– Κουράστηκα ο άνθρωπος!
– Γιατί ρε; Καλοκαιριάτικα;
– Τι έχει το καλοκαίρι και δεν μπορείς να κουραστείς; Ίσα ίσα που το καλοκαίρι η ζέστη σε κάνει και υποφέρεις. Και για σκέψου αυτούς που δουλεύουν στα χωράφια κάτω από τον ήλιο φασκιωμένοι για να μην τους χτυπήσει ο ήλιος κατακέφαλα και έχουμε άλλα!
– Κι εγώ που νόμιζα ότι ήταν έτσι γιατί δεν ήθελαν να μαυρίσουν!
– Να χαίρεσαι τη σκέψη σου. Και γιατί τάχαμ δεν ήθελαν να μαυρίσουν;
– Ξέρω γω; Και γιατί είσαι κουρασμένος;
– Όχι τόσο σωματικά αλλά ψυχολογικά! Νιώθω τη διάθεση μου χάλια, την ψυχολογία μου άστα να πάνε, μια κατάσταση κάπως…
– Κάπως;
– Δεν μπορώ να το διευκρινίσω και να στο αναλύσω για να το καταλάβεις.
– Για δες το ανάποδα! Τι μπορεί να είναι αυτό που σε κάνει έτσι!
– Αυτό; Μόνο αυτό; Αυτά θες να πεις!
– Α! είναι κι αρκετά βλέπω!
– Αρκετά; Ρε, δεν νιώθεις ότι χάνεις τη ζωή σου μέσα από τα χέρια σου; Δεν είναι η καθημερινότητα σου ένα λαχανιασμένο τρέξιμο για να προλάβεις να τα κάνεις όλα; Και στο τέλος τι; Καταλαβαίνεις, και λες όλα τζάμπα , τόσο άγχος, τόσο τρέξιμο και στο τέλος καταφθάνει το βράδυ, ζυγώνει η νύχτα και λες άντε να κοιμηθούμε , ες αύριον τα σπουδαία. Και πάλι από την αρχή! Κάπου πρέπει να αξιολογήσω τα πράγματα διαφορετικά! Διότι ρε φίλε η ζωή δεν είναι μόνο δουλειά, δουλειά, δουλειά! Δεν βγαίνει έτσι! Θέλει κι άλλα πράγματα! Θέλει το χαμόγελο του, το ξέφρενο το γέλιο του, τη χοληστερίνη του, τα τριγλυκερίδια του, το σάκχαρο του διότι τι είναι η ζωή χωρίς όλα αυτά; Μονότονη, βαρετή, κουραστική, χωρίς ενδιαφέρον βρε παιδάκι μου! Να μην έχεις να λες κι εσύ στην ομήγυρη πόσα κόκκινα, πόσα πράσινα, πόσα κίτρινα χαπάκια κατεβάζεις, άντε και κανένα ροζ! Και να πέφτει το γέλιο σωρηδόν! Τι θα θυμόμαστε μετά στα γεράματά μας;
– Καλά, τώρα το ξέφυγες λίγο! Πριν τα γεράματα τόσα χάπια;
– Α! Έχω διάθεση να ζήσω ακόμη περισσότερα χρόνια, πιο βαθιά γεράματα! Γιατί τι είναι η ζωή; Ένα ανέκδοτο!