Εκδηλώσεις μνήμης για τα 103 χρόνια από τη γενοκτονία των Ελλήνων Ποντίων του Πόντου πραγματοποιήθηκαν στην Κατερίνη με την παρουσία του Υφυπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Γεωργίου Στύλιου.
Η επιμνημόσυνη δέηση τελέσθηκε στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό της Θείας Αναλήψεως με την παρουσία των Βουλευτών του Νομού Φ. Μπαραλιάκου. Α. Μάνη – Παπαδημητρίου, Σ. Χιονίδη, Μπ. Σκούφα, της Αντιπεριφερειάρχη Πιερίας Σοφίας Μαυρίου, του Δημάρχου Κατερίνη Κ. Κουκοδήμου, του προέδρου του ΕΒΕ Η. Χατζηχριστοδούλου, εκπροσώπων του στρατού, της αστυνομικής διεύθυνσης Πιερίας, της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, του Κ. Παπουτσίδη προέδρου της Ενωσης Ποντίων Πιερίας , συλλόγων της Πιερίας και πλήθος κόσμου.
Δηλώσεις του Υφυπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Γ. Στύλιου.
Τον πανηγυρικό της ημέρας εκφώνησε ο Β΄ Αντιπρόεδρος της Ένωσης Ποντίων Πιερίας Δημήτρης Συμεωνίδης.
Η Ομιλία για το Ιστορικό της Ημέρας
Πέρασαν εκατόν τρία χρόνια από την περίοδο της καταστροφής, της γενοκτονίας, του ξεριζωμού και της προσφυγιάς. Ως σήμερα, όλα αυτά τα χρόνια, δεν τόλμησε η Πολιτεία και το πολιτικό σύστημα να δει κατάματα της τραγωδία του ελληνισμού. Δεν αναδείξαμε τα βαθύτερα αίτια που οδήγησαν τον ελληνισμό της τρισχιλιόχρονης Μικρασίας στο θάνατο.
Συνεργήσαμε εγκλωβισμένοι από την Πολιτεία, από το πολιτικό σύστημα και τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του στην απαξίωση της ιστορίας μας. Δεν τολμήσαμε να διεκδικήσουμε το δικαίωμα στην ιστορική μνήμη. Μόνο εκδηλώσεις μνημοσύνων, τελούσαμε και τελούμε. Οι νεκροί μας δεν έχουν ανάγκη από ένα απλό μνημόσυνο, αλλά από ένα διαρκή αγώνα διεκδίκησης της διεθνούς αναγνώρισης της γενοκτονίας.
Η επίσημη Πολιτεία μέχρι σήμερα δείχνει δυστυχώς ότι δεν έχει κανένα λόγο να δραστηριοποιηθεί, για να μη δυσαρεστήσει τους γείτονές μας.
Σε αυτό το θλιβερό και θολό τοπίο οι κραυγές των άφωνων νεκρών μας περιμένουν να ξυπνήσουμε, να μην τους ξεχάσουμε.
Η μνήμη δεν είναι παρελθόν, είναι σπόρος της σκέψης και του καρπού. Είναι θεμέλιο της ζωής μας. Η άλωση της μνήμης είναι το τελευταίο στάδιο της εθνικής επιβίωσής μας, είναι ένα βήμα πριν την εθνική αυτοκτονία. Έχουμε υποχρέωση να διατηρούμε τη μνήμη, για να μπορούμε να θυμόμαστε, να στοχαζόμαστε και να συγχωρούμε όταν υπάρξει ειλικρινής μετάνοια.
Η μνήμη δεν δολοφονείται. «Πιο οδυνηρή κι από την μεγαλύτερη τραγωδία», μας συμβουλεύει ο μεγάλος πολιτικός της αλύτρωτης Κύπρου Βάσος Λυσαρίδης, είναι «η απάθεια στην αντιμετώπιση της. Και πιο εξευτελιστική θα ήταν η τυχόν αδράνεια των παθόντων και των επιγόνων. Έχουμε χρέος απέναντι στους νεκρούς μας να ορκιστούμε ότι δε θα ξεχάσουμε τις κραυγές των νηπίων, Τους ρόγχους των απαγχονισθέντων, τις πατημασιές των πεταλωμένων, το περήφανο βλέμμα του αδούλωτου Πόντιου, Τις ρίζες που αρνούνται να πεθάνουν».
Μέσα σε χαλάσματα, κάτω από πέτρες, καταπλακωμένες από γκρεμισμένους τρούλους και πάνω από κομματιασμένες άγιες τράπεζες θα ηχούν για πάντα οι κραυγές εκείνων που κατακρεουργήθηκαν σε χώρους προσευχής και κατάνυξης. Εκεί όπου συντελέστηκαν κάθε είδους αίσχη. Κραυγές μικρών παιδιών, νεαρών γυναικών, σεβάσμιων γερόντων, κραυγές αθώων.
Η τεκμηριωμένη ανάδειξη των πραγματικών γεγονότων είναι δυνατό να οδηγήσει σε αλληλοκατανόηση εφόσον υπάρχει αποδοχή των εγκλημάτων και διορθωτικά μέτρα. Η συγχώρεση είναι αρετή. Όμως προϋποθέτει την μετάνοια του εγκληματία και των επιγόνων, την αναγνώριση του εγκλήματος και τα διορθωτικά εφικτά μέτρα για μετρίαση του μεγέθους των εγκληματικών πράξεων. Γιατί οι δολοφονηθέντες αρνούνται να ενταφιαστούν. Αν ξεχάσουμε την Αμισό, τη Σάντα, την Αμάσεια, την πολύπαθη Πάφρα και την Σαμψούντα θα έχουμε ενταφιάσει την αξιοπρέπεια μας. Δεν θέλουμε ν' αρμενίζουμε στη χαμένη Ποντιακή Ιθάκη και να ξαναγράψουμε καινούριες πατρίδες. Πάνω απ' όλα θα μας κυνηγάει το Αγροτσάλ η Κούνακα με τις 26 γυναίκες και νεάνιδες, οι οποίες για να αποφύγουν την ατίμωση των Νεότουρκων έριψαν εαυτάς εις τινά ποταμόν, παρά το χωρίον Γέφυρα και παρά τας προσπαθείας των κατοίκων επνίγησαν.
Θα μας κυνηγούν ο Ακριτίδης, ο Καπετανίδης, ο Κωφίδης και οι άλλοι ήρωες του Πόντου, που θυσιάστηκαν για την τρισχιλιόχρονη πατρίδα, Θα μας κυνηγάει η Σάντα και το Μπεϊλάν κι οι Ποντιακοί βράχοι με τα σπασμένα κεφάλια των μικρών παιδιών. Αδιανόητο να παραμείνει στα αρχεία της ιστορίας η γενοκτονία των Ποντίων και να προβάλλονται ως φίλοι οι σφαγείς του Ελληνισμού.
Απέναντι στα κέντρα άρνησης της γενοκτονίας, θα πρέπει με τεκμηριωμένα επιστημονικά εφόδια, να διεκδικήσουμε το πέρασμα της ελληνοκεντρικής αντίληψης της Ιστορίας σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, για να έχουν λόγο μαζί με τα άλλα γεωγραφικά διαμερίσματα και οι περιοχές της Καππαδοκίας, της Ιωνίας, του Πόντου, της Κύπρου, της Ρωσίας, τους ευρύτερου βαλκανικού χώρου στον κοινό Οικουμενικό Ελληνισμό.
Εκατό και πλέον χρόνια συνειδητής προσβολής της μνήμης, προβολής, αλλά και προπαγάνδας της κατασκευασμένης ιστορίας των μοντέρνων αναθεωρητών είναι πάρα πολλά. Δεν έχουμε άλλα περιθώρια αναβολής. Ήρθε η ώρα που πρέπει να σκύψουμε με προσοχή πάνω στα κεφάλαια της ελληνικής ιστορίας που μπήκαν στα χρονοντούλαπα της λήθης.
Να φτάσει στα αυτιά των ισχυρών της γης ο γοερός θρήνος των 353.000 άταφων στην πλειοψηφία νεκρών μας.
Όσα είπαμε δεν αποτελούν έκφραση ρεβανσισμού. Το μίσος το ζήσανε οι αγαπημένοι μας πρόγονοι και ξέρουμε τι σημαίνει. Εκφράζουμε αγάπη για την ιστορία μας, απαιτούμε δικαίωση κι αποκατάσταση της ιστορικής μνήμης.
Στη συνέχεια εν πομπή οι επίσημοι κατευθύνθηκαν προς την Πλατεία Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού, επί της 19ης Μαίου όπου έγινε κατάθεση στεφάνων και τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή.