Υπάρχει όμως και η άλλη άποψη που ισχυρίζεται ότι δεν πήγε ποτέ η Ελένη στην Τροία.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ας δούμε τι λέει η Έλληνας ιστορικός Ηρόδοτος.
Γράφει ο Γιάννης Παπαγεωργίου, φιλόλογος
Υπάρχει μια σειρά από αρπαγές γυναικών, τη μια άρπαζαν Ευρωπαίες άνθρωποι από την Ασία, την άλλη άρπαζαν Ασιάτισσες οι Ευρωπαίοι.
Οι πρώτοι που άρπαξαν γυναίκα από την Ευρώπη ήταν οι Φοίνικες. Συγκεκριμένα Φοίνικες έμποροι έφτασαν στο Άργος, το οποίο ήταν τότε σπουδαία και ονομαστή πόλη της Ελλάδας. Αυτοί πουλούσαν διάφορα εμπορεύματα και ο τόπος της αγοράς τους αποτελούσε πόλο έλξης για της γυναίκες, οι οποίες πήγαινα και αγόραζαν διάφορα.
Μία από αυτές ήταν η Ηώ, η κόρη του βασιλιά Ινάχου.
Αφού πούλησαν τα πάντα οι Φοίνικες, ύστερα από πέντε περίπου μέρες, άρπαξαν την Ηώ και άλλες γυναίκες και έφυγαν για την Αίγυπτο.
Η άλλη εκδοχή είναι ότι η Ηώ έφυγε με τους Φοίνικες, επειδή είχε ερωτευτεί τον κυβερνήτη του πλοίου.
Η επόμενη αρπαγή γυναίκας έγινε από Έλληνες, συγκεκριμένα Κρήτες που έκλεψαν την Ευρώπη από την Ασία και τη μετέφεραν στην Ευρώπη.
Η ελληνική Μυθολογία βέβαια λέει ότι την Ευρώπη άρπαξε ο Δίας μεταμορφωμένος σε Ταύρο, την έφερε στην απέναντι ήπειρο και έτσι από αυτήν ονομάστηκε Ευρώπη.
Κατόπιν άρπαξαν πάλι γυναίκα από την Ασία οι Έλληνες, αυτός που το έκανε ήταν ο Ιάσωνας και οι φίλοι οι Αργοναύτες που είχαν πάει στην Κολχίδα για να πάρουν το Χρυσόμαλλο δέρας. Βέβαια η βασιλοπούλα Μήδεια ακολούθησε τον Ιάσωνα με τη θέλησή της, αφού ήδη τον είχε ερωτευτεί.
Μέχρι τότε γράφει ο Ηρόδοτος κανένας δεν είχε σκεφτεί να ζητήσει εξηγήσεις και αποζημιώσεις από αυτούς που έκλεψαν γυναίκες.
Μετά από μια γενεά έφτασε στη Σπάρτη το βασιλόπουλο από την Τροία, ο Πάρης, ο γιος του βασιλιά Πριάμου.
Αυτός είχε επιλέξει στο διαγωνισμό ομορφιάς ανάμεσα στις τρεις θεές, Αθηνά, Ήρα, Αφροδίτη, την Αφροδίτη, με αντάλλαγμα την ομορφότερη γυναίκα της Ελλάδας, την ονομαστή ωραία Ελένη της Σπάρτης.
Έφτασε λοιπόν να λάβει το βραβείο του, την Ελένη, όπως του είχε υποσχεθεί η θεά Αφροδίτη.
Τότε λοιπόν, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Έλληνες έκαναν το μεγάλο σφάλμα, να δημιουργήσουν πολύ μεγάλο στόλο και τεράστιο στρατό και να πάνε στην Τροία για να ζητήσουν πίσω την Ελένη, αλλά και επανορθώσεις, εν τέλει να κάνουν επί δέκα χρόνια πόλεμο με κατάληξη την καταστροφή της Τροίας.
Κατόπιν η Ελένη επέστρεψε στη Σπάρτη και στη συζυγική της στέγη με το Μενέλαο.
Αυτή είναι η παράδοση σχετικά τις αρπαγές γυναικών.
Υπάρχει όμως και μια άλλη άποψη που υποστηρίζει ότι η Ελένη δεν πήγε ποτέ στην Τροία με τον Πάρη.
Το αντίθετο, εκεί πήγε το είδωλό της.
Αυτός που υποστήριξε πρώτος την άποψη αυτή ήταν οι ποιητής Στησίχορος. Το αρχικό του όνομα ήταν Τεισίας και έγραψε μια παλινωδία. Η λέξη παλινωδία προέρχεται από τις λέξεις πάλιν και ωδή, που σημαίνει ότι γράφει πάλι, εκ νέου μια ωδή αλλάζοντας τα νοήματά της.
Είχε γράψει ένα ποίημα, στο οποίο κατηγορούσε την Ελένη ότι πήγε στην Τροία και έκανε διάφορα άσχημα πράγματα.
Η Ελένη, που στο μεταξύ είχε γίνει αθάνατη και θεά, οργίσθηκε μαζί του και τον τύφλωσε.
Ο Στησίχορος για να κατευνάσει την οργή της, έγραψε πάλιν ωδή, μια καινούργια ωδή, δηλαδή παλινωδία.
Σ’ αυτήν γράφει :
Ουκ έστ’ έτυμος λόγος ούτος,
ουδ’ έβας εν νηυσίν ευσέλμοις,
ουδ’ ίκεο Πέργαμα Τροίας.
Οι φράσεις αυτές σημαίνουν :
Αυτή η ιστορία δεν είναι αληθινή,
δεν μπήκες στα καράβια με τα ωραία καθίσματα,
ούτε έφτασες στα παλάτια της Τροίας.
Μόλις έγραψε αυτούς τους στίχους, αυτήν την παλινωδία για να επανορθώσει, καταλάγιασε ο θυμός της θεάς Ελένης και αμέσως ο Στησίχορος θεραπεύτηκε.
Αυτήν την άποψη ενστερνίζεται ο Αθηναίος τραγικός ποιητής Ευριπίδης στην τραγωδία του Ελένη.
Σύμφωνα με όσα γράφει σ’ αυτήν την τραγωδία ο Ευριπίδης, η Ελένη δεν πήγε ποτέ στην Τροία. Η θεά Ήρα από αντιζηλία προς την Αφροδίτη δεν επέτρεψε στην Ελένη να πάει στην Τροία με τον Πάρη, έστειλε ένα είδωλό της στην πόλη αυτή με τον Πάρη.
Την ίδια την Ελένη την έστειλε με τον Ερμή στην Αίγυπτο, στο βασιλιά Πρωτέα, για να την προστατέψει αυτός και να την παραδώσει καθαρή και αμόλυντη στο σύζυγό της βασιλιά της Σπάρτης Μενέλαο, όταν αυτός θα πήγαινε κάποτε στην Αίγυπτο.
Η Ελένη έζησε πολλά χρόνια αποκομμένη από τον ελληνικό κόσμο στο παλάτι του Πρωτέα, δεν είχε καμιά είδηση από τον πόλεμο που διεξαγόταν στην Τροία. Περίμενε να αλλάξει η τύχη της και να επιστρέψει στη Σπάρτη. Ο Πρωτέας την προστάτευε πάντα.
Τα πράγματα όμως άλλαξαν, όταν πέθανε ο Πρωτέας και ανήλθε στο βασιλικό θρόνο ο γιος του Θεοκλύμενος.
Αυτός είχε άλλες προθέσεις. Εντυπωσιασμένος από την ομορφιά της Ελένης επιθυμούσε πολύ να την παντρευτεί, να γίνει σύζυγός της. Το επιδίωκε με κάθε μέσον.
Η Ελένη όμως δεν ήθελε κάτι τέτοιο με τίποτα. Για να αποφύγει αυτόν το γάμο κατέφυγε στον τάφο του Πρωτέα που βρισκόταν μπροστά στο παλάτι και σύμφωνα με τα ελληνικά έθιμα ο Θεοκλύμενος δεν είχε δικαίωμα να την αγγίξει.
Ήταν πολύ δυστυχισμένη και ήθελε να αυτοκτονήσει. Απέτρεψε την αυτοκτονία της ο χορός που αποτελούνταν από σκλάβες Ελληνίδες γυναίκες. Την προέτρεψε να περιμένει λίγο και να ρωτήσει την αδερφή του Θεοκλύμενου, τη μάντισσα Θεονόη. Από αυτήν θα έπαιρνε πληροφορίες για το σύζυγό της Μενέλαο, αν ζούσε και αν θα επέστρεφε.
Έτσι έγινε. Ρώτησε η Ελένη τη Θεονόη και πληροφορήθηκε ότι ο σύζυγός της θα έρθει σύντομα στην Αίγυπτο και θα συναντηθούν.
Ο Μενέλαος πράγματι ήρθε. Έφτασε κουρελής και δυστυχισμένος, σαν να ήταν κάποιος ζητιάνος. Συναντήθηκαν με την Ελένη, έγιναν πολλές ανατροπές και παρεξηγήσεις στην υπόθεση, όμως στο τέλος συντελέστηκε η πολυπόθητη αναγνώριση αναμεσά τους.
Στη διαδικασία της αναγνώρισης λέει η Ελένη :
Εγώ δεν πήγα στην Τρωάδα, ένα είδωλό μου ήταν.
Ο αγγελιοφόρος απαντά :
Τι λες; Ώστε για μια νεφέλη τραβήξαμε του κάκου τόσα βάσανα;
Κατόπιν θέλησαν να αναχωρήσουν για την Ελλάδα. Άρπαξαν ένα καράβι αιγυπτιακό και ανοίχτηκαν στο πέλαγος για το ταξίδι της επιστροφής.
Ο Θεοκλύμενος τους καταδίωξε και θα τους έφτανε. Τότε έγινε αυτό που συνηθίζει να κάνει ο Ευριπίδης. Εμφανίσθηκαν ως από μηχανής θεοί οι δίδυμοι αδερφοί της Ελένης, οι Διόσκουροι Κάστορας και Πολυδεύκης που στο μεταξύ είχαν γίνει θεοί.
Ζήτησαν από τον Θεοκλύμενο να σταματήσει την καταδίωξη προειδοποιώντας τον για πολλά δεινά που θα του συνέβαιναν στην αντίθετη περίπτωση. Ο Θεοκλύμενος αναγκαστικά υπάκουσε.
Ύστερα από αυτές τις εξελίξεις η Ελένη με το Μενέλαο επέστρεψαν στη Σπάρτη, όπου έζησαν ευτυχισμένοι.
Αυτά τα περιγράφει ο τραγικός ποιητής Ευριπίδης στην τραγωδία του Ελένη.
Η Ελένη μετά το θάνατό της θεοποιήθηκε στη Σπάρτη, της αφιέρωσαν και ναό.
Αυτήν την εκδοχή υιοθετεί και ο Γιώργος Σεφέρης στο ποίημά του Ελένη.
Ο Σεφέρης βέβαια το εντάσσει στη σύγχρονή του εποχή στέλνοντας πολλά μηνύματα.
Έτσι έχουμε δύο απόψεις σχετικά με την Ελένη.
Ο πατέρας της ιστορίας Ηρόδοτος υποστηρίζει ότι ο Πρίαμος δεν ήταν τόσο ανόητος, να βλέπει τα παιδιά του να σφάζονται από τους Έλληνες για μια γυναίκα. Θα την επέστρεφε με πλούσια δώρα, ώστε να σταματήσει ο καταστροφικός πόλεμος.
Υπάρχει και η ρεαλιστική άποψη που θεωρεί ότι ο Αγαμέμνονας έχοντας δημιουργήσει μιαν αυτοκρατορία επιθυμούσε να κυριεύσει και την Τροία που έστεκε εμπόδιο στα σχέδιά του και εμπόδιζε την επέκτασή του στα στενά του Βοσπόρου και πέρα. Γι’ αυτό έκανε στην εκστρατεία στην Τροία.
Όπως και να ‘χει όμως ο μεγάλος ποιητής όμηρος δημιούργησε τα δύο αθάνατα αριστουργήματά του, την Ιλιάδα και την Οδύσσεια, όπου τοποθετεί την Ελένη σε πρωτεύοντα ρόλο, έτσι που να αποτελεί το κέντρο της όλης υπόθεσης, και τα πάντα να περιστρέφονται γύρω της.
Όλα λοιπόν έγιναν για μιαν Ελένη.