Έχουν περάσει 112 χρόνια από την απελευθέρωση της Κατερίνης στις 16 Οκτωβρίου 2012. Καθώς ο καιρός ξεμακραίνει και η μνήμη ξεθωριάζει, μόνο τα ιστορικά αρχεία μπορούν να μας ξαναθυμίσουν τις επικές μάχες για την απελευθέρωση της Μακεδονίας και τον αγώνα εκείνων των ανθρώπων για την ελευθερία.
Επετειακά σας μεταφέρουμε εικόνες από τις σημαντικές εκείνες στιγμές που δεν πρέπει να ξεχνούμε.
…Oι δυνάμεις της Στρατιάς Θεσσαλίας στις 5.10.1912 διάβηκαν τα γνωστά σύνορα της «Μελούνας» σχεδόν χωρίς αντίσταση των Τούρκων και στις 6.10 ελευθέρωσαν την Ελασσόνα, την Κρανιά και τη Δεσκάτη.
Στις 7 και 8 Οκτωβρίου σχεδόν χωρίς αντίσταση των Τούρκων, οι ελληνικές δυνάμεις προσέγγισαν, κατά την προαναφερόμενη διάταξη, τα ιστορικά Στενά του Σαρανταπόρου, όπου επισκόπησαν το χώρο των Στενών και την ευρύτερη περιοχή. Επισημάναμε ήδη ότι το Σαραντάπορο ήταν στενωπός φύσει και θέσει οχυρή, αλλά και άρτια οχυρωμένη, με την επίβλεψη του Γερμανού στρατηγού Von der Golds, που δήλωσε με πολύ κομπασμό: «Το Σαραντάπορο είναι απόρθητο φρούριο και θα γίνει ο τάφος των Ελλήνων, εάν επιχειρήσουν να το καταλάβουν!».
Ήταν βεβαίως ζωτικής σημασίας, για τους Τούρκους και τους Έλληνες τα Στενά του Σαρανταπόρου, καθόσον από αυτά διερχόταν η αμαξωτή οδός Λάρισας – Κοζάνης προς όλο το υψίπεδο της διάβασης καίριας σημασίας για τους αντιμαχόμενους. Την επομένη – 9 Οκτωβρίου- η Στρατιά Θεσσαλίας εφάρμοσε, μετά από σφοδρό κανονιοβολισμό εναντίον των οχυρωμένων Τούρκων, σε όλη τη γραμμή άμυνας των Στενών του Σαρανταπόρου.
Οι Τούρκοι πρόβαλαν απεγνωσμένη άμυνα και ο στρατός μας, μαχόμενος κάτω από δυσμενέστατες καιρικές συνθήκες, είχε σημαντικές απώλειες και δεν πέτυχε να διασπάσει την άμυνα των Οθωμανών. Οι 5η (V) και 4η (IV) Μεραρχίες όμως που δρούσαν στ’ αριστερά της παράταξης, πέτυχαν ν’ ανατρέψουν την αντίσταση των Τούρκων στα οχυρώματα των Λαζαράδων, Κεφαλολίβαδου, Μεταξά, Πολύρραχου και προκατέλαβαν τα στενά της Πόρτας, που έλεγχαν τη διάβαση προς Σέρβια – γέφυρα Αλιάκμονα – υψίπεδο Κοζάνης – Καϊλάρια.
Ενώ οι Μεραρχίες ΙΙΙ, ΙΙ, και Ι μάχονταν στον κύριο άξονα των Στενών του Σαρανταπόρου, κάτω από δυσμενείς καιρικές συνθήκες, χωρίς να πετύχουν διάσπαση της αμυντικής γραμμής των Τούρκων και κατάρρευση της άμυνας των Στενών, έχοντας μεγάλες απώλειες, οι Οθωμανοί αντιλήφθηκαν ότι είχαν ήδη – αργά το βράδυ της 9.10.1912 – υπερφαλαγγιστεί από την αριστερή πτέρυγα της ελληνικής παράταξης. Η διαπίστωση ότι είχαν καταληφτεί τα Στενά της Πόρτας και απειλούνταν άμεσα με αποκλεισμό και παράδοση, ανάγκασε του Τούρκους, την ίδια νύχτα – 9 προς 10 Οκτωβρίου 1912- να αναχωρήσουν κρυφά από το χώρο των Στενών και να φτάσουν στα Σέρβια, μέσω Λάβας και Καστανιάς.
Η εσπευσμένη και πανικόβλητη αποχώρηση των Τούρκων από το χώρο των Στενών, κάτω από την απειλή αιχμαλωσίας όλων των δυνάμεων τους, είχε ως συνέπεια την εγκατάλειψη – στο χώρο των Στενών του Σαρανταπόρου- 21 πυροβόλων και όλους του τροχήλατου υλικού. Τις πρωινές ώρες της 10ης Οκτωβρίου, διαπιστώθηκε η αιφνίδια αποχώρηση των Τούρκων και η εγκατάλειψη της άμυνας του Σαρανταπόρου από τις οθωμανικές δυνάμεις.
Συγχρόνως επιβεβαιωνόταν η κατάληψη των Στενών της Πόρτας από τις δυνάμεις της 4ης και 5ης Μεραρχίας, και άνοιγε ο δρόμος για την απελευθέρωση της Μακεδονίας, μετά από πεντακοσιόχρονη οθωμανική δουλεία. Μετά την ήττα και τη δρομαία αποχώρησή του από το Σαραντάπορο, ο μεγαλύτερος όγκος του τουρκικού στρατού έφτασε το πρωί στα Σέρβια όπου, εξαγριωμένοι Οθωμανοί, κατέσφαξαν αναίτια 70 Σερβιώτες που συνάντησαν κατά τη φυγή τους.
Κάποια σώματα Τούρκων χάθηκαν τη νύχτα κατά τη φυγή τους από το Σαραντάπορο, κατευθύνθηκαν προς το διάσελο της Πόρτας, με σκοπό να φτάσουν στα Σέρβια και να ενωθούν με τον κύριο όγκο της στρατιάς τους, που κατευθυνόταν προς Κοζάνη – Πτολεμαϊδα (Καϊλάρια). Έπεσαν όμως στις προφυλακές της 4ης Μεραρχίας κοντά στο Ράχοβο (Πολύρραχο), εγκατέλειψαν τα πάντα στον ελληνικό στρατό, πυροβόλα, άμαξες κ.λ.π. και εξαφανίστηκαν. Κάποιος σημαντικός αριθμός Τούρκων είχαν κρυφτεί στο δάσος, βόρεια του χωριού Μεταξάς. Τις πρωινές όμως ώρες έγιναν αντιληπτοί από χωρικούς, που τους αφόπλισαν και τους παρέδωσαν στο στρατό που είχε καταφτάσει.
Η πορεία των επιχειρήσεων μετά τη νίκη του Σαρανταπόρου
Οι ελληνικές δυνάμεις εφόρμησαν (5.10.1912) στην κατεύθυνση Ελασσόνα – Σέρβια- Κοζάνη, κατορθώνοντας να απωθήσουν την τουρκική στρατιά βόρεια του Αλιάκμονα, χωρίς να αμυνθεί στο οροπέδιο της Κοζάνης – Πτολεμαϊδας (Καϊλαρίων). Οι Οθωμανοί αντιστάθηκαν μόνο στη μάχη της Ελασσόνας (6.10.1912) και στη διήμερη μάχη (9.10.1912) των Στενών του Σαρανταπόρου. Μετά τη διάβαση της γέφυρας του Αλιάκμονα – ξύλινη γέφυρα βόρεια των Σερβίων- η τουρκική στρατιά διασπάστηκε. Ένα μέρος κατευθύνθηκε προς τη Θεσσαλονίκη – μέσω Βέροιας- και το υπόλοιπο συνέχισε την υποχώρησή του βόρεια της Κοζάνης, προφανώς κατευθυνόμενο προς Φλώρινα – Μοναστήρι όπου ήταν και η έδρα της τουρκικής στρατιάς, προκειμένου να ενισχύσει τις δυνάμεις του.
Στο μεταξύ η ελληνική στρατιά, μετά την κατάληψη των Στενών του Σαρανταπόρου, αυθημερόν απελευθέρωσε τα Σέρβια και το Βελβεντό (10.10.1912), διάβηκε τον Αλιάκμονα και κατευθύνθηκε προς Κοζάνης, με όλες τις δυνάμεις, εκτός από την 7η μεραρχία, που κατευθυνόταν ήδη από το Σαραντάπορο προς τα Στενά της Πέτρας.
Στις 13 Οκτωβρίου (1912) η στρατιά Θεσσαλίας είχε σταθεροποιήσει τις θέσεις της στην περιοχή Κοζάνης – Καϊλαρίων (Πτολεμαϊδας), προπαρασκευαζόμενη να κινηθεί προς Φλώρινα – Μοναστήρι, κατά τα σχέδια του αρχιστρατήγου – διαδόχου Κωνσταντίνου και των επιτελών του, για να προλάβουν πιθανή κάθοδο ισχυρών τουρκικών δυνάμεων, που υποχωρούσαν νότια από το σερβικό μέτωπο. Στο μεταξύ άλλα πολεμικά «παιγνίδια» διακυβεύονταν σε βάρος της Ελλάδας, εξαιτίας των εξελίξεων στο βουλγαροτουρκικό μέτωπο.
Οι Βούλγαροι είχαν σημαντικές επιτυχίες κατά των Τούρκων στο μέτωπο της Θράκης. Γι αυτό ακριβώς αποδέσμευσαν δυνάμεις τους (7η μεραρχία), τις οποίες κατηύθυναν διαμέσου της κοιλάδας του Στρυμόνα στη Θεσσαλονίκη, προκειμένου να διεκδικήσουν άμεσα προαιώνιο όνειρο των Βουλγάρων… μερίδιο από τη νίκη των συμμάχων, και έξοδό τους στο Αιγαίο.
Αυτές τις διαθέσεις, τα σχέδια και τις κινήσεις των Βουλγάρων, τις γνώριζε καλά η ελληνική πολιτικοστρατιωτική ηγεσία. Ετσι, ενώ ο διάδοχος Κωνσταντίνος προετοίμαζε τη στρατιά να κινηθεί προς Φλώρινα – Μοναστήρι, η κυβέρνηση διέταξε να κινηθεί ταυτόχρονα προς Θεσσαλονίκη, σημειώνοντας ότι ήδη οι βουλγαρικές δυνάμεις κατευθύνονταν από το Νευροκόπι προς τη Θεσσαλονίκη.
Μετά από την εξέλιξη εκείνη ο αρχιστράτηγος – διάδοχος Κωνσταντίνος κατευθύνθηκε αμέσως προς Βέροια- Γιαννιτσά – Θεσσαλονίκη, αφήνοντας την 5η μεραρχία πλαγιοφυλακή ασφάλειας της στρατιάς από τα’ αριστερά, ως και διασφάλισης των συγκοινωνιών της προς Κοζάνη – Λάρισα.
Η 7η μεραρχία της ελληνικής στρατιάς, μετά τη νικηφόρα μάχη των Στερών του Σαρανταπόρου, στην οποία δεν είχε λάβει μέρος ως εφεδρική, με εντολή του αρχιστράτηγου διαδόχου Κωνσταντίνου, δεν ακολούθησε τις άλλες δυνάμεις της στρατιάς στη Δυτική Μακεδονία, μετά τη 10η Οκτωβρίου 1912. Με πολλή και παντελώς αδικαιολόγητη για τις περιστάσεις εκείνες βραδύτητα, κινήθηκε αργά μέσω της οδού Ελασσόνας- Αγίου Δημητρίου – Στενών Πέτρας- προς την Πιερία.
Χωρίς καμία αντίσταση έφτασε στα ιστορικά Στενά της Πέτρας το απόγευμα της 14ης Οκτωβρίου (1912), τα οποία είχαν προκαταλάβει τα Σώματα των Εθελοντών – Προσκόπων στις 12.10.1912, με τον αρχηγό εκείνων των ιδιότυπων σωμάτων ληστών, ληστανταρτών και Μακεδονομάχων το λοχαγό Κωνσταντίνο Μαζαράκη – Αινιάνα. Αντί λοιπόν, εκείνη η ισχυρότατη Μεραρχία να κινηθεί αμέσως προς την σχεδόν άδεια από τουρκικά στρατεύματα Πιερία και να καταλάβει την Κατερίνη με ελάχιστη προσπάθεια και θυσίες, ο διοικητής της Κλεομένης Κλεομένης προτίμησε να διανυκτερεύσει, και ν’ αναπαυθεί στα Στενά, πορευόμενος ως περιηγητής με τους εκδρομείς του.
Το πρωί της επόμενης (15.10.1912) και περί την 8.45 π.μ ώρα, μετά από σχετική «διαταγή κινήσεως», η 7η μεραρχία της ελληνικής στρατιάς πορεύτηκε προς Κατερίνη, από τη γνωστή σ’ όλους αμαξωτή οδό Ελασσόνας – Αγ. Δημητρίου- Πέτρας- Χάνι Τάχνιστας (Μηλιάς)- Κουλουκουρίου (Σβορώνου)- Κατερίνης, όπου η Τούρκοι είχαν συγκεντρώσει περί τους 2000 άνδρες.
Στόχος τους είναι ο επιβραδυντικός αγώνας, ώστε να δοθεί χρόνος για την εκκένωση της πόλης και την αποχώρηση των γυναικοπαίδων τους προς Κίτρος – Αιγίνιο – Θεσσαλονίκη. Η εμπροσθοφυλακή της 7ης μεραρχίας, φθάνοντας στο μύλο (νερόμυλο) του Δήμου, 100 μ. μόλις μακριά από το σημερινό μνημείο «Δημητρίου Σβορώνου» δυτικότερα, δέχθηκε καταιγιστικά πυρά από ενεδρεύοντες Τούρκους στ’ αριστερά της οδού τελείως απροσδόκητα.
Επακολούθησε συμπλοκή που γενικεύτηκε. Πρόστρεξε ο αντισυνταγματάρχης Δημήτριος Σβορώνος, διοικητής του 20ου συντάγματος, έφιππος στην εμπροσθοφυλακή, προκειμένου να επιληφθεί του συμβάντος. Έφιππος όμως καθώς ήταν και διακριτός από απόσταση, έγινε στόχος των Τούρκων και έβαλαν ομαδικά εναντίον του, πετυχαίνοντας καίριο τραυματισμό του. Το απρόσμενο λυπηρό γεγονός προκάλεσε έντονη συγκίνηση στο στράτευμα. Η εμπροσθοφυλακή επιτέθηκε , οι Τούρκοι υποχώρησαν και ταμπουρώθηκαν στα σπίτια του Κολοκουρίου, αποφασισμένοι να επιβραδύνουν την προέλαση της ελληνικής μεραρχίας, προκειμένου ν’ απομακρυνθούν οι άμαχοι Τούρκοι δια της φυγής.
Εναντίον τους επιτέθηκαν δυνάμεις του 20ου συντάγματος – κυρίως Κερκυραίοι και Ζακυνθινοί – για να επακολουθήσει πολύωρη σύγκρουση πεζικού διάρκειας 31/2 ωρών, με χρήση πυροβολικού. Τελικά οι Τούρκοι περί την 5.30 ώρα, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν πέραν του Πέλεκα και να εξαφανιστούν στο σκοτάδι της νύχτας, αφήνοντας νεκρούς και τραυματίες στο πεδίο κατευθυνόμενοι προς Αιγίνιο (Λιμπάνοβο).
Την επομένη το πρωί (16.10.19120 ο ελευθερωτής στρατός μπήκε επίσημα στη μικρή τότε πόλη της Κατερίνης.
Έγινε επίσημη Δοξολογία στο μητροπολιτικό ναό της Θείας Αναλήψεως και ακολούθως πάνδημη ταφή των ηρωικών νεκρών, δύο δηλαδή αξιωματικών ( Δημ. Σβορώνου, αντ/ρχη, και Νίκα υπολ/γού, που έπεσε στη σύγκρουση του Κουλουκουρίου), ως και αρκετών στρατιωτών, όπως θα φανεί λεπτομερώς στην επόμενη ενότητα που πραγματεύεται την «απελευθέρωση της Κατερίνης» και της Πιερίας από τον οθωμανικό ζυγό.
Από τις πρώτες πρωινές ώρες της 16ης. 10. 1912 η 7η μεραρχία κινούνταν βόρεια με όλα τα μέτρα ασφαλούς πορείας, ελευθερώνοντας τα χωριά της Βόρειας Πιερίας, Κίτρος – Ελευθεροχώρι – Κολινδρό – Καταχά – Λιμπάνοβο (Αιγίνιο), και προωθώντας τις δυνάμεις της νότια της λίμνης των Γιαννιτσών.
Διάβηκε τον Αλιάκμονα στο χώρο όπου σήμερα είναι το χωριό Νησέλι, εκδίωξε τις τουρκικές φρουρές από τα χωριά Τσινάφορο και Καλιάνη και κατέλαβε τις γέφυρες του Λουδία (19.10.1912) εκδιώκοντας τα τουρκικά τμήματα και πέραν του Αξιού και συγχρονίζοντας τις κινήσεις της με αυτές της στρατιάς, που κινούνταν ήδη προς τη Θεσσαλονίκη.
Λίγες μέρες αργότερα η 7η μεραρχία συμμετέχει στην παράδοση και στην κατάληψη της πόλης (26.10.1912), ενώ την επομένη (27.10) είχε καταλάβει θέσεις στις βόρειες παρυφές της Θεσσαλονίκης.
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΣΑΙΔΕ «Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΞΟΡΜΗΣΗ»

































