Πάντα υπάρχουν περισσότεροι από έναν λόγοι για έναν άνθρωπο να καταπιαστεί με τη συγγραφή ενός βιβλίου. Περιδιαβαίνοντας τις σελίδες ενός διηγήματος συναισθηματικής ενηλικίωσης, που διαδραματίζεται στα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια που πέρασε η Ελλάδα, δημιουργείται η απορία για τους λόγους που ώθησαν τον συμπολίτη μας Παναγιώτη Τσαναξίδη σε αυτή την απόπειρα.
“Το άλογο που κλαίει” είναι μια νοσταλγική ιστορία, η οποία όμως δεν σταματά στον ρομαντισμό της εξιστόρησης μιας εποχής περασμένης. Η ιστορία που διαδραματίζεται φέρνει τον αναγνώστη αντιμέτωπο με τις παθογένειες της τότε ελληνικής κοινωνίας. Ένα σαββατοκύριακο στη ζωή μιας παρέας αγοριών, των οποίων οι περιπέτειες θα μπορούσαν να μην έχουν όρια, αν δεν υπήρχαν αυτά που έθετε ο εθνικός διχασμός.
Μέσα από τη συζήτηση μας, ο συγγραφέας εξηγεί πως οι προσωπικές του αναμνήσεις μαζί με αφηγήσεις του περίγυρού του κινητοποίησαν την φαντασία του, και έπλεξαν το μίτο της περιπλάνησης των παιδιών που πρωταγωνιστούν στο “άλογο που κλαίει”, μέσα και έξω από τον κόσμο των μεγάλων. Επιπλέον, αναφέρεται στα στοιχεία που θεωρεί ότι προσφέρει το βιβλίο του για την αποτίμηση της εποχής που έζησε ως παιδί, την άποψη του για το πως ωρίμασε η κοινωνία μας από τότε, και την χρησιμότητα που μπορεί να έχει το βιβλίο του στον διάλογο για την παιδική ηλικία στην σύγχρονη εποχή.
Παρακάτω, ακολουθεί η συνέντευξη που παραχώρησε ο Παναγιώτης Τσαναξίδης στον Αλέξανδρο Σωματαρίδη, με αφορμή την κυκλοφορία του πρώτου συγγραφικού έργου του.
Διαβάζοντας τόσο ζωντανές περιγραφές δημιουργείται η αίσθηση ότι η αφήγηση αποτελείται από βιώματα του συγγραφέα. Πρόκειται για αυτοβιογραφικό έργο και αν ναι, σε τι βαθμό;
Οι περιγραφές του έργου σε μεγάλο βαθμό είναι βασισμένες σε προσωπικά βιώματα καθώς και σε αφηγήσεις προσώπων του περιβάλλοντός μου. Σε κάποια σημεία συμπλέκονται και φανταστικά στοιχεία χωρίς υπερβολές, που θα μπορούσαν να κατατάξουν το αφήγημα στη μυθοπλασία.
Πως προέκυψε “το άλογο που κλαίει”; τι ήταν αυτό που σε ώθησε στη συγγραφή;
“Το άλογο που κλαίει” προέκυψε από τη νοσταλγία να ξανά ζήσω την εποχή της συναισθηματικής μου ενηλικίωσης και την επιθυμία μου να γνωστοποιήσω εικόνες και γεγονότα της εποχής των δύσκολων χρόνων. Οι κοινωνικές καταστάσεις ίσως συντέλεσαν στη λήθη παρόμοιων γεγονότων, μα θεωρώ πως η γνώση αυτών θα οδηγήσει στη σύγκριση και στην εξαγωγή συμπερασμάτων που θα βοηθήσουν στην συναισθηματική ωρίμανση των σημερινών παιδιών.
Από τη σκοπιά του συγγραφέα παίρνεις θέση στο ηθικό δίλημμα των αγοριών;
Το ίδιο δίλημμα που αντιμετώπισαν τα αγόρια της ιστορίας εξακολουθεί να με προβληματίζει ακόμα και σήμερα. Παρ' όλη την εξέλιξη της ιατρικής επιστήμης και τη φιλοσοφία της ηθικής, η κοινωνία δεν είναι σε θέση να δώσει μια απάντηση, για το αν μπορεί κάποιος να αποφασίσει την εκούσια κατάληξη κάποιου ζωντανού οργανισμού, είτε αυτός είναι ζώο ή άνθρωπος.
Τα παιδιά του τότε δεν μπορούσαν να καταλάβουν πως χωρίζει η κοινωνία τους ανθρώπους σε καλούς και κακούς, είχαν ελάχιστα υλικά αγαθά. Ποιες από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα παιδιά του σήμερα ξεχωρίζεις; πιστεύεις ότι η παιδική ηλικία είναι μια εξ ολοκλήρου διαφορετική εμπειρία πλέον ή παραμένουν κοινοί παράγοντες που την καθορίζουν;
Σίγουρα τα μέτρα δεν είναι συγκρίσιμα. Τα υλικά αγαθά δεν λείπουν πλέον. Οι εποχές διαφέρουν, καθώς και οι εμπειρίες που μπορεί να βιώσει ένα παιδί του σήμερα είναι διαφορετικές. Το βασικό πρόβλημα του τότε ήταν η επιβίωση. Σήμερα έχει εκλείψει αυτό. Το παιδί της σύγχρονης εποχής είναι υπερφορτωμένο με υποχρεώσεις. Του λείπει το πραγματικό παιχνίδι. Ζει σε μια εικονική πραγματικότητα, όπου μαθαίνει το φυσικό κόσμο από τις εικόνες του υπολογιστή και του κινητού τηλεφώνου. Οι μόνοι παράγοντες που παραμένουν σταθεροί είναι αυτοί που καθορίζουν την κοινωνική διαστρωμάτωση, οι οποίοι θεωρώ ότι δεν άλλαξαν καθόλου, και ίσως είναι αυτοί που παίζουν καθοριστικό ρόλο για τις εμπειρίες της παιδικής ηλικίας.
Η εποχή που διαδραματίζεται το βιβλίο είναι από τις πλέον τεταμένες που έχει ζήσει η ελληνική κοινωνία. Μέσα σε αυτό το διχασμό υπάρχει χώρος για να είσαι παιδί;
Παρ' όλες τις δυσκολίες που είχε να αντιμετωπίσει ένα παιδί μεγαλώνοντας σε μια τόσο σκλήρη και πέτρινη εποχή, πιστεύω ότι υπάρχει χώρος, και μάλιστα θα έλεγα πολύς, γιατί συμμετέχει στη ζωή από μικρό, μαθαίνει να είναι δημιουργικό και να μετέχει αξιών που θα καθορίσουν τη συμπεριφορά του απέναντι στην κοινωνία και τις απαιτήσεις της. Εδώ θα πρέπει να τονίσω την αντίφαση του σήμερα. Ενώ υπάρχει απεριόριστος χώρος, ο σύγχρονος άνθρωπος φοβάται να αποκτήσει παιδιά και οδηγεί στην υπογεννητικότητα, πέρα από τα όρια της ασφάλειας για την ύπαρξη της εθνοτικής του ομάδας.
Θεωρείς ότι μια εμπειρία όπως αυτή που είχαν τα παιδιά που συνάντησαν το τραυματισμένο άλογο και προσπάθησαν να το λυτρώσουν, πέρα από καθοριστική για την συναισθηματική ενηλικίωσή τους, τους έφερε επίσης πιο κοντά και στον κόσμο των μεγάλων;
Θεωρώ πως η συναισθηματική τους ενηλικίωση δεν έφερε τα παιδιά πιο κοντά στον κόσμο των μεγάλων, με την έννοια της πρόωρης ωρίμανσης. Συμμετέχουν στις δραστηριότητες της οικογένειας και μαθαίνουν την αξία της προσφοράς και του αλτρουισμού. Παραμένουν όμως αυστηροί κριτές των πράξεων των μεγάλων και δεν ταυτίζονται με τον τρόπο που σκέφτονται, γιατί το παιδικό τους μυαλό κρίνει δίκαια και αμερόληπτα.
Στην πορεία ίσως αλλοτριωθούν από τον τρόπο των μεγάλων, μα θα μείνουν αρκετά θετικά στοιχεία από αυτή την περίοδο.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ελληνική κοινωνία ενηλικιώθηκε, έχει ωριμάσει; ή υπάρχουν ακόμα βήματα που πρέπει να γίνουν;
Δυστυχώς δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ενηλικιώθηκε η ελληνική κοινωνία. Θα έλεγα ὀτι πήρε μια μορφή μικρομέγαλου, και ότι πρέπει να γίνουν ακόμα πολλά βήματα. Η φθορά των αξιών και η υπεραξία του Εγώ αποδόμησαν έννοιες όπως αυτογνωσία και ενσυναίσθηση, που αποτελούν τους βασικούς πυλώνες για να δομηθεί μια κοινωνία που θα διασφαλίζει την αξιοπρεπή συμβίωση των μελών της.
Με τι συναισθήματα σε άφησε η ολοκλήρωση της συγγραφής του βιβλίου “το άλογο που κλαίει” και ποια συναισθήματα περιμένεις να γεννήσει στους αναγνώστες του;
Πολλές φορές ξανά ένιωσα τα συναισθήματα της παρέας των αγοριών που ήταν πολλά και έντονα, αλλά ταυτόχρονα απλά, αγνά και πραγματικά. Αυτά προσμένω να γεννηθούν στον αναγνώστη, για να νοιώσει τη διαφορά από τα καθημερινά, τυποποιημένα και επίπλαστα συναισθήματα του σήμερα. Πάνω απ' όλα όμως, ο όρκος που δίνουν τα αγόρια πάνω στο πεύκο που φυτεύουν στο τέλος, γεννά την ελπίδα για μια κοινωνία καλύτερη, που να σέβεται και να υπηρετεί τον άνθρωπο.
Να περιμένουν οι αναγνώστες κι άλλες ιστορίες από τον Παναγιώτη Τσαναξίδη;
Ναι έτσι πιστεύω. Έχω ήδη ξεκινήσει το δεύτερο βιβλίο μου.
“Το άλογο που κλαίει” είναι η πρώτη συγγραφική προσπάθεια του Κατερινιώτη Παναγιώτη Τσαναξίδη, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Διάνοια και θα παρουσιαστεί την Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου στις 19:30, στο βιβλιοπωλείο Νέστωρ