Ενός λεπτού σιγή για όσα χάσαμε και φτάσαμε στου κακού τη σκάλα. Η μελέτη της ιστορίας, η θύμηση του χθες, μας επιτρέπει να συνομιλήσουμε με το ΤΩΡΑ και να χαράξουμε μονοπάτια για το αύριο.
Το πρώτο που χρειαζόμαστε ως κοινωνία, είναι η εσωτερική μας αλλαγή. Για να αλλάξουν τα πράγματα, πρέπει να αλλάξουμε εμείς. Κάποτε βράχνιαζε η φωνή μας με τα κομματικά συνθήματα των πολλών αποχρώσεων. Ο καθένας νόμιζε πως φώναζε για το καλύτερο, αλλά όλοι μαζί φέραμε την καταχνιά. Αυτή που έγινε ένας λυγμός μνημονιακών διαστάσεων για τα δεινά της Ελλάδας και του Έλληνα.
Ενός λεπτού σιγή για τα μεγάλα και ουσιαστικά που πετάξαμε στο καλάθι με τα άχρηστα, για να υιοθετήσουμε τα ανάλαφρα και τα ρηχά που έφεραν όλα τα ρημάδια που υπηρετήσαμε.
Ενός λεπτού σιγή για την ατομική ευθύνη που την πνίξαμε μέσα στην πολύχρωμη βουή της κομματικής πανούκλας που δολοφόνησε το αύριο.
Κάποτε η γιαγιά με τη μάνα μας ασβέστωναν τους τοίχους μαζί και ο βασιλικός και η μαντζουράνα στο παράθυρο συμβόλιζαν την αξιοπρέπεια και την αρχοντιά. Τώρα ο τοίχος έχει μουντζούρες από πολύχρωμες μπογιές και αντί να μοσχοβολά η γειτονιά, οι εχθροί της παγκοσμιοποίησης καίνε και ρημάζουν αυτοκίνητα, δημόσια κτίρια και μαρμάρινα μνημεία, χωρίς να υπάρξει τιμωρία!
Ενός λεπτού σιγή για τις συνέπειες του Εμφυλίου, που ενώ τελείωσε το 1949, πήρε παράταση μέχρι και την πτώση της «Χούντας», το 1974. Στο ενδιάμεσο διάστημα τόσων χρόνων είδαμε το περίεργο, οι ηθικοί νικητές να είναι οι ηττημένοι του «κόκκινου βουνού». Σε μια μεγάλη μερίδα Ελλήνων, αυτών που αυτοπροσδιορίζονταν προοδευτικοί, δημοκράτες και κοινωνικοί αγωνιστές, οι νικητές στο πεδίο των μαχών έγιναν ουσιαστικά οι ηττημένοι του Εμφυλίου!
Έτσι, όλη η μεταπολίτευση με μπροστάρη τη γενιά του Πολυτεχνείου είχε ως μάθημα το αφήγημα των κατατρεγμένων του Εμφυλίου. Έπρεπε να είσαι αριστερός και να παρουσιάζεσαι ως θύμα του πολιτικού κατεστημένου των μαύρων χρόνων, θύμα της εκάστοτε κακής κυβέρνησης (την οποία προηγουμένως εσύ είχες ψηφίσει, για να έχεις εισιτήριο για εξέλιξη στον τομέα που επέλεξες).
Ο διορισμός στο δημόσιο ήθελε προσόντα προοδευτικά και απαιτούσες με οργή και αγανάκτηση τα θέλω σου. Όλα αυτά φυσικά οδήγησαν σε ένα καθεστώς κομματοκρατικό, που δεν είχε σχέση με ιδιωτική ή κρατική υπόσταση. Ακόμα και στο σχολείο η βαθμολογία ήταν όλοι με Α στο δημοτικό και όλοι με 20 σε γυμνάσιο και λύκειο, για να μην έχουν τα παιδιά ψυχολογικά προβλήματα. Για να καταργηθεί και αυτή η βάση του 10 και μετά η αριστεία.
Τόση ήταν η αξιοσύνη, που ισοπεδώσαμε όλες τις αξίες και η παιδεία έγινε εκπαίδευση, όπως εκπαιδεύεις ένα σκύλο να πιάνει το κόκκαλο που του πετάς.
Επειδή η ανοησία είναι μεταδοτική, οι πολύχρωμοι κυβερνώντες διαχρονικά, για να ξαναπάρουν την εξουσία, υποχωρούσαν σε κάθε θέλω του όχλου. Και αυτοί βέβαια έπαιρναν το κάτι τις τους. Η Siemens και η Novartis μοίραζαν παντεσπάνι. Η διαφθορά ήταν το βούτυρο στο ψωμί της εξουσίας, σπατάλες για τους μη προνομιούχους και τους κοινωνικά αδικημένους και η εκλογική πελατεία είχε ως μέτρο τον εκμαυλισμό, για να ξαναψηφίσει τη συνέχεια της ανωμαλίας.
Ο κάποτε φιλόπονος και φιλότιμος Έλληνας έγινε, χωρίς ντροπή και συνείδηση, καθ’ εικόνα και ομοίωση των κυβερνώντων, έγινε το ρεμάλι της κοινωνίας. Μια παγίδα που στήθηκε με πολιτικά παραμύθια, τον αυτοπαγίδευσε, έφερε την κοινωνική αποσάθρωση και τώρα όλη αυτή την καλοπέραση των χρόνων της μεταπολίτευσης την φορτώθηκαν κληρονομιά οι νέοι. Ένα πηγάδι από καημούς. Μια κατάντια που πληρώνεται πολύ ακριβά και θα τυραννήσει πολλές γενιές. Το ζητούμενο είναι να προλάβουμε, να μη χαθούμε!
Υ.Γ: Στην αρχαία Ελλάδα οι Έλληνες εκείνης της εποχής θεωρούσαν ως πρώτη τους υποχρέωση να τιμούν την πατρίδα, να την προστατεύουν και να την σέβονται. Όπως θεωρούσαν υποχρέωσή τους να τιμούν και να σέβονται τους γέρους.
Πολύ νερό κύλησε από τότε στους χρόνους τους κατοπινούς, με αναλαμπές και σκοτοδίνες, με νίκες και ήττες, αλλά το σαράκι του διχασμού πάντα «παρόν» να τρώει τα θεμέλια!
Η ιστορικός Μαρία Ευθυμίου, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο Αθηνών λέει: «Ιδιαίτερα κατά τα τελευταία 40 χρόνια υπήρξε και υπάρχει μια στάση των Ελλήνων αρνητική και ακυρωτική απέναντι στην Ελλάδα.
Στη μεταπολίτευση, με την αποκατάσταση της δημοκρατίας, αντί να αδράξουμε την ευκαιρία να επανεκκινήσουμε την κοινωνία μας σε μία νέα βάση, υγιή, βυθιστήκαμε στις αρρώστιες του παρελθόντος και είδαμε τον εαυτό μας σε αντιπαράθεση με τις προηγούμενες εποχές.
Και καθώς αυτές οι προηγούμενες εποχές εμπεριείχαν πολύ και πολλές φορές πεποιημένο και υποκριτικό πατριωτικό λόγο, αποφασίσαμε ότι ο πατριωτισμός – το να πονάς δηλαδή και να φροντίζεις τη χώρα σου, να προστατεύεις την κοινωνία σου και το δημόσιο αγαθό – είναι αντιδραστικό και φασιστικό φαινόμενο, ενώ το να την καις, να την καταστρέφεις και να βανδαλίζεις τη δημόσια περιουσία της, είναι προοδευτικό…».
Ταραχή εν κρανίω, όταν όλα όσα έγιναν και γίνονται μοιάζουν με λοβοτομή υπό την επίβλεψη της γάτας των Ιμαλάια και είναι σαν να μισήσαμε τον τόπο μας!
Εκεί που μοσχοβολούσαν οι γειτονίες με βασιλικό και ασβέστη, τώρα βανδαλίζονται οι ίδιες γειτονιές με πολύχρωμα μπογιαντίσματα και ο άσπρος τοίχος μοιάζει με λερωμένη σκηνή του Καραγκιόζη. Ένας λαός ξεπεσμένος και ένα πολιτικό σύστημα λαδωμένο και χειραγωγούμενο από αλλότριες δυνάμεις… και να οι μνημονιακή χολέρα!
Αυτή είναι η δημοκρατία της μεταπολίτευσης, που αμαύρωσε ακόμα και την ουσία της δημοκρατίας. Όπου ο πατριωτισμός στιγματίζεται και στοχοποιείται, η ανοησία και ο καιροσκοπισμός γίνεται σημαία.
Μια σαπίλα γύρω μας, με τη συμβολή όλων μας σε αυτό το κατάντημα και το ζητούμενο είναι αν θέλουμε να προλάβουμε, να μη χαθούμε! «Γιατί σήμερα είναι το αύριο που φοβόμασταν χθες» (Χάρου Κλυν).
Αλλά να θυμηθούμε και τον ποιητή… Ω Ελλάς ηρώων χώρα, τι γάιδαρους βγάζεις τώρα…!
Διαμαντής Θ. Βαχτσιαβάνος














































