Γράφει η Δέσποινα Ποικιλίδου
Χρόνος είναι εις πάντα
και καιρός παντί πράγματι
υπό τον ουρανόν. Εκκλησ. Γ’1
Πάει κι αυτό το καλοκαίρι, φίλε μου αναγνώστη!
Δεν ξέρω πως τα πέρασες εσύ;
Εγώ, μέσα στην μοναξιά μου εδώ στην Πλάκα, λόγω κορωνοϊού, το φιλοσόφησα.
Αυθόρμητα ο νους μου με ταξίδεψε και ανέσυρε με την απόχη της μνήμης, τα λόγια ενός ύμνου, που τόσο εύστοχα περιγράφει ο ποιητής.
Ως ταχύπτερος ο χρόνος,
πώς αφύπταται η πνοή
ως ημέρα του χειμώνος
αφανίζεται η ζωή.
Και σε ημέρα του καλοκαιριού ή όποιας άλλης εποχής, το ίδιο συμβαίνει.
Η ζωή προχωρά δυνατά, με ορμή και στιγμή δεν στέκεται.
Η κλεψύδρα ανεβοκατεβαίνει διαρκώς, ροκανίζοντας τον χρόνο, τις μέρες και τις ώρες μας.
Κάποιες φορές οι μέρες κλέβουν λίγο από τις νύχτες μας, άλλες πάλι φορές οι νύχτες μεγαλώνουν και σκοτεινιάζουν πιο νωρίς.
Όμως το εικοσιτετράωρο, παραμένει αναλλοίωτο, και η κάθε μέρα προστίθεται στα χρόνια μας και αφαιρείται από τη ζωή μας. Την όποια ζωή μας, των μετρημένων ημερών. Του λοιπού μένει σε μας, να κάνουμε σωστή χρήση του χρόνου μας, του όποιου χρόνου μας, «μη ως άσοφοι, αλλ’ ως σοφοί εξαγοραζόμενοι τον καιρό, διότι αι ημέρα είναι πονηραί.»
Ιδιαίτερα στις μέρες που ζούμε εμείς σήμερα, φίλε μου, εν μέσω του πρωτόγνωρου αυτού ιού, που επιτίθεται σε μικρούς και μεγάλους, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή.
Από την άλλη, οι φήμες πολέμου και οι απειλές σε καθημερινή βάση πως θα μας ρίξουν στη θάλασσα, όπως έκαναν πάλαι ποτέ με τους άοπλους, απροστάτευτους και προδομένους όπως πάντα από τους «συμμάχους» παππούδες μας, έχουν καταντήσει τα νεύρα μας, τσατάλια. Αιδώς Αργίοι!…
Ίσως αυτά τα ανθρωποειδή να είχε υπ’ όψη του ο… Δαρβίνος στις θεωρίες του. Εδώ θα βάλω τελεία, διότι η πένα μου αρνείται να ξοδέψει έστω και ελάχιστο μελάνι, για θέμα τόσο ανάξιο…
Άλλωστε παρ’ όλη την πρόοδο της επιστήμης και τα ανέλπιστα επιτεύγματά της , υπάρχουν τομείς ανεξερεύνητοι, ανεξιχνίαστοι, κρυμμένοι στα μύχια της ψυχής και του πνεύματος του ανθρώπου, που ανέκαθεν ψάχνει και ερευνά, την προέλευση και τον προορισμό, της προσέλευσης του σ’ αυτόν τον πρόσκαιρο πλανήτη γη.
Και όλ’ αυτά πρέπει να τα κάνει σύντομα και εν ευθέτω χρόνω, διότι τα πάντα ρει, και καιρός παντί πράγματι υπό τον ήλιον.
Πόσο παραστατικά τα περιγράφει ο Ψαλμωδός 4-4-9: Διότι χίλια έτη ενώπιόν σου, είναι ως ημέρα η εχθές, ήτις παρήλθε, και ως φυλακή νυκτός.
Κατακλύσεις αυτούς’ είναι ως όνειρον της αυγής, ως χόρτος όστις παρέρχεται, το πρωί ανθεί και παρακμάζει το εστέρας κόπτεται και ξηραίνεται.
Και πάλι: Επειδή πάσαι αι ημέραι ημών παρέρχονται εν τη οργή σου, διατρέχομεν τα έτη ημών ως διανόημα.
Αι ημέραι της ζωής ημών είναι καθ’ εαυτάς εβδομήκοντα, και εάν εν ευρωστία ογδοήκοντα έτη, πλην και το καλύτερον μέρος αυτών είναι κόπος και πόνος, διότι ταχέως παρέρχεται, και ημείς πετώμεν.
Κι εγώ κι εσύ, συνομήλικε φίλε μου, που πλέον διάγουμε τα εν ευρωστία, από τις μέρες της νεότητάς μας ερευνούμε και ψάχνουμε ενδελεχώς τον λόγο και την αιτία της ύπαρξής μας υπό τον ήλιον.
Η ζωοδότρα μάνα που γέννησε τον κάθε άνθρωπο, είναι απλώς η μήτρα μέσα στην οποία έπεσε ο σπόρος από τον χώρο των ψυχών και βρήκε πρόσφορο έδαφος και βλάστησε κι έφερε σάρκα και οστά, με τα βλαστοκύτταρα , τα λευκά και ερυθρά αιμοσφαίρια, τις αρτηρίες, τους τένοντες, με τους αμέτρητους νευρώνες στον εγκέφαλο και όλα τα’ άλλα όργανα, το καθένα για μια ιδιαίτερη λειτουργία.
Πρέπει να ήταν μεγάλος καλλιτέχνης και μεγάλος Αρχιτέκτονας αυτός που σχεδίασε αυτό το τέλειο αριστούργημα και μάλιστα του έδωσε πνοή από την πνοή Του.
Και η μάνα που γεννάει αυτό το πλάσμα, με τον ίδιο τρόπο την γέννησε και αυτήν κάποια άλλη μάνα.
Τώρα θα μου πεις, φίλε μου, πως και τα ζώα έχουν ζωή και αισθητήριο και ένστικτο. Ναι, αλλά αυτά δεν ξέρουν από πού ήρθαν και που πάνε, ούτε που τους περνάει από το νου.
Εμείς όμως ψάχνουμε και ερευνούμε από πού ήρθαμε, τον λόγο και την αιτία, και προς τα πού πάμε.
Μήπως ήρθαμε να φάμε, να πίουμε και να γλεντήσουμε; Για πόσο; Γιατί έπονται τα γεράματα, και μετά τι;
Και μη μου πεις πως όλοι τρώνε, πίνουν και γλεντάνε στη ζωή τους. Το πιο πολύ είναι πόνος και θλίψεις.
Ξέρεις πόσος κόσμος υποφέρει, πεινά, διψά και αδικείται κάθε μέρα;
Ξέρεις πόσα νεογέννητα πεθαίνουν, κάθε μέρα, γιατί δεν έχει γάλα ή πεινασμένη μάνα για να θηλάσει;
Μήπως θυμάσαι τον Ωνάση; Θα ήθελες να ήσουν στη θέση του; Εγώ όχι.
Μήπως θα ήθελες να ήσουν στη θέση όλων αυτών των σύγχρονων αλλά και των παλαιών ηγητόρων αυτού του μάταιου κόσμου που τον αιματοκύλησαν, και έχυσαν αθώο αίμα και πότισαν μ’ αυτό την γη, για ισχύ και εξουσία; Εγώ όχι. Και όποιος μου πει ολ’ αυτά τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας παραγράφονται και πως μετά θάνατο δεν υπάρχει κρίσις, δεν υπάρχει επέκεινα, εγώ θα του πω: Και αν υπάρχει;
Άρα, δύο τα ενδεχόμενα. Εσύ επιλέγεις πιο θα πιστέψεις;
Τον νόμο της ζούγκλας, οφθαλμόν αντί οφθαλμού, και μετά ανυπαρξία; ¨Η την εντολή του Θεού της αγάπης, αγαπάτε αλλήλους και μετά αιώνια ζωή συμπολίτες των αγίων και οικείοι του Θεού;
Η τελική επιλογή μας, θα καθορίσει το αιώνιο μέλλον μας…
Δέσποινα Χ. Ποικιλίδου
Ζωγράφος – Λογοτέχνης