Πριν από μερικά χρόνια, τότε που είχαμε λεφτά, αγοράζαμε τα φρούτα και τα λαχανικά μπόλικα και πλουσιοπάροχα, με τα κιλά και τα τελάρα.
Γράφει ο Θόδωρος Δημητριάδης
Και βλέπαμε με συμπόνια τους ξένους, που αγόραζαν με το κομμάτι, π.χ. δύο ντομάτες, τρία ροδάκινα, μία φέτα καρπούζι. Ήρθαν, όμως, τα πάνω κάτω, και τώρα ψωνίζουμε κι εμείς σαν τους ξένους, φτωχικά, μίζερα και στερημένα.
Φταίνε τα μνημόνια και το άγριο τσεκούρωμα μισθών και συντάξεων. Φταίει και η τρίχρονη πανδημία. Φταίει ο πόλεμος στην Ουκρανία. Φταίει ο πληθωρισμός και η ακρίβεια. Φταίνε και οι μεσάζοντες. Και η αισχροκέρδεια.
Η κατάσταση, όπως μάς την περιγράφουν οι ίδιοι οι παραγωγοί, είναι η εξής:
Σε είδος πολυτελείας τείνουν να μετατραπούν τα καλοκαιρινά φρούτα, καθώς πωλούνται στο ράφι ακόμα και σε εξαπλάσιο τιμή από αυτή που «φεύγουν» από το χωράφι. Ροδάκινα από 0,65 ευρώ, που «φεύγουν» από το χωράφι φτάνουν στην κατανάλωση ακόμα και στα 3,5 ευρώ/κιλό, τα νεκταρίνια από 0,75 ευρώ/κιλό καταλήγουν στις μεγάλες αλυσίδες στα 4,50 ευρώ/κιλό, ενώ τα βερίκοκα από 0,70 ευρώ/κιλό φτάνουν στο πιάτο μας στα 4 ευρώ/κιλό.
Συμπέρασμα:
Τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα. Ο γεωργός είναι πάντα αδικημένος. Εάν έχει καλή παραγωγή και βγάλει μεγάλη ποσότητα, οι τιμές είναι ξεφτιλισμένες και δεν θα πάρει λεφτά, ίσως κα να του μείνουν απούλητα. Εάν πάθει ζημιά από κακές καιρικές συνθήκες, και καλές να είναι οι τιμές, πάλι δεν θα πάρει λεφτά γιατί δεν θα έχει να πουλήσει. Οι μόνοι που δεν επηρεάζονται από τίποτα και βγάζουν πάντα λεφτά, είναι οι μεσάζοντες.
Κι εμείς οι καταναλωτές μαθαίνουμε πλέον τον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής. Ψωνίζουμε δύο ντομάτες και τρία ροδάκινα.