Του Αδάμου Ευγγέλου
Στη χώρα μας ποτέ δεν είχαμε «δημιουργικό συνδικαλισμό», που να ήταν μακροχρόνια επωφελής. Τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά εάν οι συνδικαλιστικές ηγεσίες αντιλαμβάνονταν τι συμβαίνει στα υπόλοιπα κράτη της Ευρώπης και αντί να πιέζουν τις εκάστοτε κυβερνήσεις για να μην αλλάξουν τα πράγματα, ωθούσαν τα μέλη τους να αλλάξουν προς το καλύτερο. Το θέμα είναι ότι στην Ελλάδα κυριάρχησε «ο αμυντικός συνδικαλισμός», ένας συνδικαλισμός που στοχεύει μόνο στο κράτος και στα προνόμια που μπορεί αυτό βραχυπρόθεσμα να προσφέρει σε κάποιες επαγγελματικές ομάδες, εις βάρος ολόκληρης της κοινωνίας. Όλες οι κινητοποιήσεις των τελευταίων χρόνων γίνονταν για να μην αλλάξουν τα πράγματα και όχι για να αλλάξουν προς το καλύτερο. Έτσι, επόμενο ήταν να επέλθει το πνίξιμο της οικονομίας από χιλιάδες ρυθμίσεις, προς όφελος μερικών ομάδων, με συνέπεια – ένας ακόμη λόγος- να οδηγηθεί η χώρα στη χρεοκοπία και η χρεοκοπία να φέρει τα μνημόνια.
Στη σημερινή Ελλάδα, ο συνδικαλισμός ήταν και είναι μια ανοικτή πληγή που από αυτήν μολύνεται όλος ο κοινωνικός ιστός. Η λογική του έγκειται στο να εξυπηρετούνται οι άνθρωποί του και όχι οι πολίτες. Αποτελεί έτσι πολλαπλασιαστική αβεβαιοτήτων για την δημοκρατία, επιπροσθέτως, πλήττεται και από το απαράδεκτο εγχώριο πελατειακό σύστημα, που και αυτό είναι άρρωστο. Στο πλαίσιο αυτής της οδυνηρής πραγματικότητας, ο συνδικαλισμός στηρίζεται στους κρατικοδίαιτους εργαζόμενους οι οποίοι, με τη σειρά τους, είναι ταυτοχρόνως προϊόντα και παραγωγοί του πολιτικού πελατειακού συστήματος.
Έτσι, παρατηρούνται δύο σοβαρά φαινόμενα, όπως η πτώση της οικονομικής ανταγωνιστικότητας και η υπέρ – διοίκηση μιας υποκυβερνούμενης χώρας, στην οποία οι μεγάλες κοινωνικές ανισότητες προκύπτουν από το συντεχνιακό κράτος, τις καταχρήσεις του και την ακαμψία του. Ακόμη δεν πρέπει να μας διαφεύγουν οι κατά καιρούς απειλητικές δηλώσεις και εκδηλώσεις κατά της ανοικτής κοινωνίας των συνδικαλιστών. Ο καθένας τους υπερασπίζονταν και υπερασπίζεται τη δική του ελευθερία σε βάρος της ισοδύναμης ελευθερίας του πλαϊνού, τη δική του άποψη περί δικαιώματος απέναντι στο δίκιο του άλλου. Απόλυτα ατομικοί δικαιωματίες σε ότι τους ενδιαφέρει και τους συμφέρει, σκληροί και αμείλικτοι εναντίον όποιου δεν συμφωνεί μαζί τους και ταυτόχρονα αθώοι οποιουδήποτε αίματος και ανεύθυνοι για οποιουδήποτε δράμα. Αυτοί ήταν και είναι οι κατ’ επάγγελμα συνδικαλιστές.
Όλοι μετά το βόλεμα σε κάποια δουλειά του δημοσίου ή του ιδιωτικού τομέα, γίνονταν αμέσως συνδικαλιστές. Αυτό τους εξασφάλιζε την αναγκαία για την αναπνοή παπαρολογία, τους έδινε μια ψευδαίσθηση επαναστατικότητας και αντίστασης στο καταστημένο και φυσικά τους προσέφερε το κυριότερο, τη μη υποχρέωση εργασίας. Οι συνδικαλιστές δεν δούλευαν, συνδικαλίζονταν.
Δεν ήταν υποχρεωμένοι να βρίσκονται στο γραφείο, πληρώνονταν ανελλιπώς και μιλούσαν με τα «αφεντικά» όχι απλώς ως ίσος προς ίσο, αλλά έχοντας το πάνω χέρι διότι εκβίαζαν με απεργίες. Έλεγαν πως μάχονται για τα συμφέροντα των εργαζομένων, στην ουσία εξασφάλιζαν χρήμα χωρίς να εργάζονται. Δεν τους ενδιέφερε αν θα λειτουργεί σωστά η υπηρεσία τους, ή αν θα δημιουργηθεί πρόβλημα στους πολίτες, ή αν πτωχεύσουν οι επιχειρήσεις , ή αν η χώρα θα πάει κατά διαόλου από τη δράση τους. Και όταν πλησίαζε το καλοκαίρι, έκλειναν μια συμφωνία με τις πολιτικές ηγεσίες, σταμάταγαν τις απεργίες, έφευγαν διακοπές και από τον Σεπτέμβρη ξανά τα ίδια.
Κι αυτή η τακτική συνεχίζεται. Συνεχίζεται γιατί υπάρχουν αμοραλιστές πολιτικοί, οι οποίοι ενδίδουν στις πιέσεις των συνδικαλιστών για ψηφοθηρικούς λόγους.
Υπουργοί έφερναν και φέρνουν ρυθμίσεις που συμφέρουν λίγους βολεμένους και όχι αδύναμους, με συνέπεια οι υπόλοιποι να χάνουμε.
Πρόσφατο παράδειγμα το νομοσχέδιο που φέρνει η κυβέρνηση προς ψήφιση, το οποίο καταργεί τον οργανισμό τεχνολογικής καινοτομίας στην αγορά των Ταξί, ο οποίος διευκολύνει ηλεκτρονικά τη συνάντηση μεταξύ των επιβατών και νόμιμων επαγγελματιών ταξί. Εδώ οι πιέσεις των συνδικαλιστών, ως μελών μιας συντεχνίας κέρδισαν για μια άλλη φορά, αυξάνοντας το εισόδημά τους και μειώνοντας συνολικά το εισόδημα των πελατών. Η κυβέρνηση ενέδωσε στις πιέσεις προσφέροντας συντεχνιακό ρουσφέτι για κάποιους ψήφους.
Δυστυχώς σε χώρες με ηθικά αδύναμους πολιτικούς και οικονομικά αναλφάβητους πολίτες, οι συνδικαλιστές θα κερδίζουν πολύ συχνά, μ’ αποτέλεσμα αυτό νάχει επιπτώσεις στην οικονομία, δηλαδή στις τσέπες μας.
Τι μπορούμε να κάνουμε; Να ωριμάσουμε και να μην ψηφίζουμε όσους προσφέρουν συντεχνιακά ρουσφέτια, όσους προσφέρουν υπέρογκη ζημιά για πολλούς, και άμεσο όφελος σε μια μικρή «διαλεχτή» ομάδα…
Του Αδάμου Ευγγέλου