Σφήνες του Αφεντούλη
Στη Δευτέρα, 3 του Οκτώβρη, πρώτη εργάσιμη μέρα του μήνα, για να μην ξεχνιόμαστε, αναφέρεται ο σημερινός τίτλος του εμπειροτέχνη πολιτικού αναλυτή, θείου Αφεντούλη, αναγνώστες μου, κι αν σας φάνηκε κομματάκι ασαφής, ουδεμία ευθύνη φέρουμε.
Διότι, η μέρα μπορεί να ξεκίνησε με τον επ’ ευκαιρία έναρξης της νέας κοινοβουλευτικής περιόδου αγιασμό που τέλεσε ο πάντα καταδεκτικός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, κ.κ. Ιερώνυμος, αλλά σε κάπως «ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα» λόγω των περί του μαθήματος των Θρησκευτικών πρωτοποριακών απόψεων του υπουργού Παιδείας, κ. Νίκου Φίλη, Κύριος να φωτίζει τα «παιδιά».
Λέμε τώρα, αφού την ίδια ώρα, πέριξ του Μαξίμου, διαδήλωναν τα αείποτε τιμημένα πλην κι αγριεμένα εσχάτως γηρατειά, περικοπών ένεκεν, που δέχθηκαν «χημικά», μπας και διαλυθούν ησύχως, αναγκάζοντας τον αναπληρωτή υπουργό Προστασίας του Πολίτη, κ. Νίκο Τόσκα, να αναλάβει την πολιτική ευθύνη για το όλο εγχείρημα, κατόπιν της εύλογης δυσαρέσκειας του αριστερού, άρα υπερασπιστή του λαού, Πρωθυπουργού μας.
Το θυμάστε, αναγνώστες μου; Αν όχι, επειδή η κατήφεια του τελευταίου χρονικού διαστήματος έχει γίνει ανυπόφορη, όσο να πείτε, κάλλιο να επιβραβεύσουμε τη μαθητιώσα νεολαία που τίμησε τον Αθλητισμό, αναπέμποντας, λόγω της ημέρας:
Ωδές στις αθλοπαιδιές.
Ανά – διά – κατά – μετά – παρά,
προθέσεις καλές έχουμε, τις ξέρετε παιδιά;
Αν όχι, της πέμπτης τα νοήματα ξενίζουν κομματάκι,
με παρακράτους «αθλητές» να «τρώνε» τον Λαμπράκη,
τι ήτανε ειρηνιστής, πιστός στον Μαραθώνα,
κι έλαυνε τα χιλιόμετρα, μπροστάρης στον αγώνα,
να αποσείσει ο λαός «τρίκυκλα» ή «καρφίτσες»
που ‘χαν στο πέτο βίαιοι, επίορκοι πολίτες.
Μα όπως στους κανόνες μας το κοπανάμε αράδα,
εξαίρεση απ’ το «παρά», η Παρολυμπιάδα.
Εκεί η δύναμη του νου κι η τόλμη των Ελλήνων,
το Ρίο το μετέτρεψε σε μεταλλείων «λίκνον»,
ανέμισε η σημαία μας στη Βραζιλία πέρα,
να νιώθουμε περήφανοι, οι δώθε, κάθε μέρα,
που προσπαθούμε, ατυχώς, να βρούμε κάποια λύση,
ασμένως, η ανάπτυξη να μας προϋπαντήσει.
Κόβουμε σνομπ την τύπισσα, τη δύσκολη μάς κάνει,
ειδήμονες την κυνηγούν, κανένας δεν την φτάνει,
καιρός, λοιπόν, να προστεθούν κι οι μαθητές στη μάχη,
μήπως ανοίξουνε δουλειές, λεφτά ο κόσμος να ‘χει,
υγεία, καλοπέραση, χαρά και ευτυχία,
να πάει στον αγύριστο κάθε ανησυχία,
που ζούμε οι νεόπτωχοι αυτά τα έξι χρόνια,
με τους παππούδες, εν βρασμώ, να άδουν στα εγγόνια:
– Τρέξε, παίξε, Ατσιδάκη,
αφού μόνο το μεράκι
που ‘χεις να κλοτσάς το τόπι
χρήμα φέρνει στο κατόπι,
κι επιστήμονας αν γίνεις,
άνεργος θα μας ξεμείνεις,
παρεκτός αν έξω πας,
μια μπουκιά ψωμί να φας.
– Ανεργίτσα, βάρα διάνα,
όπως έπραξε η Άννα,
με το «πυρ επί σκοπόν»
θα τον βγαζεις τον μισθόν,
κι αν δεν γίνεις Κορακάκη
μη σε νοιάζει: Το μεράκι
κι η σκοποβολή, εν ανάγκη,
το κερδίζουν το φαγάκι.
Και όμως: Τα μειράκια δεν τρέχουνε να πρωτεύσουνε,
σεμνά συναγωνίζονται, μήνυμα να εκπέμψουνε,
η Ημερίδα η φετινή να γίνει εφαλτήριο,
του χρόνου να διαλευκανθεί ύφεσης το μυστήριο,
να πιλαλήσει, άμποτε, η οκνή οικονομία,
πρωταθλητές να γίνουμε, όλοι, εν κοινωνία,
σε παραγόμενα αγαθά ή σε υπηρεσίες
που θα μειώσουν κάμποσο γονέων τις θυσίες,
αμήν και πότε. Αμήν και πότε(!), άκουσαν οι πολιτικοί μας; Δεν ελπίζω!…