Μια σκυλίτσα, που εξαφανίστηκε στην Καλιφόρνια πριν από εννέα μήνες, βρέθηκε αυτές τις μέρες ως εκ θαύματος στο Μίσιγκαν, πάνω από 3.770 χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι της, προς μεγάλη χαρά των ανθρώπων που την έχουν.
Γράφει ο Θόδωρος Δημητριάδης
Η Μίσκα, μια σκυλίτσα ράτσας τεριέ, είχε εξαφανιστεί πέρσι τον Ιούλιο χωρίς να αφήσει ίχνη από το σπίτι της στο Σαν Ντιέγκο, κοντά στα σύνορα με το Μεξικό. Βρέθηκε πριν από μερικές μέρες στο Χάρπερ Γουντς στα προάστια του Ντιτρόιτ, στα σύνορα με τον Καναδά, αφού διέσχισε τις ΗΠΑ διανύοντας σχεδόν 4.000 χιλιόμετρα. Εκεί ένα τοπικό καταφύγιο ζώων μπόρεσε να την αναγνωρίσει χάρη στο ηλεκτρονικό τσιπάκι που είχε στο λαιμό της, και επικοινώνησε με τους ανθρώπους που την έχουν, οι οποίοι ταξίδεψαν και πήγαν αμέσως για να την πάρουν.
«Πρόκειται για μια ιστορία που θα μπορούσε να γυριστεί ταινία στο Χόλιγουντ», αναφέρουν μετά από την απροσδόκητη επανένωση.
Προς το παρόν δεν έχει εξακριβωθεί πώς η Μίσκα κατάφερε να διανύσει όλη αυτήν την μεγάλη απόσταση. Και πώς δεν κατάφερε να γυρίσει σπίτι μόνη της, αφού είναι γνωστό το μεγάλο ένστικτο προσανατολισμού που έχουν τα ζώα.
(πηγή: Πρώτο Θέμα 5-4-24)
Η ιστορία αυτή θυμίζει λίγο την γάτα από την Κατερίνη:
Συναντιούνται δυο φίλοι στην Κατερίνη.
– Έχω μια γάτα, πολύ ζωηρή και ζημιάρα. Με τα νύχια της έχει καταστρέψει όλα τα δερμάτινα έπιπλα. Την αγαπώ, αλλά θέλω και να την ξεφορτωθώ. Σε όσους πρότεινα να την πάρουν κανείς δεν την θέλει. Τι να κάνω;
– Πολύ εύκολο. Την παίρνεις με το αυτοκίνητο, πηγαίνεις 8 χιλιόμετρα μακριά στα χωράφια και εκεί την αφήνεις έξω από ένα χωριό. Όλο και κάποιος θα την περιμαζέψει. Κι ούτε γάτα, ούτε ζημιά !
Πράγματι, αυτό κάνει, αλλά την άλλη μέρα η γάτα έχει επιστρέψει στο σπίτι, στην Κατερίνη.
– Αυτή τη φορά θα την πας πολύ μακριά, πάνω στο βουνό, στα Πιέρια, στην Άνω Μηλιά, ή καλύτερα στο Ελατοχώρι με τις ταβέρνες. Από εκεί πολύ δύσκολα θα ξαναγυρίσει πίσω.
Πράγματι, αυτό κάνει, αλλά μετά από 5 μέρες η γάτα έχει επιστρέψει στο σπίτι, στην Κατερίνη.
– Μία λύση μόνο απέμεινα. Αυτή τη φορά θα την βάλεις μέσα σε ένα τσουβάλι στο πορτ-μπαγκάζ του αυτοκινήτου. Θα ανέβεις στον Όλυμπο, μέχρι τα Πριόνια. Από εκεί θα φορτωθείς το τσουβάλι, θα ανέβεις την πλαγιά δεξιά μέχρι την Πετρόστρουγκα, θα κατέβεις 1-2 χιλιόμετρα το φαράγγι – πρόσεξε τα σκυλιά στη μάντρα! – θα μπεις στο δάσος με τα έλατα και εκεί την αμολάς και ξεμπερδεύεις. Στο γυρισμό πίνεις και κανα τσίπουρο ή τρως μερικά σουβλάκια και μια γίδα βραστή στην ταβέρνα στα Πριόνια ή τον Σταυρό, κι όλα μέλι-γάλα.
Μετά από μερικές μέρες οι δυο φίλοι ξανασυναντιούνται.
– Πολύ εξαντλημένο και αδύνατο σε βλέπω. Τι έγινε, την ξεφορτώθηκες;
– Άστα, πού να στα λέω! Έκανα ό,τι μου είπες, αλλά μετά τα Πριόνια με τόσες στροφές, ανηφοριές και κατηφοριές, έχασα τον προσανατολισμό μου, μέχρι να φτάσω στο μέρος εκείνο μέσα στο δάσος. Κάποια στιγμή χάθηκα και δεν μπορούσα να γυρίσω πίσω, χώρια που είχα πεθάνει στην κούραση και δεν μπορούσα να πάρω τα πόδια μου. Ο Θεός με λυπήθηκε, πάντως, και επέζησα, και δεν άφησα τα κόκαλά μου εκεί στην ερημιά.
Ευτυχώς είχα τη γάτα μαζί μου!.
Την έβγαλα από το τσουβάλι, μπροστά αυτή, από πίσω εγώ – ήξερε το δρόμο της επιστροφής – σιγά σιγά μέχρι να νυχτώσει γυρίσαμε πίσω!.