Αν επιχειρούσαμε να ανακεφαλαιώσουμε τα όσα την περασμένη εβδομάδα γράψαμε στη στήλη περί των εκλογικών συστημάτων που εφαρμόστηκαν μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον εμφύλιο, θα λέγαμε ότι εφαρμόσαμε – άλλοτε με επιτυχία, άλλο όχι όλα σχεδόν τα συστήματα: πλειοψηφικό, παραλλαγή του πλειοψηφικού, ενισχυμένη αναλογική (τον περισσότερο μακράν χρόνο) σε διάφορες παραλλαγές. Τώρα το επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ μελετά να προωθήσει ένα είδος απλής αναλογικής. Που να βολεύει πρωτίστως το ΣΥΡΙΖΑ.
Αν επιχειρούσαμε να ανακεφαλαιώσουμε τα όσα την περασμένη εβδομάδα γράψαμε στη στήλη περί των εκλογικών συστημάτων που εφαρμόστηκαν μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον εμφύλιο, θα λέγαμε ότι εφαρμόσαμε – άλλοτε με επιτυχία, άλλο όχι όλα σχεδόν τα συστήματα: πλειοψηφικό, παραλλαγή του πλειοψηφικού, ενισχυμένη αναλογική (τον περισσότερο μακράν χρόνο) σε διάφορες παραλλαγές. Τώρα το επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ μελετά να προωθήσει ένα είδος απλής αναλογικής. Που να βολεύει πρωτίστως το ΣΥΡΙΖΑ. Για τη χώρα, όπως αποδείχθηκε η ενισχυμένη αναλογική, που εφαρμόστηκε από το 1974 (για να μην πούμε παλιότερα) μέχρι και τις τελευταίες εκλογές (20.9.2015) τα αποτελέσματα υπήρξαν μάλλον απογοητευτικά. Για δε την απλή αναλογική αναπτύξαμε στη στήλη τους λόγους για τους οποίους δεν θα μας βοηθήσει να βγούμε από την κρίση.
Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι για τη σημερινή κατάντια της χώρας μας δεν ευθύνονται μόνον οι εκλογικοί νόμοι που εφαρμόστηκαν. Αν ήταν έτσι θα αρκούσε ίσως η εφαρμογή ενός άλλου διαφορετικού ώστε να γλυτώσουμε από τον εφιάλτη. Ευθύνονται σίγουρα οι πολιτικοί μας, ευθύνεται και μεγάλο τμήμα του λαού μας, τόσο για τις εκλογικές του επιλογές όσο για τις «πανταχού παρούσες και τα πάντα πληρούσες» πελατειακές σχέσεις, ευθύνονται και οι σοβαρές ατέλειες του Συντάγματος μας ( άρθρο 86 π.χ. παντοδυναμία του εκάστοτε πρωθυπουργού, διακοσμητικός ο ρόλος του Προέδρου κ.λ.π.)
Είναι φανερό πως – αντίθετα με τα όσα λαϊκίστικα υπόσχονταν ο κ. Τσίπρας για να γίνει κυβέρνηση και έγινε με δραματικές για τη χώρα συνέπειες – την Ευρώπη ούτε να την κατευθύνουμε μπορούμε ούτε να την αλλάξουμε. Ασφαλώς και δεν μπορούμε επίσης να αλλάξουμε τις αποφάσεις των μεγάλων δυνάμεων. Εκείνο που πραγματικά χρειάζεται και οφείλουμε να κάνουμε είναι να διαλέγουμε κάθε φορά τους σωστούς συμμάχους. Βέβαια στα πλαίσια πάντα της υφιστάμενης διεθνούς κατάστασης. Για τη σημασία αυτού του σημαντικού για τη ζωή μας παράγοντος έχουμε πολλά εύγλωττα παραδείγματα από την ιστορία μας.
Είναι και η «νέα τάξη πραγμάτων» και η παγκοσμιοποίηση. Που περιορίζουν απελπιστικά τις δυνατότητες αντιδράσεων μας. Ωστόσο πάντα υπάρχουν περιθώρια να κινηθεί μια ικανή και ευφυής ηγεσία ενός μικρού κράτους – έθνους. Κι αυτό είναι που χρειαζόμαστε επειγόντως. Η ικανή και ευφυής ηγεσία δεν θα μας έρθει από το υπερπέραν. Ούτε θα φυτρώσει ξαφνικά σε κάποιον εύφορο τόπο της όμορφης πλην άτυχης πατρίδας μας. Εμείς οι Έλληνες ψηφοφόροι πρέπει να του αναδείξουμε, με την ψήφο μας.
Κι ακριβώς σ’ αυτό το σημείο εντοπίζεται η σημασία του εκλογικού νόμου. Αφού αυτός μετατρέπει τις δικές μας ψήφους σε έδρες στη Βουλή, σε Πρωθυπουργούς και μέσω αυτών σε υπουργούς κ.λ.π.
Για να βγούμε από την κρίση – κάτι που επιθυμούμε διακαώς όλοι μας – πρέπει ν’ αλλάξουν πάρα πολλά πράγματα στη χώρα μας. Και πρώτα – πρώτα το Σύνταγμα. Με την αναθεώρηση του οποίου να περιορισθεί η παντοδυναμία του εκάστοτε Πρωθυπουργού και η κομματοκρατία. Να θεσμοθετηθεί και δεύτερο νομοθετικό σώμα, Γερουσία ή Άνω Βουλή η όπως αλλιώς ονομαστεί. Να δοθούν αρμοδιότητες στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Να καθιερωθεί συνταγματικά σταθερό και μόνιμο εκλογικό σύστημα.
Και αφού κανένα από όσα δοκιμάσαμε ως τώρα δεν πέτυχε το λόγο ύπαρξής του; την εξασφάλιση τουτέστιν σταθερών και αποδοτικών κυβερνήσεων, η δε απλή και άδολη αναλογική που δεν τη δοκιμάσαμε μεν αποδείξαμε όμως ότι δεν προσφέρεται τουλάχιστον για τη χώρα μας και το χαρακτήρα του λαού μας (που δεν συνάδει με τις κάθε είδους συνεργασίες άρα και τις κυβερνητικές) δεν μας μένει παρά να στραφούμε σε δοκιμασμένα συστήματα άλλων χωρών. Όπως π.χ. των ΗΠΑ, της Αγγλίας και της Γερμανίας.