεις, την άποψη του καθενός. Από εκεί και πέρα θα θεωρήσω επιτυχία, όταν ένα έργο μου δεν περάσει απαρατήρητο. Θα δεχτώ μια συζήτηση με κάποιον που θα το δει, είτε του αρέσει είτε όχι. Γιατί δεν μπορούμε όλοι να έχουμε την ίδια αισθητική».
Η πρόσφατη έκθεση σας με τα 41 σχέδια από γυναικεία πρόσωπα και φιγούρες δείχνει ένα κόσμο απόμακρο. Χάθηκε η προσωπική επαφή, ο κόσμος γίνεται αλλιώτικος, πιο μοναχικός;
«Εκεί ήταν περισσότερο η σχέση που έχει ο άνθρωπος με τον χώρο του. Όταν λέμε χώρος, τοπίο, μέρος, σίγουρα είναι οτιδήποτε υπάρχει αλλά μέσα είναι και ο άνθρωπος. Και να μην ξεχνάμε όλοι ήμαστε πλασμένοι από την ίδια ύλη. Επομένως οι φιγούρες που έκανα, δεν σημαίνουν ότι πρέπει να είναι αναγνωρίσιμα αυτά τα πρόσωπα. Είναι κάποιοι άνθρωποι, οι οποίοι μπορεί να διαχέονται στο περιβάλλον, να μπαίνουν, να βγαίνουν, να γίνονται ένα με αυτό. Και αυτό σημαίνει, ότι όλοι μας (περιβάλλον και εμείς) είμαστε το ίδιο πράγμα. Άρα όταν δεν προσέχουμε το περιβάλλον, είναι σαν να μην προσέχουμε τον εαυτό μας.
Από την εμπειρία σας ως δάσκαλος βλέπετε την δυνατότητα η πόλη να εξελιχθεί σε φυτώριο νέων καλλιτεχνών; Ή το είδος δεν παρουσιάζει πλέον ενδιαφέρον;
«Υπάρχει νέος κόσμος που δουλεύει, που προσπαθεί και τα καταφέρνει. Τα νέα παιδιά δεν ζητούν παρά μια ευκαιρία να παρουσιαστούν. Να βγουν μπροστά. Και βέβαια η Κατερίνη δεν έχει γκαλερί. Αν εξαιρέσουμε το βιβλιοπωλείο Μάτι που είναι ιδιωτική γκαλερί και την αίθουσα της Αστικής Σχολής, δεν βλέπω άλλο χώρο, ο οποίος θα μπορούσε α φιλοξενήσει εικαστικά».
Μαρία Κορομήλη