60 χρόνια πριν. Ας κάνουμε ένα ταξίδι στο παρελθόν. Μέρες του 1963, Φθινόπωρο. Καταβύθιση στην ιστορία, την πολιτική, τη λογοτεχνία.
Γράφει ο Γιάννης Παπαγεωργίου, φιλόλογος
Η Ελλάδα σπαρασσόταν από έναν ιδιότυπο εμφύλιο και τότε. Κάθε μέρα σχεδόν υπήρχαν απεργίες, πορείες, διαδηλώσεις. Το πνεύμα του διχασμού ξεκινούσε από το κέντρο της πρωτεύουσας Αθήνας και μεταφερόταν μέχρι το τελευταίοι χωριό της Ελλάδας, δηλητηριάζοντας την καθημερινότητα στη των ανθρώπων. Οι μεν και οι δε, οι δικοί μας και οι δικοί σας, αυτή ήταν η νοοτροπία που κυριαρχούσε.
Οι πολιτικοί ηγέτες, αντί να ρίχνουν την πέτρα της συμφιλίωσης, πρωταγωνιστούσαν σε τούτο τον άτυπο πόλεμο επηρεάζοντας τη σκέψη των απλών, καθημερινών ανθρώπων.
Μέσα σ’ όλη αυτή τη μαυρίλα της ζωής μια είδηση έρχεται να ταράξει τα δρώμενα και να αλλάξει, έστω και για λίγο, τις σκέψεις των ανθρώπων προς το καλύτερο. Να πεισθούν ότι υπάρχει και κάτι άλλο εκτός από πάθη και ένταση, ότι μες τη σιωπή και στης νύχτας τα νυχτέρια, με το χαρτί και το μολύβι μπορούν να γίνουν πολλά, να πραγματοποιηθεί έργο ολοκληρωμένο, το οποίο θα γίνει ευρύτερα γνωστό και να συμβάλλει ακόμη περισσότερο στην προβολή της χώρας του.
Ο Γιώργος Σεφέρης, ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης με το πολύπλευρο έργο του είχε οδηγηθεί στην πλήρη αναγνώριση ήδη και τώρα βραβευόταν με το βραβείο Νόμπελ.
Η Ακαδημία Γραμμάτων και Τεχνών της Σουηδίας στη Στοκχόλμη απένειμε στο Γιώργο Σεφέρη τη μεγαλύτερη τιμή σε επίπεδο λογοτεχνίας, το βραβείο Νόμπελ.
Ο Γιώργος Σεφέρης επιλέχθηκε ανάμεσα σε άλλους 80 υποψήφιους, όπως ο Μπέκετ, ο Νερούδα, ο Ανούιγ, ο Αραγκόν, ο Μπόρχες, ο Μπρετόν, ο Κοκτώ, ο Φροστ, ο Χάξλεϋ, ο Μαλρώ, ο Ναμπόκοφ, ο Μισίμα και ο Σαρτρ.
Το σκεπτικό με το οποίο έγινε η επιλογή του ήταν «το υπέροχο λυρικό ύφος του, που είναι εμπνευσμένο από ένα βαθύ αίσθημα για το ελληνικό πολιτιστικό ιδεώδες».
Κυκλοφόρησε σαν φήμη στην αρχή, αργότερα επιβεβαιώθηκε, τα τότε Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης έφεραν την είδηση παντού, οι Έλληνες αισθάνθηκαν υπερήφανοι που ένας Έλληνας ποιητής θα λάμβανε μια τέτοια τιμή.
Η αναγγελία έγινε στις 24 Οκτωβρίου 1963. Ήταν το πρώτο βραβείο Νόμπελ για την Ελλάδα (το δεύτερο θα απονεμηθεί το 1979 στον Οδυσσέα Ελύτη).
Η απονομή πραγματοποιήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 1963.
Στην πανηγυρική εκδήλωση ο Γιώργος Σεφέρης έκανε την ομιλία του. Ένα απόσπασμα από αυτήν ήταν το εξής :
Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα, και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα. Άλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά· κανόνας της είναι η δικαιοσύνη. Στην αρχαία τραγωδία, την οργανωμένη με τόση ακρίβεια, ο άνθρωπος που ξεπερνά το μέτρο πρέπει να τιμωρηθεί από τις Ερινύες. O ίδιος νόμος ισχύει και όταν ακόμη πρόκειται για φυσικά φαινόμενα: «Ήλιος ουχ υπερβήσεται μέτρα» λέει ο Ηράκλειτος· «ει δε μη, Ερινύες μιν Δίκης επίκουροι εξευρήσουσιν».
Το πραγματικό όνομα του Γιώργου Σεφέρη ήταν Γιώργος Σεφεριάδης. Γεννήθηκε στα Βουρλά της Σμύρνης, στις 29 Φεβρουαρίου 1900, σύμφωνα με το παλιό ημερολόγιο. Ήταν πρωτότοκος γιος οικογένειας λογίων, της Δέσπως και του Στυλιανού Σεφεριάδη. Στα 18 του χρόνια πήγε στο Παρίσι για να σπουδάσει στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόνης.
Από το 1927 εργαζόταν στη διπλωματική υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών ως ακόλουθος πρεσβείας. Έγινε κατόπιν πρέσβης και υπηρέτησε σε πολλές χώρες.
Η πρώτη του ποιητική συλλογή, με τον τίτλο «Στροφή», εκδόθηκε το 1931, την χρονιά που ο Γιώργος Σεφέρης διορίζεται διευθυντής του Ελληνικού προξενείου στο Λονδίνο, όπου θα υπηρετήσει μέχρι και το 1934.
Ακολούθησαν «Η στέρνα», «Το μυθιστόρημα», το «Τετράδιο Γυμνασμάτων», τα «Ημερολόγια καταστρώματος» και όλα τα υπόλοιπα, που εδραίωσαν ένα νέο κεφάλαιο της νεοελληνικής ποιητικής δημιουργίας.
Ποιήματά του αναφέρονταν στην Κύπρο, στον Πόλεμο, στη Μικρασιατική Καταστροφή. Ήταν γεμάτα υπαινιγμούς και κρυφά νοήματα, συμβολισμούς και ανησυχίες για το μέλλον του τόπου και της χώρας.
Πανηγύρισαν όλοι στην αρχή, μέχρις εκεί έφτασαν οι πανηγυρισμοί. Όταν επέστρεψαν από την απονομή, ήταν όλοι δυο τρεις άνθρωποι στο αεροδρόμιο. Η κυριαρχία της πολιτικής επανήλθε στην ελληνική ζωή.
Όπως και να ‘χει όμως, η απονομή του βραβείου Νόμπελ στον Γιώργο Σεφέρη απέκτησε τη δυναμική που του άξιζε με το πέραμα του χρόνου και καταξιώθηκε στις συνειδήσεις των ανθρώπων.