Σφήνες του Αφεντούλη
Κακά τα ψέματα, αναγνώστες μου. Εδώ που φτάσαμε, με τους πολιτικούς να μη μπορούν να ξαναβάλουν μπροστά την οικονομία επί σειρά ετών και την «αιμάσσουσα» κοινωνία αποσβολωμένη, υπό τον φόβο των προσεχώς χειρότερων, χτύπα ξύλο(!), να μη δείχνει σημάδια υγιούς αντίδρασης, ώστε να αναταχθεί η παραγωγή, διά μιας «ειρηνικής επαναστάσεως», που θα ‘λεγε κι ο αείμνηστος ευπατρίδης, Μιλτιάδης, για τους φίλους «Μπουλντόζας», Έβερτ, πιστός στα οράματα του δημοκράτη, Τζον Κένεντι, υπενθυμίζουμε, πολλοί, αν όχι οι περισσότεροι, πιστεύουμε ότι τα πράγματα δεν αλλάζουν, δυστυχώς, του εμπειροτέχνη πολιτικού αναλυτή, θείου Αφεντούλη, συμπεριλαμβανομένου, βεβαίως – βεβαίως, καθόσον ένθερμος υποστηρικτής της λαϊκής ρήσης «όποιος έχει μάτια βλέπει».
Αμφιβάλλει, κανείς; Δεν νομίζω(!), αφού «όπου και να ταξιδέψουμε – από τηλεοράσεως, ε, μιας και λεφτά για περιηγήσεις δεν υπάρχουν, το είπαμε! – η Ελλάδα μας πληγώνει – Σεφέρης, Μουστάκια!» αλλά ο πεσιμιστής μικροσυνταξιούχος, «Μήτσος», να μην αναφωνεί: «Ζήτω που καήκαμε!», καθόσον αν υποπέσουμε στο λάθος να υιοθετήσουμε την ανωτέρω πικρή αλήθεια, ξέφωτο δεν βλέπουμε με καμιά κυβέρνηση, κι αντιρρήσεις για την πριν στεγνώσει το μελάνι αυτοαναίρεση των γραφομένων μας δεν δεχόμαστε, όταν ακολουθούν:
Φούμαρα και νούφαρα.
Ναι, για! Βλέπετε, η απελπισία είναι κακός σύμβουλος, ως γνωστόν, αφενός.
Αφετέρου, όπως ορμήνεψαν κάποιοι σοφότεροι, προγενέστεροι ημών, ένα μας μένει:
Να επισπεύσουμε την υλοποίηση των επώδυνων μνημονιακών αλλαγών, κι ο «κακορίζικος», με το συμπάθιο κιόλας για την αγενή προσφώνηση, μικροσυνταξιούχος να μην επαυξάνει τον πεσιμισμό, αναφωνώντας: «Πάνω που συνήθισα να το παίζω πολυπράγμων, μπας και τη βγάλω τσίφτικα, ζητάτε να γίνω αιθεροβάμων; Αρνούμαι, τα χαράτσια μέσα!»
Διότι, οι πεποιθήσεις τής συζύγου είναι διαμετρικά αντίθετες, ήτοι ελπιδοφόρες, ευχαριστούμε από καρδιάς(!), κι αντί άλλης αποδείξεως παραφράζουμε πεπαλαιωμένη επιτυχία της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, με την καλλικέλαδη άδουσα:
Μ’ ένα όνειρο τρελό, / όνειρο απατηλό, / μπήκαμε στην Ευρωζώνη, / κρίση πιάνει ξαφνικά, / το ευρώ ταρακουνά, / για να σφίγγουμε τη ζώνη.
Ποια σφάλματα πληρώνω, / ποιο λάθος φοβερό / κι η σύνταξη στην «πρέσα», / προτού να τη χαρώ, / σαν πλοίο που ναυάγησε, / σαν νούφαρο που μάδησε, / στης λίμνης μέσα το θολό νερό.
Με ελπίδες λιγοστές, / έστω και απατηλές, / ανακάμψεις περιμένω, /κι ίσως βγει αληθινό, / τ’ όνειρό μου το τρελό, / τ’ όνειρό μου το ναυαγισμένο.
«Εννοήσατε να αντιστοιχήσουμε τα “λιμναία νούφαρα” με τα “πολιτικά φούμαρα”, που μας έριξαν στην ανέχεια;» αναρωτήθηκε, στο σημείο αυτό, ο «κακορίζικος», και το χειρότερο, προβληματισμένοι αναγνώστες μου;
Εκπλήρωσε την υπόσχεση, χωρίς άλλη αναβολή, άδοντας σε παράφραση Κώστα Βίρβου:
Ίσως…
Ίσως, στην κάλπη να εκφραστώ, δεν ξέρω, ίσως,
ίσως τους κυβερνώντες κακώς επιτιμώ,
κι αν με φτωχύνανε δε τους κρατάω μίσος,
«άφεση» όμως να τους δώσω δεν μπορώ.
Ίσως να είμαι τσαντισμένος απ’ τα χρέη,
ίσως στον ύπνο να ρυθμίζω οφειλές,
μα δεν αντέχω βουλευτή να κλαίει,
αφού ψηφίσει τα Μνημόνια μαθές.
Ίσως με τον καιρό, ίσως να λησμονήσω,
μα τώρα, μη μου λες, σ’ ανάπτυξη να ελπίσω.
Οι φόροι προξενούν ανατριχίλα,
μειώστε τους ν’ αλλάξουμε σελίδα,
οι πολιτικοί μας, όσοι πιστεύουν στις φοροελαφρύνσεις με την ισόποση περικοπή περιττών κρατικών δαπανών, δηλαδή, προς αποφυγή τυχόν παρεξηγήσεων, αντελήφθησαν τα υπονοούμενα;
Δεν ελπίζω!…
-Ω-