– Κάτι γίνεται, αλλά ποιος ξέρει τι γίνεται!
– Μίλησε η Πυθία τώρα! Έτσι μιλούσε κι αυτή! Με μισόλογα! Ήξεις αφίξεις!
– Τι θες; Να σου βάλω κι άλλα διφορούμενα;
– Κάτι γίνεται, αλλά ποιος ξέρει τι γίνεται!
– Μίλησε η Πυθία τώρα! Έτσι μιλούσε κι αυτή! Με μισόλογα! Ήξεις αφίξεις!
– Τι θες; Να σου βάλω κι άλλα διφορούμενα;
– Θες να σου φέρω να μασήσεις κιόλας; Διότι χωρίς καπνούς και λιβάνια πως θα ακούσουμε τους χρησμούς σου;
– Ρε, δεν είναι διφορούμενα αυτά που λέω! Δεν ακούς το θέμα με την τράπεζα, με κάτι δάνεια με κάνα δυο εκατομμύρια, κόκκινα δάνεια, κάτι πόθεν έσχες, λέει, στον αέρα… όλα ένας αχταρμάς. Άρα κάτι γίνεται
– Και το άλλο;
– Ξέρεις εσύ τι γίνεται; Ξέρω εγώ τι γίνεται;
– Που να ξέρω; Αυτά τα ξέρω οι μεγαλοσχήμονες! Αλλού είναι το χρήμα…
– Ήθελα να ‘ξερα… οι εισπρακτικές εταιρίες πόσες φορές έπαιρναν τηλέφωνο την ημέρα για τις καθυστερημένες δόσεις του κόκκινου δανείου; Αν το πάρεις αναλογικά έπρεπε τουλάχιστον να χτυπάει κάθε δύο λεπτά!
– Αν δεν απαντούσε…
– Για να απαντήσει ήταν; Και τι θα έλεγε έχω μπάρμπα στην Κορώνη;
– Αν είχε μπάρμπα στην Κορώνη δεν θα τον ενοχλούσαν!
– Ε, τότε θα τους απαντούσε!
– Και τι θα τους απαντούσε; Αυτοί ζητάν εδώ και τώρα, μέρα και ώρα πότε θα μπει η δόση!
– Και δεν θα τους έλεγε , λες;
– Αν είχε όρεξη να δώσει θα τους έλεγε!
– Αφού όμως είναι κόκκινο… άρα δεν έβαζε δόσεις…
– Άρα τότε οι εισπρακτικές θα κουδούνιζαν συνέχεια…
– Σιγά να μην τον ενοχλούσαν… Δεν πιστεύω να τον έπαιρναν τηλέφωνο…
– Είδες τότε, ρε φίλε μου… Εγώ που χρωστάω δέκα χιλιάρικα και δεν μπορώ να τα δώσω οι εισπρακτικές με έχουν σπάσει τα νεύρα για να βάλω… αφού δεν έχω ρε, τι αν βάλω; Κι αυτοί που χρωστάνε πολλά …άκρα του τάφου σιωπή! Τελικά όπου φτωχός κι η μοίρα του… Αυτός θα κυνηγιέται πάντα εις τους αιώνας των αιώνων…
– Αμήν!