– Χτυπάει το τηλέφωνο! Τι να κάνει άλλο;
– Και λοιπόν;!
– Το σηκώνει η Έφη και απαντά!
– Και;
– Στην αρχή δεν πολυκατάλαβε για ελάχιστα δευτερόλεπτα!
– Αρχίζω και ανταριάζομαι!
– Ακούγεται γοερό κλάμα στην άλλη άκρη της γραμμής ανάκατα με λόγια που δεν έβγαζες νόημα!
– Ε, ρε!
– Ακουγόταν μια κοπέλα, μια γυναίκα να κλαίει! Ακουγόταν η λέξη μαμά, ατύχημα, αίματα, και δεν συμμαζεύεται. Κάποια στιγμή βγαίνει κάποιο νόημα, μαμά έχω πάθει ατύχημα είμαι χάλια… Και η απάντηση, συγγνώμη κυρία μου αλλά δεν έχω κόρη… Και ξαφνικά γκραν κλείνει η γραμμή!
– Ε, όχι, ρε, ε όχι ρε!
– Ναι, κοίτα να δεις, δεν έχουν σταματήσει αυτά τα τηλεφωνήματα απάτης, σου λέει κάποιος θα τσιμπήσει θα βγάλουμε κανένα φράγκο! Δεν ξέραν ότι κόρη δεν υπάρχει. Σου λέει ή του ύψους ή του βάθους, θα με ξαναδούν κι άλλη φορά;
– Την πάτησε δηλαδή!
– Σε όλα αυτά θέλει να κρατάς την ψυχραιμία σου, εμένα τουλάχιστον μου φαίνεται παράξενο πως είναι δυνατόν να την πατήσεις σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις. Πριν λίγο εδώ, στην περιοχή μας, ζητήσαν εκατόν πενήντα χιλιάδες για να βοηθήσουν να ξεμπλέξει το παιδί τους από κάποιο ατύχημα που έφταιγε και αλλόφρονες και τρελαμένοι έτρεξαν να βρουν λεφτά, έκαναν παζάρια, κατέληξαν κοντά είκοσι χιλιάδες, συγνώμη παιδιά, αλλά είστε ψιλικατζήδες, δεν κατεβαίνουμε τόσο πολύ. Ολόκληρή φασαρία για είκοσι χιλιάδες; Έλεος! Υποβαθμίζεται το επάγγελμα!
– Τίποτα καινούριοι θα ήταν! Χαχα!
– Ε, είναι δυνατόν να κατέβεις τόσο πολύ! Και κλείσανε που λες ραντεβού για την παράδοση των χρημάτων αλλά, εδώ σε θέλω, συνοδεία αστυνομίας, διότι έξυπνα σκεπτόμενη, το έξυπνο πουλί από την μύτη πιάνεται! Και συνελήφθη!
– Πρέπει να μάθουμε, σε τέτοια τηλέφωνα να μην χάνουμε την ψυχραιμία μας!
– Εγώ το λιγότερο θα άνοιγα συζήτηση, και θα έπιανα ψιλή κουβέντα μαζί τους, χώρια που μπορεί να τους έλεγα, σιγά ρε παιδιά, εδώ συνάδερφος, σε συνάδερφο πήρατε να κάνετε την πλάκα σας; Για μαζωχτείτε!
– Ρε, φίλε μου, ποτέ δεν χάνεις το χιούμορ σου!
– Ποτέ! Το βάζω σε βαθιά τσέπη!
Ουδέν Σχόλιον! – Γράφει ο Βασίλης Μόσχης